ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΙΡΛΑΝΔΙΚΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ
Με μεγάλο ενδιαφέρον περιμένουμε τα αποτελέσματα του δεύτερου δημοψηφίσματος στην Ιρλανδία για την επικύρωση της Συνθήκης της Νίκαιας
Το περσινό ιρλανδικό "όχι" στη "Νίκαια" ήρθε να επιδεινώσει τις ήδη κλονισμένες σχέσεις Ιρλανδίας Ε.Ε. Τι οδήγησε στη ρήξη της Ευρώπης με το άλλοτε "καμάρι" της παγκοσμιοποίησης και των απανταχού νεοφιλελεύθερων; Ας θυμηθούμε τι έλεγε ο διοικητής της Τ.τ.Ε, Λ. Παπαδήμος, πριν από δύο χρόνια: "Αν ήταν δυνατόν να μπούμε όλοι οι Έλληνες σ' ένα λεωφορείο και να πάμε στην Ιρλανδία, θα αντλούσαμε πολλά διδάγματα για το πώς πρέπει να συμπεριφερθεί στη ζώνη του ευρώ η ελληνική οικονομία".
Αντί αυτών των εγκωμίων, σήμερα η Ιρλανδία βάλλεται διαρκώς από τους Ευρωπαίους ηγέτες και από τη γραφειοκρατία των Βρυξελών. "Αχάριστοι" και "εγωιστές" βαφτίζονται τώρα οι Ιρλανδοί, μιας και καταψήφισαν τη "Νίκαια", γιατί δε θέλουν τη διεύρυνση της Ε.Ε., δήθεν για να διατηρήσουν μόνο αυτοί τα προνόμια της ένταξης συμμετοχής.
Η επίπληξη της Ε.Ε.
Η ιστορία της διαμάχης δεν έχει βέβαια να κάνει με τη διεύρυνση αυτό ήταν ένα φτηνό σύνθημα των ευρωπαϊστών αλλά ξεκίνησε με τον προϋπολογισμό του έτους, που κατέθεσε το κυβερνών κόμμα, το Φίνε Φόιλ. Στον προϋπολογισμό αυτό δόθηκε έμφαση σε φοροαπαλλαγές της τάξης του 1,9% του ΑΕΠ και σε αυξήσεις δαπανών κατά 25%. Η αντίδραση των ευρωπαϊκών μηχανισμών ήταν άμεση. Η Επιτροπή συνέταξε την περίφημη "έντονη επίπληξη" και κάλεσε τους Ιρλανδούς να συμμορφωθούν με το γενικό πνεύμα λιτότητας, υπενθυμίζοντας σε όλους ότι οι εθνικοί προϋπολογισμοί των χωρών μελών δεν είναι πλέον δουλειά των εθνικών κυβερνήσεων.
Κάτι που δεν ακούσαμε καθόλου ήταν οι λόγοι που ανάγκασαν την ιρλανδική κυβέρνηση μια κυβέρνηση καθαρά νεοφιλελεύθερη να προβεί σε μια τέτοια πρωτοφανή κίνηση για τα δεδομένα της χώρας αυτής.
Η Ιρλανδία τη δεκαετία του '80 ήταν η φτωχότερη χώρα της τότε ΕΟΚ με το δείχτη ανεργίας γύρω στο 25%, το δημόσιο χρέος να φτάνει το 102% του ΑΕΠ, τη μεταναστευτική έξοδο να μεγαλώνει με ρυθμούς που θύμιζαν 19ο αιώνα και με ορατό τον κίνδυνο επιβολής Διεθνούς Νομαρχιακού Ελέγχου. Τούτα όλα ήταν αποτέλεσμα της παταγώδους αποτυχίας του κεϊνσιανού μοντέλου και της προβληματικής ανάπτυξης του ντόπιου κεφαλαίου κρατικού και ιδιωτικού -, που δε μπόρεσε ποτέ να ξεφύγει από μία ιδιότυπη σχέση εξάρτησης με την Αγγλία.
Τα αδιέξοδα του νεοφιλελευθερισμού
Στα τέλη της δεκαετίας του '80 η ελίτ της χώρας έπεισε την ιρλανδική κοινωνία ότι η μόνη διέξοδος από αυτό το οικονομικό και πολιτικό τέλμα ήταν η λογική της "καθαρής αγοράς". Οι συνταγές λίγο πολύ σε όλους γνωστές: αυστηρή λιτότητα, πάγωμα των μισθών, περιορισμός των εξουσιών των συνδικαλιστικών οργάνων, ελαχιστοποίηση του φόρου επιχειρήσεων, περιορισμός των δημόσιων δαπανών στο ελάχιστο (30% του ΑΕΠ) και ξήλωμα του όποιου κοινωνικού κράτους.
Μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν η Ιρλανδία γνώρισε μια τεράστια εισροή ξένου κεφαλαίου και, καθώς η χώρα μετατρεπόταν σε μια απέραντη αποθήκη μεταπώλησης ξένων τεχνολογιών, π.χ. συναρμολόγηση Η/Υ, και φαρμακευτικών προϊόντων, η οικονομία (των "αριθμών" φυσικά
) άρχισε για πρώτη φορά να ευημερεί, αγγίζοντας ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 10%. Έτσι, γεννήθηκε ο περίφημος "κελτικός τίγρης".
Πέντε χρόνια άντεξε η υπομονή των Ιρλανδών, που άκουγαν ότι η οικονομία τους μετατρεπόταν σε μια από τις πιο ισχυρές της Ευρώπης, αλλά έβλεπαν το κόστος ζωής να εκτοξεύεται σε πρωτόγνωρα ύψη, τη φτώχεια να παραμένει στα ίδια επίπεδα και τις ανισότητες να διευρύνονται συνεχώς. Μόλις δεύτερη στις κοινωνικές ανισότητες, πίσω μόνο από τις ΗΠΑ, θέλουν την Ιρλανδία τα επίσημα στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, και αυτό για όσα χρόνια διαρκεί η αλόγιστη ανάπτυξη. Τελικά η περίπτωση της Ιρλανδίας επιβεβαιώνει στο έπακρο την άποψη ότι η σύγχρονη φτώχεια γεννιέται από την "ευημερία".
Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν πριν από δύο χρόνια. Η κοινωνική και εργασιακή ειρήνη άρχισαν να απειλούνται υπό το βάρος της λαϊκής δυσαρέσκειας, των μαζικών απεργιών και της αποχής σημαντικών κλάδων από τις συλλογικές συμβάσεις. Η επιδείνωση της κατάστασης οδήγησε την τότε κυβέρνηση στο κοινωνικό άνοιγμα του προϋπολογισμού του 2001, μιας και ακολουθούσαν εκλογές τον Μάη του 2002, τις οποίες και κέρδισε το Φίνε Φόιλ.
Η σύγκρουση με τον ευρωπαϊκό μηχανισμό, που επιχείρησε να νουθετήσει τους Ιρλανδούς, ξύπνησε το άλλοτε ισχυρό δημοκρατικό αίσθημα του λαού αυτού, που ανταπάντησε με την απόρριψη της συνθήκης της Νίκαιας, παρ' όλη την υστερική προπαγάνδα του κρατικού μηχανισμού και των τεσσάρων μεγάλων κομμάτων και όλων των ΜΜΕ και όλων των συνδικάτων και όλων των εργοδοτικών οργανώσεων και της πανίσχυρης καθολικής εκκλησίας. Με την επίπληξη ξεπρόβαλε χωρίς καμιά δημοκρατική περιβολή το φάντασμα του κεντροευρωπαϊκού φεντεραλισμού και οι Ιρλανδοί, έστω και αυτοί οι λίγοι που προσήλθαν στις κάλπες και ευτυχώς για τις ελίτ που ήταν λίγοι, γιατί, αν ήταν περισσότεροι, θα ήταν και μεγαλύτερο το "όχι" άδραξαν την ευκαιρία και υπενθύμισαν σε όλους μας ότι τόσο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα όσο και το σύνολο των υπερεθνικών οργάνων κλονίζονται ακόμα και από την παραμικρή παρασπονδία, αφού γνωρίζουν πολύ καλά ότι τα σχέδιά τους αναστέλλονται, όταν οι κοινωνίες επαγρυπνούν.
Και μια τελευταία παρατήρηση: πουθενά στις συνθήκες της Ε.Ε. δεν προβλέπεται 2ο δημοψήφισμα, ακυρωτικό του 1ου. Το δικαιολόγησαν με υποχωρήσεις, όπως ότι η Ιρλανδία δε θα δεσμεύεται από καμία υποχρέωση συμμετοχής σε οργανισμούς ή συστρατεύσεις που απάδουν στη δική της παράδοση (διακήρυξη Σεβίλης). Και έτσι όμως οι φωνές του ΟΧΙ ισχυροποιούνται, οι βουλευτές των κομμάτων που αντιτάχθηκαν από 4 έγιναν 30 (!) στις εκλογές που ακολούθησαν, το αίσθημα αυτοπεποίθησης των Ιρλανδών κορυφώνεται και η (φιλοευρωπαϊκή) κυβέρνησή τους ακόμη δεν αποφάσισε την ημερομηνία του νέου δημοψηφίσματος, κάτι που προκαλεί εκνευρισμό στις Βρυξέλες!
Κατηγορία
Φύλλο 88 Σεπτεμβρίου 2002