ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ

Α.Σ.Κ.Ε.

Το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ Δημοτικού προκάλεσε μεγάλες και απόλυτα δικαιολογημένες αντιδράσεις. Με πειστικά επιχειρήματα και τεκμηριωμένες θέσεις καταδείχθηκε από διάφορους κριτές του ότι δεν μπορεί να επιτελέσει τον παιδευτικό του ρόλο. Φαίνεται όμως ότι αντιμετωπίσθηκε ως μεμονωμένη περίπτωση, ενώ υπάρχουν ενδείξεις, αν όχι αποδείξεις, ότι το βιβλίο της ΣΤ' Δημοτικού γράφηκε σε εφαρμογή ενός συγκεκριμένου Προγράμματος συγγραφής των σχολικών βιβλίων Ιστορίας. Το Πρόγραμμα αυτό έχει εκπονήσει το «Κέντρο για τη Δημοκρατία και τη Συμφιλίωση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη», το οποίο μάλιστα έχει προχωρήσει και στην έκδοση τεσσάρων Βιβλίων Εργασίας με κοινή ύλη· για τα σχολεία όλων των βαλκανικών εθνών. Στη Γενική Εισαγωγή αυτής της σειράς, η οποία χρηματοδοτήθηκε από τα Υπουργεία Εξωτερικών των Η.Π.Α., της Βρετανίας, της Γερμανίας και άλλα «ευαγή» ιδρύματα, ο πρώτος στόχος που τίθεται είναι η άμβλυνση της εθνικής συνείδησης των μαθητών. Γράφει σχετικά η συγγραφέας της Γενικής Εισαγωγής Χριστίνα Κουλούρη: «Δεδομένου ότι η κυρίαρχη μορφή της ιστορίας που διδάσκεται είναι η εθνική ιστορία και ότι η ιστορία των γειτονικών λαών διδάσκεται επίσης μέσα από μια εθνοκεντρική προοπτική δεν προτείνουμε να καταργηθεί ούτε να αντικατασταθεί, αλλά να αλλάξει ο τρόπος που διδάσκεται. Η περιφερειακή ιστορία της ΝΑ Ευρώπης δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αυτοτελής και αυτάρκης αλλά ως μέρος της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας ιστορίας.» Σε πλήρη αρμονία με αυτή την κατεύθυνση οι συγγραφείς του σχολικού εγχειριδίου αποσιωπούν συστηματικά τις εθνικές αντιθέσεις στην εξιστόρηση των ιστορικών γεγονότων και μερικές φορές φτάνουν μέχρι το σημείο να παρουσιάζουν τα ιστορικά γεγονότα από την οπτική γωνία των αντιπάλων του Ελληνικού έθνους. Έτσι, κατά τους συγγραφείς του σχολικού βιβλίου, η δράση των «κλεφτών» δεν είναι μορφή αντίστασης, αλλά θεωρείται μορφή
αντίστασης. Ο Ελληνικός Στρατός δεν απελευθερώνει εδάφη της Μακεδονίας και της Ηπείρου, αλλά τα καταλαμβάνει. Ο Ελληνικός Στόλος επίσης καταλαμβάνει νησιά του
Αν. Αιγαίου. Ο Κεμάλ Ατατούρκ ήταν ηγέτης του απελευθερωτικού αγώνα των Τούρκων και όχι σφαγέας των Μικρασιατών, των Ποντίων και των Αρμενίων.
«Το έθνος», συνεχίζει η συγγραφέας της Γενικής Εισαγωγής, «δεν αποτελεί τη μοναδική ταυτότητα του ατόμου. Οι μαθητές καλούνται να υπερβούν το έθνος και να ταυτιστούν με στενότερα ή ευρύτερα σύνολα, κατανοώντας ότι υπάρχουν πολλές ταυτότητες που συμπληρώνουν η μία την άλλη. Οι έμφυλες ταυτότητες, η τοπική ταυτότητα, η ταυτότητα του οπαδού μιας ποδοσφαιρικής ομάδας ή η ευρωπαϊκή ταυτότητα μπορούν να προβληθούν ως παραδείγματα ταυτοτήτων που είναι δυνατό να συνυπάρχουν, χωρίς βέβαια να έχουν ισοδύναμη ισχύ για το άτομο που τις έχει...» Κινούμενοι σε αυτή την κατεύθυνση, οι συγγραφείς του σχολικού εγχειριδίου διαθέτουν διπλάσιες σελίδες για την Ιστορία του ποδοσφαίρου από ό,τι για τις περιγραφές των βαλκανικών πολέμων, του έπους του 1940-1 ή των δύο παγκόσμιων πολέμων!
« Είναι δυνατό να διδαχθεί ο πόλεμος», γράφει επίσης η συγγραφέας της Γενικής Εισαγωγής, «χωρίς να υμνείται και χωρίς κουραστικές λεπτομέρειες, αριθμούς και ημερομηνίες». Παραγνωρίζοντας το χαρακτήρα και τη σημασία αυτού του πολέμου, οι συγγραφείς του σχολικού βιβλίου εφαρμόζουν αυτήν την οδηγία στην εξιστόρηση της Επανάστασης του 1821, από όπου λείπουν γεγονότα όπως η μάχη της Αλαμάνας, η Γραβιά, τα Δερβενάκια, και άλλα τέτοια καθοριστικά για την εξέλιξη και την έκβασή της.
Ένας ακόμη στόχος που τίθεται από τη θεωρητικό των Βιβλίων Εργασίας στη Γενική Εισαγωγή με πρόσχημα την «ανάπτυξη της κριτικής σκέψης» είναι, τέλος, η
χρησιμοποίηση τεκμηρίων που παρουσιάζουν διαφορετικές εκδοχές του ίδιου γεγονότος. Γιατί και μόνη η παράθεσή τους «υπονομεύει τη βεβαιότητα της μίας και μοναδικής αλήθειας». Θέλοντας λοιπόν και οι συγγραφείς του σχολικού βιβλίου να υπονομεύσουν τη μία και μοναδική αλήθεια με την παράθεση διαφορετικών εκδοχών για ένα ιστορικό γεγονός, παραθέτουν ένα απόσπασμα από βιβλίο ενός Γάλλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη όπου αναφέρονται και τα εξής: «Οι σουλτάνοι συνηθίζουν όταν κατακτούν ένα βασίλειο ή μια επαρχία να διατηρούν θαυμαστή τάξη... Όσο για το λαό, αφήνεται να ζει σύμφωνα με τα ήθη και τα έθιμά του. Διατηρεί τα αγαθά του και έχει θρησκευτική ελευθερία». Και για να μη μείνει καμία αμφιβολία ότι οι μαθητές δε θα μείνουν με τη βεβαιότητα της μίας και μοναδικής αλήθειας πως η Τουρκοκρατία αποτελούσε μία από τις χειρότερες μορφές τυραννίας που έχει υποστεί το ελληνικό έθνος, διατυπώνουν το ακόλουθο ερώτημα: «Με ποιο τρόπο αντιμετωπίζουν οι σουλτάνοι τους πληθυσμούς των κατακτημένων περιοχών, σύμφωνα με την πηγή;»
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού όχι μόνο τις απαιτήσεις ενός σχολικού εγχειριδίου που παρέχει στους μαθητές βασικές γνώσεις για την Ιστορία του έθνους δεν πληροί, αλλά πολύ συχνά ούτε και τις επιστημονικές απαιτήσεις της συγγραφής ενός επιστημονικού έργου. Οι στόχοι των συγγραφέων του όμως δεν ήταν προφανώς αυτοί.
Με το ίδιο πνεύμα, που καθορίζεται από τις κατευθύνσεις του λεγόμενου «Κέντρου για τη Δημοκρατία και τη Συμφιλίωση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη», αν και με πιο συγκρατημένο τρόπο, είναι γραμμένο και το βιβλίο Ιστορίας της Β' Γυμνασίου, όπως δείχνουν δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα: Για το δεύτερο Βιβλίο Εργασίας το παιδομάζωμα «ήταν ένα σύστημα στρατολόγησης το οποίο μετέτρεπε νεαρούς μη μουσουλμάνους σε μια προνομιακή κοινωνική ομάδα, ... μια πρωτότυπη οθωμανική πρακτική που ευνοούσε την κοινωνική εξέλιξη». Το βεβαιώνει και ο Αλβανός Λουτφή πασάς, που σε ένα κείμενό του το οποίο παρατίθεται ευγνωμονεί τον σουλτάνο γιατί στρατολογήθηκε με το παιδομάζωμα και του δόθηκε η ευκαιρία να καταλάβει πολλά υψηλά αξιώματα. Κάπως έτσι παρουσιάζεται και στο σχολικό εγχειρίδιο της Β' Γυμνασίου: «Η ανάγκη ενίσχυσης του στρατού των Οθωμανών οδήγησε στη στρατολόγηση των χριστιανοπαίδων (ονομάστηκε παιδομάζωμα) και τη συγκρότηση του επίλεκτου τάγματος των γενιτσάρων» και παρατίθεται ένα μόνο απόσπασμα από σχετική ιστορική πηγή παρμένο από το Χρονικό των Σουλτάνων Ασίκ Πασάζαντε.
Το δεύτερο παράδειγμα αφορά το έπος του Βασίλειου Διγενή Ακρίτα. Αυτό δεν παρουσιάζει τους αγώνες και τα κατορθώματα του πιο ένδοξου φρουρού των ανατολικών συνόρων του Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όπως λανθασμένα πιστεύαμε μέχρι τώρα, αλλά «μέσα από τους στίχους του αναδύεται ένας κοινός αραβοβυζαντινός κοσμος(!)
Φαίνεται επομένως ότι το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ Δημοτικού δεν είναι μία μεμονωμένη περίπτωση συγγραφής ακατάλληλου σχολικού εγχειριδίου, αλλά ένα από τα πρώτα δείγματα συγκεκριμένου προγράμματος αναθεώρησης της Ιστορίας που έχει ως στόχο τη διαπαιδαγώγηση των νέων σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Νέας Τάξης. Αυτόν άλλωστε το στόχο δεν τον αποκρύπτουν. Γράφει η Χ. Κουλούρη στη Γενική Εισαγωγή: «Έχουμε την πεποίθηση πως μια πιο ισορροπημένη και πραγματολογικά εμπεριστατωμένη θεώρηση της ιστορίας των εθνικών κρατών θα βοηθήσει τη σημερινή νέα γενιά να είναι πιο ανεκτική απέναντι στα άλλα έθνη και τις άλλες εθνοτικές ομάδες, αλλά και πιο ανοιχτή στις ευρύτερες εξελίξεις που συμβαίνουν γύρω μας». Έτσι εξηγείται και η φανατική υπεράσπιση του βιβλίου από τους εγχώριους απολογητές της Νέας Τάξης, αυτούς που υποστήριξαν τους «φιλανθρωπικούς» βομβαρδισμούς της Σερβίας από το ΝΑΤΟ, αυτούς που τάχθηκαν υπέρ του προληπτικού πολέμου για την «εξουδετέρωση των χημικών όπλων του Ιράκ», αυτούς που υπερασπίζονταν με πάθος, αλλά όχι και τόσο ανιδιοτελώς, το σχέδιο Ανάν για την «επίλυση του Κυπριακού». Αυτός εξάλλου είναι και ο λόγος που η αρμόδια υπουργός δήλωσε: «εγώ δεν αποσύρω το βιβλίο».
[Εισηγηση στην εσπερίδα του ΑΣΚΕ 21/3/07]

Κείμενο PDF

Ο Πρόεδρος της Ρωσίας Βλ. Πούτιν στην 43η Διάσκεψη για την Ασφάλεια, που γίνεται κάθε χρόνο στο Μόναχο, αιφνιδίασε όλο τον κόσμο με μια εφ’ όλης της ύλης επίθεση στην πολιτική Μπους. Κατήγγειλε «το σενάριο ενός μονοπολικού κόσμου» και «τη σχεδόν απεριόριστη προσφυγή στη στρατιωτική βία», κατήγγειλε τις ΗΠΑ ότι μόνον αυτές «υπερβαίνουν τα εθνικά τους σύνορα με κάθε δυνατό τρόπο, επιβάλλοντας τις πολιτικές τους σε άλλα έθνη».
Χρησιμοποίησε λόγια καθόλου «διπλωματικά», που ικανοποιούν την παγκόσμια κοινή γνώμη, που μέχρι τώρα άκουγε ο Μπους μόνο από μικρότερες χώρες του «άξονα του κακού». Από το Μόναχο ξεκίνησε μια συνεχής ανταλλαγή επιθετικών έως απειλητικών δηλώσεων μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ, με την αμερικανική πλευρά να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, να μην είναι καθόλου πειστική και να μην κρύβει την ανησυχία της.
Μια προσεκτική ανάγνωση των ρωσικών δηλώσεων θα διεπίστωνε ότι δεν πρόκειται για μια γενική επίθεση στο δυτικό (ή τον καπιταλιστικό) κόσμο, παρότι η ρητορική θυμίζει εποχές Σοβ. Ένωσης. Αντιθέτως, πρόκειται για ένα άνοιγμα προς τις δυνάμεις εκείνες μέσα στις ΗΠΑ, την Ε.Ε. και όλο τον κόσμο που δυσφορούν με την πολιτική Μπους. Γι’ αυτό ανέφερε απόσπασμα ομιλίας του Ρούζβελτ («όταν η ειρήνη διαταραχθεί σε ένα σημείο του πλανήτη, κάθε χώρα βρίσκεται σε κίνδυνο») και προειδοποίησε ότι η πολιτική Μπους «καταστρέφει τον ηγεμόνα εκ των έσω». Πιθανότατα προσπαθεί, πιο συγκεκριμένα, να επηρεάσει τις διαδικασίες ανάδειξης του νέου Προέδρου των ΗΠΑ, που μόλις τώρα ξεκινούν.

Αλλαγή ισορροπιών

Είναι προφανές ότι η σκλήρυνση της Ρωσίας σχετίζεται με την απόφαση των ΗΠΑ να εγκαταστήσουν πυραύλους στην Πολωνία και την Τσεχία, όμως ταυτόχρονα εκφράζει μια αλλαγή πολιτικών ισορροπιών.
Α) Ο Πούτιν και η πολιτική του απολαμβάνουν μιας ευρείας αποδοχής από το ρωσικό λαό, παρά το συγκεντρωτικό χαρακτήρα του καθεστώτος [το οποίο δε σκοπεύουμε να κρίνουμε στο άρθρο αυτό]. Το σύστημα δυνάμεων που εκφράζει ο Πούτιν αισθάνεται τόσο ασφαλές και ισχυρό, ώστε δεν μπήκε στον πειρασμό να αναθεωρήσει το Σύνταγμα, για να επιτραπεί άλλη μια θητεία στο Ρώσο Πρόεδρο. Αντιθέτως, ο Μπους βρίσκεται στο ναδίρ της δημοτικότητάς του και βάλλεται πανταχόθεν, ακόμη και μέσα από τις ΗΠΑ.
Β) Ενώ οι ΗΠΑ είναι η πλέον χρεωμένη χώρα στον κόσμο, με όλους τους κινδύνους δυσάρεστων εκπλήξεων, η Ρωσία κατάφερε να εξοφλήσει πριν τη διορία τους τα τεράστια χρέη που άφησε ο Γέλτσιν. Το ΑΕΠ επανήλθε στο επίπεδο του 1990, μετά τον κατήφορο της εποχής Γέλτσιν.
Γ) Ο Μπους έχει βαλτώσει στο Ιράκ και το Αφγανιστάν (αν επιχειρήσει επίθεση και στο Ιράν, θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο τη θέση του), ενώ ο Πούτιν «έλυσε» το τσετσενικό, δεν έχει τόση ανάγκη σύμπλευσης στον «αγώνα κατά της τρομοκρατίας», ασκεί πλέον ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, ενισχύει τις Ένοπλες Δυνάμεις, σταθεροποίησε τις σχέσεις με τους τέως σοβιετικούς γείτονες (η κρίση με τη Λευκορωσία αποδεικνύεται προσωρινή) και επιχειρεί ανοίγματα σε χώρες αμερικανικής επιρροής (π.χ. Σαουδ. Αραβία, Κατάρ, Ιορδανία). Χάρισε, μάλιστα, τα χρέη των φτωχών χωρών προς τη Ρωσία. Εκτιμούμε ότι η ομάδα Πούτιν προχωρεί με ρεαλισμό και πρόγραμμα στην ταχεία αποκατάσταση της Ρωσίας στη θέση μιας Μεγάλης Δύναμης, με δύο βραχυπρόθεσμους στόχους:
Α) Να πάψει να στηρίζεται η ρωσική οικονομία στα κέρδη από την πώληση ακατέργαστου φυσικού πλούτου, δηλ. πετρελαίου, φυσικού αερίου και μετάλλων, η οποία σήμερα καλύπτει το 85% των εξαγωγών, και να αυξήσει την παραγωγή προϊόντων με προστιθέμενη αξία σε όλους τους κλάδους (βιομηχανία κλπ.).
Β) Να αμβλύνει περαιτέρω τις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες της ρωσικής κοινωνίας και να αντιμετωπίσει το μεγάλο δημογραφικό της πρόβλημα.

Η αδέσμευτη πολιτική

Χωρίς να παραγνωρίζουμε τη δύναμη του αμερικανικού κράτους και των αμερικανικών εταιριών, χωρίς να παρασυρόμαστε σε υπεραισιόδοξες προβλέψεις, νομίζουμε ότι αρχίζει να διαμορφώνεται ένας πολυπολικός κόσμος, με την ανάδειξη και άλλων Μεγάλων Δυνάμεων (Κίνα, Ινδία, Λ. Αμερική κ.ά.). Οι δυνατότητες για μια νέα παγκόσμια τάξη, όχι από το φόβο του αμερικανού πλανητάρχη, αλλά με βάση τις αρχές του ΟΗΕ, προβάλλουν ενισχυμένες. Ελπίζουμε αυτό να γίνει κατανοητό και στην Ελλάδα, ώστε να πάψουμε να είμαστε ο χαμένος ουραγός του οποιουδήποτε και να καρπωθούμε τα οφέλη μιας αδέσμευτης εξωτερικής πολιτικής, που φυσικά προϋποθέτει την αποχώρησή μας από το ΝΑΤΟ, την Ε.Ε. και όσους διεθνείς οργανισμούς δημιουργήθηκαν για να λειτουργούν σε βάρος των συμφερόντων των μικρότερων χωρών και όλης της ανθρωπότητας.
[Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "ΤΟ ΠΑΡΟΝ" της 4/3/07]

Η κρίση στον χώρο της Παιδείας και ειδικότερα της εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι γεγονός πανθομολογούμενο. Τα προβλήματα της πρωτοβάθμιας διεφάνησαν με αφορμή τη μακρόχρονη απεργία των λειτουργών της. Αυτά της δευτεροβάθμιας συμποσούνται στην έλλειψη ενιαίου οράματος, άρα και σχεδιασμού, και στη μοναδική, σχεδόν, στόχευση στην εισαγωγή των μαθητών σε σχολές της τριτοβάθμιας. Όσο γι' αυτήν, όλοι μας είμαστε μάρτυρες μιας άνευ προηγουμένου αναστάτωσης που περιληπτικά συγκεκριμενοποιείται στην αντίθεση των περισσότερων διδασκόντων και των φοιτητών στο άρθρο 16 και στο ζήτημα της αμφισβήτησης του πανεπιστημιακού ασύλου.
Φυσικά, τα προβλήματα της εκπαίδευσης (για την ευρύτερη Παιδεία ούτε λόγος...) είναι πολύ περισσότερα και βαθύτερα. Και με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα πολλοί πιστεύουν ότι, επιτέλους, άρχισε ή, έστω, θα αρχίσει σύντομα να διατυπώνεται πλούσιος προβληματισμός και ότι θα
οδηγηθούμε έτσι σε κάποιες λύσεις. Αποψη μάλλον αδικαιολόγητα αισιόδοξη, αν λάβουμε υπόψη τον «διάλογο» που υποτίθεται ότι διεξήχθη και αυτούς που, υποτίθεται, έλαβαν μέρος. Και αυτό, διότι το μέγα ερώτημα είναι ποιοι θα συνομιλήσουν ή ποιοι θα προτείνουν λύσεις;
Ως το κατεξοχήν εθνικό θέμα θα έπρεπε να απασχολεί σοβαρά τα κόμματα, ιδιαίτερα αυτά που με τους κατάλληλους χειρισμούς μονοπωλούν την κυβερνητική εξουσία. Τα απασχολεί όμως; Η ΝΔ δηλώνει ότι προχωρεί στις «αναγκαίες» μεταρρυθμίσεις. Και το μόνο της επίτευγμα είναι η θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής διδασκαλίας της... τουρκικής γλώσσας και η κλιμακούμενη αποδυνάμωση της δημόσιας δωρεάν Παιδείας. Το ΠΑΣΟΚ υπόσχεται ανάλογους εκσυγχρονισμούς, που ελησμόνησε να τους εκδιπλώσει όσο βρισκόταν στην εξουσία. Και ως πρώτο δείγμα, σημαίνον στέλεχος της γεωργακικής του περιόδου συμμετέχει στο πόνημα περί νέας οπτικής για την ιστορία των Βαλκανίων,
σύμφωνα με τις προδιαγραφές των υπουργείων Εξωτερικών των ΗΠΑ, Αγγλίας κ.λπ., καθώς και του διαβόητου Σόρος! Και μόνο το ότι πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας είναι ο εκλεκτός και των δύο κ. Βερέμης αρκεί να καταδείξει τι μπορούμε να περιμένουμε απ' αυτά τα κόμματα.
Θα μπορούσε κάποιος να ελπίζει στις προτάσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας... Το μεγαλυτερο μέρος όμως των διδασκόντων έχει άλλα ενδιαφέροντα: θέσεις, θεσούλες, κομματική ευαρέσκεια, βολικές διασυνδέσεις και, κυρίως, συμμετοχή στα καρποφόρα ευρωπαϊκά «προγράμματα». Όσο για τους φοιτητές, δεν μπορούμε να έχουμε την απαίτηση να προτείνουν σοβαρές λύσεις υπό τις παρούσες συνθήκες (ανυπαρξία ΕΦΕΕ και πραγματικών φοιτητικών συλλόγων, κομματικές παρατάξεις, αποχή της μεγάλης πλειονότητας των φοιτητών κ.λπ.). Τουλάχιστον όμως θέτουν το πρόβλημα.
Θα μπορούσαν, ως εκ της θέσεως και των γνώσεών τους, να αποτελούν
αξιόπιστη πηγή προτάσεων οι εκπαιδευτικοί της μέσης και δημοτικής βαθμίδας. «Κατόρθωσε όμως η Πολιτεία να τους έχει εξουθενώσει τόσο, οικονομικά και κοινωνικά, ώστε έχοντας χάσει, σχεδόν, την αυτοεκτίμησή τους, να περιορίζονται μόνο στον αγώνα για την επιβίωσή τους».
Μήπως θα μπορούσαν οι «διανοούμενοι»; Είναι τόσο διαφορετικών αποκλίσεων οι πάτρωνες των περισσότερων, ώστε, προκειμένου να αποφύγουμε τον θόρυβο της Βαβέλ, ας τους αγνοήσουμε, μέχρι να υψώσουν το ανάστημά τους οι πραγματικοί που τώρα δε διαθέτουν βήμα φωνής, τουλάχιστον αποτελεσματικό.
Δεν εξαντλείται στα παραπάνω ο κατάλογος. Αρκούν όμως για να φανεί ότι ούτε διάλογος μπορεί να διεξαχθεί με τα σημερινά δεδομένα ούτε, πολύ περισσότερο, να οδηγήσει οε κάποια, έστω μίνιμουμ αποτελέσματα.
Ας υποθέταμε, όμως, ότι παρά ταύτα όλοι θα υπερέβαιναν εαυτούς και θα κατέληγαν οε λύσεις σύμφωνες με τις μύχιες ελπίδες και ευχές όσων
γνήσια αγωνιούν. Τι θα γινόταν; Θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν και να καρπίσουν μέσα σε μια κοινωνία όπου τα πάντα είναι διαλυμένα, όπου κυριαρχεί η διαφθορά και η αδιαφορία για τα πάντα, εκτός από την «τσέπη»; Πόσο θα άντεχε μια τέτοια όαση στην έρημο της κοινωνίας μας;
Δεν γίνεται, λοιπόν, τίποτα; Όχι, βέβαια. Μπορούμε να κάνουμε πολλά, υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι τα επιμέρους, ακόμη και τα σπουδαιότερα, μπορούν να βελτιωθούν, όταν η προσπάθεια στοχεύει σε όλα τα πεδία της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής. Όταν δυνάμεις της κοινωνίας, που τώρα δύσκολα μπορούν να ακουστούν, αποτινάξουν τους πάτρωνες και προστάτες και τους εδώ μηχανισμούς τους και επιχειρήσουν συνολική αναβάθμιση της κοινωνίας μας όπως αναλυτικότερα έχουμε γράψει στο «ΠΑΡΟΝ». Αλλιώς θα πηγαίνουμε από το κακό στο χειρότερο.
Μέσα στα πλαίσια της ανάδειξης της Τουρκίας σε χωροφύλακα της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου και της καθιέρωσής της ως επικυρίαρχης δύναμης, από υπερατλαντικά συμφέροντα και ευρωπαϊκές ξεπεσμένες αυτοκρατορίες, παρακολουθούμε τον τελευταίο καιρό μια κλιμακούμενη κρίση και ανοιχτές απειλές από την Τουρκία εναντίον των κυριαρχικών δικαιωμάτων ενός κράτους (μέλους της ΕΕ!), της Κύπρου, και όχι μόνο. Ο Λίβανος, η Συρία, η Αίγυπτος και η Ελλάδα είναι αποδέκτες ανάλογων αξιώσεων, παρατηρήσεων και τσαμπουκάδων, με αφορμή τα κοιτάσματα πετρελαίου, που ανακάλυψαν δύο νορβηγικές εταιρίες στο θαλάσσιο χώρο μεταξύ Κύπρου – Λιβάνου – Αιγύπτου.

Παραλογισμός και θρασύτητα

Με ανακοίνωσή του το Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας επισημαίνει ότι: «Η Ελληνοκυπριακή διοίκηση(!!!), που δεν ελέγχει όλο το νησί, δημιουργεί τετελεσμένα στα κράτη της Αν. Μεσογείου, με αποτέλεσμα να απειλούνται η ειρήνη και η σταθερότητα τόσο στο νησί, όσο και σ΄ όλη την περιοχή». Συνεχίζοντας, απευθύνεται στις εταιρίες που πιθανόν να συνάψουν συμφωνίες με νουθεσίες, όπως «να κινηθούν με σωφροσύνη, να δώσουν προσοχή στην ευαισθησία του προβλήματος και να μην επιφέρουν ζημιά στις προσπάθειες για λύση του Κυπριακού στα πλαίσια του ΟΗΕ. Επικαλείται τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων, πιέζει για διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους, ώστε να διαγραφούν η κατοχή και τα τετελεσμένα γεγονότα από το 1974 και να μπορεί να διεκδικεί δικαιώματα στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα, να παρεμβάλλει εμπόδια στον έλεγχο του εναέριου χώρου υπεράνω της κατεχόμενης Κύπρου και όχι μόνο και να αξιώνει λόγο στην ελεύθερη Κύπρο, την οποία δεν αναγνωρίζει και προσπαθεί με κάθε τρόπο να καταλύσει!!
Την ίδια στιγμή ανακοινώνει μέσω ΜΜΕ ότι αρχίζουν έρευνες για κοιτάσματα πετρελαίου στα δυτικά της Κύπρου μέχρι την Αίγυπτο και στην περιοχή της Ίμβρου.
Ταυτόχρονα πιέζει όλα τα κράτη της Αν. Μεσογείου να μην προχωρήσουν σε οριοθέτηση θαλασσίων αποκλειστικών οικονομικών ζωνών και στην εκμετάλλευσή τους. Στην Ελλάδα εκτός από τις γκρίζες ζώνες, το casus belli , την απαίτηση να μην έχουν τα νησιά υφαλοκρηπίδα, τις συνεχείς παραβιάσεις του εναέριου χώρου και την πρόσφατη απαίτηση της αποστρατικοποίησης του ’η Στράτη!!, με κάθε ευκαιρία προσπαθεί να επιβάλει, (και πολλές φορές το καταφέρνει, δυστυχώς ), τις παράνομες και εξοργιστικές αξιώσεις της , όπως πέρυσι το Μάιο, οπότε (μετά τουρκικές αντιδράσεις) ματαιώθηκε πρόγραμμα σεισμικών ερευνών του γερμανικού πλοίου «Ποσειδών» στα βόρεια παράλια της Κρήτης!!
Υποτονική η Αθήνα

Σ’ όλη αυτή την έντονη προσπάθεια επιβολής η Αθήνα παραμένει ύποπτα ψύχραιμη και αναιμική στις δηλώσεις και τις ενέργειές της. Με γενικόλογες διαπιστώσεις όπως: «Οι διεθνείς συμβάσεις πρέπει να γίνονται σεβαστές» και «Η ελληνική πολιτεία ξέρει να προασπίζεται τα εθνικά συμφέροντα», απαντά στην τουρκική επιθετικότητα. Μέσα στα πλαίσια της έξωθεν επιβαλλόμενης άποψης ότι όσο συνεχίζεται κανονικά η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας δεν πρόκειται να φτάσουν τα πράγματα σε επικίνδυνο σημείο και τα σαλιαρίσματα της ελληνοτουρκικής φιλίας με τα ζεϊμπέκικα και τις κουμπαριές, η τουρκική εξωτερική πολιτική επιχειρεί πλήρη ανατροπή των ισορροπιών, του διεθνούς δικαίου αλλά και της κοινής λογικής.

Θαρραλέα η Λευκωσία

Η Κυπριακή Κυβέρνηση, δυστυχώς χωρίς τη στήριξη της αντίστοιχης Ελληνικής, χάρη στη σταθερή και ψύχραιμη αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας από τον Πρόεδρο Παπαδόπουλο, προχωρεί στις απαιτούμενες συμφωνίες και προκηρύξεις διαγωνισμών. Εκτός από τους Τούρκους, έχει να αντιμετωπίσει και Κύπριους ελληνόφωνους πολιτικούς και το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών (Ντόρα) και το Γιωργάκη που πιέζουν για ενδοτικότητα και υποταγή. Όμως η σταθερή στάση της Κυπριακής Κυβέρνησης ανάγκασε ακόμη και τον αμερικανό Πρέσβη στην Κύπρο (προφανώς για να διεκδικήσουν και οι αμερικανικές εταιρίες μερίδιο από την εκμετάλλευση των κυπριακών πετρελαίων) να υπερασπίζεται τα δικαιώματα της Κύπρου.
Και τώρα με αιφνίδια ενέργεια εκπληκτικής αποτελεσματικότητας και ταχύτητας η Κυπριακή Κυβέρνηση κατεδάφισε το οδόφραγμα της οδού Λήδρας, κάτι που ανάγκασε Ε.Ε. και ΟΗΕ να τη χαιρετήσουν με “ενθουσιασμό”.
Η Ελλάδα άλλη μια φορά βρίσκεται μπροστά σε καταστάσεις που απαιτούν αποφασιστικότητα, εθνική συνείδηση και φρόνημα. Οι περισσότεροι πολιτικοί μας έχουν πολλάκις και πρόσφατα αποδείξει ότι δε διαθέτουν. Όμως πιστεύουμε ότι αποθέματα διαθέτει ο ελληνικός λαός, παρά τη συστηματική προσπάθεια που γίνεται για την αλλοτρίωσή του.
Οι ΗΠΑ πίστευαν ότι θα ήταν σχετικά εύκολη υπόθεση να περάσουν τα σχέδια τους στα Βαλκάνια. Επιδιώκουν, και το έχουν καταφέρει ως ένα σημείο, να δημιουργήσουν ένα τόξο-ανάχωμα απέναντι στη Ρωσία, με Βουλγαρία – Σκόπια – Κόσοβο – Μαυροβούνιο και, βέβαια, την Αλβανία. Ελπίζουν ότι, μετά την επίθεσή τους, πέτυχαν να αποδυναμώσουν τη Σερβία για αρκετά χρόνια και να προωθήσουν «δικά τους» πρόσωπα στη σερβική εξουσία.
Στο πλαίσιο αυτών των σχεδίων προωθούν την ανεξαρτησία του Κοσόβου, όπου η πλειονότητα των κατοίκων, εκτός της βορειοανατολικής ζώνης του, είναι Αλβανόφωνοι. Ανιστόρητοι, όμως, όπως είναι, δε λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι για τους Σέρβους το Κόσοβο αποτελεί το εθνικό μας λίκνο, απ’ όπου διώχτηκαν από τους Οθωμανούς και όπου εγκαταστάθηκαν επήλυδες Αλβανοί, για να επωφελούνται στη λεία και τα εκκενούμενα εδάφη.
Τα τελευταία 2 χρόνια οι Αμερικάνοι και τα όργανά τους στην περιοχή (και στην Ελλάδα...) διέδιδαν ότι η ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου από τη Σερβία, που τώρα, μετά τους άγριους βομβαρδισμούς, βρίσκεται υπό νατοϊκή διοίκηση, ήταν ζήτημα ημερών. Συνέχεαν, όμως, τις επιθυμίες τους με την πραγματικότητα, που είναι εντελώς διαφορετική. Έτσι, ενώ, υποτίθεται, συνεχίζονταν οι συζητήσεις ανάμεσα στους Σέρβους και Αλβανοκοσοβίτες στη Βιένη, παρουσίασαν ένα σχέδιο, τάχατες, του ΟΗΕ, αυτό του Αχτισάαρι, και καταμετρούσαν τις αντιδράσεις.
Το σχέδιο αυτό, που προβλέπει ανεξαρτησία υπό όρους, δε γίνεται δεκτό από κανένα, εκτός από τις ΗΠΑ. Οι Σέρβοι το απορρίπτουν, ακόμη και τα δυτικόστροφα κόμματα. Το ίδιο και οι περισσότεροι των αλβανόφωνων, που πίστευαν ότι οι Αμερικάνοι τους είχαν εξασφαλίσει πλήρη ανεξαρτησία. Η Ε.Ε. είναι διστακτική, με την Αυστρία μάλιστα να αντιτίθεται ανοικτά. Και οι Ρώσοι δηλώνουν ότι, αν εφαρμοστεί ένα τέτοιο σχέδιο στο Κόσοβο, θα προωθήσουν κι εκείνοι την «ανεξαρτησία» της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας από το αμερικανικό προτεκτοράτο της Γεωργίας στον Καύκασο και αφήνουν να εννοηθεί ότι θα ευνοούσαν την απόσχιση του βορειοανατολικού Κόσοβου, που θα ενωνόταν με τη Σερβία.
Δεν φαίνεται να ευοδούνται, λοιπόν, τα αμερικανικά σχέδια, τουλάχιστον για την ώρα και κάτι τέτοιο θα ήταν ευοίωνο για την αποτυχία και των άλλων «σχεδίων» τους, που θα μετέτρεπαν τα Βαλκάνια ολόκληρα σε ένα αμερικανικό προτεκτοράτο, με απροσμέτρητες αρνητικές εξελίξεις για όλους μας.
Όσο για τις ελληνικές «αντιδράσεις», δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε τίποτα θετικό, όταν στο Υπ. Εξωτερικών ευρίσκεται η θυγατέρα του Μητσοτάκη, που το μόνο που την ενδιαφέρει είναι να εξασφαλίσει το αμερικανικό χρίσμα για πρωθυπουργία στη χώρα μας έναντι πάσης θυσίας, σε βάρος φυσικά της Ελλάδας. Και ο κίνδυνος γίνεται ακόμη μεγαλύτερος, αν, παραμένει στην αρχηγία του ΠΑΣΟΚ ο Γιωργάκης...


ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Α.Σ.Κ.Ε.)