Οι κακοί δάσκαλοι «ήθους» (!) της μεταπολίτευσης
Πολλοί έχουν μείνει άναυδοι με την πρωτοφανή ευκολία που οι παράγοντες του ΣΥΡΙΖΑ καταπατούν κάθε προεκλογική τους εξαγγελία, δικαιολογούν κάθε τους ξεδιάντροπη πράξη και πρακτική σαν αναγκαία ή δικαιωματική, και επιπλέον λοιδορούν και χλευάζουν όποιον διαμαρτύρεται. Θα έπρεπε, όμως, να εκπλησσόμαστε; Ας δούμε, για αυτό, λίγο την ιστορία τους.
Μετά τη μεταπολίτευση επιχειρήθηκε μια μεθοδευμένη διαπαιδαγώγηση του ελληνικού λαού στη γενικευμένη ασυδοσία, την καταπάτηση κάθε κανόνα, γραπτού και άγραφου, σε συνδυασμό με τη συνειδητή, κατευθυνόμενη, προϊούσα απαξίωση της αίσθησης χρέους του πολίτη προς το κοινωνικό σύνολο. Πρώτος διδάξας ο αείμνηστος μέγας δημαγωγός ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ. Που εκμεταλλεύτηκε τη (δικαιολογημένη) ανάγκη απελευθέρωσης μετά τη δικτατορία και έριξε το σύνθημα για πλήρη ικανοποίηση κάθε αιτήματος, διάχυση της αποχαλίνωσης και ενεργοποίηση όλων των κατώτερων πολιτικών ενστίκτων του λαού. Μόνον έτσι, ο λαός, εξελισσόμενος σε άθροισμα ατόμων, θα μπορούσε να αποδεχθεί την πολιτική του. Και ο δημαγωγός τα κατάφερε.
Όμως, το ΠΑΣΟΚ, ο βασικός πολιτικός εκφραστής αυτής της τάσης, δε θα μπορούσε να πετύχει στο στόχο του, ως κυβέρνηση και εξουσία, αν δεν περιέβαλλε αυτή τη διαπαιδαγώγηση με ένα ιδεολόγημα και αν δεν συνεπικουρούνταν από μέρος της αντιπολίτευσης.
Ιδεολόγημα βρέθηκε και ήταν «η κοινωνία των δικαιωμάτων και των μειονοτήτων»!. Σε Δικαίωμα αναγορεύτηκε η επιθυμία σε κάθετι. Αρκεί κάποιος, ο οποιοσδήποτε, να ζητούσε κάτι, το ο,τιδήποτε. Το Δικαίωμα ανήχθη στο υπέρτατο ιδεολογικό τοτέμ, η διεκδίκησή του σε αυτοσκοπό και ο κάθε ένας που αντιστεκόταν σε αυτό τον εκφυλισμό σε συντηρητικό. Δικαίωμα να δουλεύουμε όσο θέλουμε, να κάνουμε διακοπές όποτε και όσο θέλουμε, να αξιολογούμαστε όποτε θέλουμε και από όποιους θέλουμε, να χτίζουμε όπου θέλουμε, να πληρώνουμε όσο φόρο και όσες εισφορές θέλουμε, να τηρούμε τις υποχρεώσεις μας όπως εμείς θέλουμε. Και επειδή πρόκειται για διαστροφή, για τάση χωρίς όριο, φτάσαμε, μετά από χρόνια διαπαιδαγώγησης, να ακούμε τον πιο απίθανο ισχυρισμό διατυπωμένο ως δικαίωμα. Και η διαστροφή αυτή παντρεύτηκε με την έτερη, αυτή της βάπτισης κάθε μικρής ή μεγάλης ομάδας ως προστατευόμενης και χρήζουσας προστασίας, την ίδια στιγμή που οι συνθήκες για την πλειονότητα επιδεινώνονταν. Δικαιώματα οι επιθυμίες των λαθρομεταναστών, δικαιώματα οι επιθυμίες των ομοφυλόφιλων, δικαιώματα οι επιθυμίες των ζωόφιλων.
Το ρόλο του αντιπολιτευόμενου επίκουρου κλήθηκε με... ειλικρινή διάθεση να παίξει η «Ανανεωτική Αριστερά» (σ.σ. ανανέωσε μάλλον τη νεοφιλελεύθερη Δεξιά παρά την Αριστερά...), μέσα από όλα τα κανάλια διαμόρφωσης γνώμης που κατέλαβε συστηματικά από το 1981 και μετά. Έτσι, από τους «διανοούμενους», τους δημοσιογράφους, τα ΜΜΕ, τις κομματικές νεολαίες, τα τελευταία χρόνια τις διάφορες ΜΚΟ, γενιές ολόκληρες στη μεταπολίτευση διαπαιδαγωγήθηκαν στο δικαίωμα και τη διεκδίκησή του. Ολόκληρη η κοινωνική και προσωπική ζωή μετατράπηκε σε κυνήγι των δικαιωμάτων, στην ουσία σε ικανοποίηση προσωπικών επιθυμιών και τελικά σε εκζήτηση. Την ίδια ώρα η έννοια των κοινωνικών υποχρεώσεων υποχωρούσε ως συντηρητική.
Τώρα, ο προηγουμένως φερόμενος ως αντιστασιακός και νυν υπηρέτης της κατοχής ΣΥΡΙΖΑ, φυσική κομματική μετεξέλιξη αυτού του χώρου, διατηρώντας στους κόλπους του τα πιο ασύδοτα και αριβίστικα στοιχεία, ασκεί την εξουσία, όπως έχει μάθει. Και είναι τουλάχιστον κωμικό ότι από τη μια προσπαθεί να χαλιναγωγήσει τώρα τις αξιώσεις των ψηφοφόρων του, μιας και ως κυβέρνηση δε σκόπευε να υλοποιήσει αυτά που υποσχόταν. Ενώ από την άλλη τα στελέχη του, συνηθισμένα στο να λένε και να κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς κόστος, επιδίδονται σε διαγωνισμό αμετροέπειας και ακρότητας, φραστικής και έμπρακτης. Ασελγώντας πάνω στην πατρίδα και στο λαό, στα πάντα, από τους φυσικούς πόρους μέχρι την παιδεία και τη νοημοσύνη μας. Δε μας κάνει εντύπωση.
Απλά να γνωρίζουν ότι το ήθος αυτό, επείσακτο, σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική παράδοση του ελληνικού λαού, αλλά σε πλήρη συμφωνία με τα ήθη της σημερινής εν παρακμή Δύσης, κάποτε, σύντομα, θα εκλείψει μαζί με τους ίδιους. Όταν ο λαός αναδείξει από μέσα του το καλά κρυμμένο ήθος του, προϊόν της μακραίωνης ιστορίας του.