Εκτύπωση αυτής της σελίδας

«ΤΟ ΒΑΤΟΠΕΔΙ» ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ - ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ

Το σκάνδαλο, πολιτικοηγουμενική διαπλοκή με τους αδίστακτους «επιχειρηματίες», του Βατοπεδίου βαίνει πλέον, αφού επέτυχε τον πολιτικό του στόχο, ομαλά προς την αρχειοθέτηση, μέσω των «εξεταστικών» ή και «προανακριτικών» επιτροπών. ’λλωστε γρήγορα όλοι τους αντελήφθησαν πόσο αστόχαστη ήταν η ανακίνηση τέτοιου θέματος, αφού δεν υπάρχει ένας μόνο «Εφραίμ» ούτε ένα μόνο «Βατοπέδι» και όλοι όσοι άμεσα ή έμμεσα μας κυβερνούν σε χιλιάδες τέτοιες ή ανάλογες δοσοληψίες» ικανοποιούν και εκπληρώνουν τις πολιτικές τους «ανησυχίες».
Για την τιμή των όπλων, βέβαια, θα αναφέρονται σ’ αυτό τα κόμματα της λεγόμενης αριστεράς. Το ένα λιγότερο έντονα (παρότι θεματοφύλακας των αρχών του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και της ρετσέτας «θρησκεία το όπιο του λαού», που δεν πολυακούγεται πλέον), διότι γενικά δεν καταφεύγει συχνά στην σκανδαλολογία, λόγω των παλαιότερων διεθνών δοσοληψιών και της σύγχρονης επιχειρηματικής του δράσης.
          Το άλλο, όμως, ως ο κατεξοχήν εκφραστής όλων όσων, εντός ή εκτός της χώρας μας, προσπαθούν να αποδομήσουν ό,τι συναποτελεί το νεότερο ελληνισμό, θα επιχειρεί, με αφορμή (όχι αιτία...) απαράδεκτα, όντως, φαινόμενα θρησκευτικών ταγών, και με αιχμή του δόρατος τα ΜΜΕ και διάφορα πνευματικά, υποτίθεται, ιδρύματα, να διαλύσει ένα από τα στοιχεία του νεοελληνικού έθνους, την ορθοδοξία, «ξεχνώντας» το βαθύτατα ανθρώπινο (έστω και μεταφυσικό) και κοινωνικό της περιεχόμενο και ταυτόχρονα (διαλεκτική αντίθεση...) θα προωθεί Ιερώνυμο, Χρυσόστομο, Βαρθολομαίο, οι οποίοι, με την ευκαιρία, τηρούν σιγήν νηστήσιμου ιχθύος για το θέμα.

Τι πρέπει να γίνει με την περιουσία;

Εκ των πραγμάτων, όμως, ετέθη πλέον ενώπιον όλων το μέγα, πράγματι, θέμα της τεράστιας εκκλησιαστικής περιουσίας, παντός είδους και προέλευσης, και των θεμιτών ή αθέμιτων χρήσεών της, με τρόπο όμως απλουστευτικό, απλοϊκό και, εν πολλοίς, ιδιοτελή, ως να μην ήταν το ζήτημα εξόχως πολύπλοκο, ιστορικά, εθνικά, νομικά, κοινωνικά και με διεθνείς παραμέτρους, πέρα από τη θρησκευτική και κοινωνική του διάσταση.
Σε μια κοινωνία πραγματικά ανθρώπινη, δίκαιη και δημοκρατική, δηλαδή σοσιαλιστική, όλα θα τελούσαν κάτω από κοινωνικό ή και δημόσιο έλεγχο και οι θεσμοί της, σύμφωνοι με την ιδιαίτερη ταυτότητα και τα στοιχεία της, θα λειτουργούσαν ομόλογα προς το περιεχόμενο και τους ομολογημένους σκοπούς της. ’λλωστε, επί του προκειμένου, ο θεσμός της ορθόδοξης εκκλησίας και ό,τι τον συναποτελεί δεν περιορίζεται στον «κλήρο» ή τους «μοναχούς» αλλά σε ολόκληρο το «χριστεπώνυμο πλήρωμα», δηλ. στο 90% τουλάχιστο, έστω και τυπικά, του έθνους μας,  προς χάριν των οποίων διετέθησαν με διάφορους τρόπους και αιτίες, όλα όσα αποτελούν την εκκλησιαστική περιουσία...
Αλλά και αν, ακόμη, συζητούσαμε, εντελώς αβασάνιστα, τη δυνατότητα (ή και την υποχρέωση) της ... εθνικοποίησης τώρα και μέρους μόνο της εκκλησιαστικής περιουσίας, ποιος στοιχειωδώς εχέφρων Έλληνας πολίτης θα πρότεινε την παράδοσή της σ’ αυτό το κράτος αυτής, όπως την καταντήσανε, της κοινωνίας; Δε θα σήμαινε αυτό αμέσως μετά την παράδοσή της σε ιδιώτες-κερδοσκόπους αντί πινακίου φακής;
Εννοείται, φυσικά, ότι πρέπει να τεθούν (από ποιους όμως;) φραγμοί στη διαπλεκόμενη ασυδοσία, απαγόρευση κάθε εκποίησης, έλεγχοι στη διαχείριση και στις παροχές της. Και θα έλθει, αργά ή γρήγορα, ο καιρός που η ελληνική κοινωνία και πολιτεία, απαλλαγμένη από τα δεσμά και τα παράσιτα, θα αντιμετωπίσει το ζήτημα, παίρνοντας υπόψη όλες τις πλευρές και τις παραμέτρους του.