ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ

Α.Σ.Κ.Ε.

 

 

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη απέσπασε κάποιους δημοσκοπικούς πόντους συμπάθειας στην κοινή γνώμη με τους αρχικούς χειρισμούς της στην υγειονομική κρίση και τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης στον Έβρο. Αυτή την ανοχή, αν όχι αποδοχή, της κοινής γνώμης χάνει σταδιακά με τους χειρισμούς της κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας και στα ελληνοτουρκικά. Και αν η διαχείριση της πανδημίας είναι μεν σοβαρό ζήτημα, με αντιστρεπτές συνέπειες δε, δεν ισχύει το ίδιο με το ελληνοτουρκικό μέτωπο. Και αυτό διότι, η τουρκική απειλή είναι υπαρξιακή για την Ελλάδα, η αντιμετώπιση της οποίας θα κρίνει το αν θα παραμείνει η χώρα μας εδαφικά ακέραιη τις επόμενες δεκαετίες.

 

Είναι πραγματικά δύσκολο να κατανοήσει κανείς τους χειρισμούς της κυβέρνησης τους τελευταίους δύο μήνες. Από το «είναι κόκκινη γραμμή η προσβολή της υφαλοκρηπίδας μας» περάσαμε μέσα σε δύο μήνες στην ανεκδιήγητη δήλωση Γεραπετρίτη ότι «η κόκκινη γραμμή μας είναι τα 6ν.μ.». Την ίδια ώρα το Οruc Reis έχει ερευνήσει (;) όλη την ελληνική υφαλοκρηπίδα τους τελευταίους δύο μήνες και έφτασε ήδη ακριβώς έξω από τα 6ν.μ. στο Καστελλόριζο. Χωρίς να υπάρξει επί της ουσίας καμμία κύρωση ελληνική (ας μην αναφερθούμε στην αστειότητα των ευρωπαϊκών...) προς την Τουρκία. Που σημαίνει ότι εγκαταλείπεται εν τοις πράγμασι το αναφαίρετο δικαίωμα επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12ν.μ. Ταυτόχρονα, η ελληνική κυβέρνηση, ιδιαίτερα το Μέγαρο Μαξίμου, εμφανίζεται να έχει ως «στόχο» (!) την έναρξη των περίφημων διερευνητικών, στην πράξη διαπραγματεύσεων με τον εισβολέα. Και ο πρωθυπουργός δηλώνει «ότι η Τουρκία κάνει έρευνες σε αμφισβητούμενη περιοχή». Όλα αυτά έπονται της θλιβερής εγκατάλειψης της Κύπρου και των δύο συμφωνιών με Ιταλία και Αίγυπτο, που ουσιαστικά συνιστούν υποχώρηση από την πάγια ελληνική θέση ότι τα νησιά έχουν ίσα δικαιώματα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ και ουσιαστικά παραδίδουν την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου στις τουρκικές διεκδικήσεις. Με όλα τα παραπάνω, η Ελλάδα συρρικνώνεται κάθε μέρα που περνάει. Τα παραπάνω, επαναλαμβάνουμε, είναι δύσκολο να τα κατανοήσει κανείς. Με μία όμως προϋπόθεση: ότι έχει στο νου του ότι η ελληνική κυβέρνηση υπερασπίζεται αυστηρά τα ελληνικά συμφέροντα και μόνο. Δυστυχώς, όμως, κάτι τέτοιο δε συμβαίνει και αυτό αφορά όλο το πολιτικό σύστημα και όχι μόνο την κυβέρνηση.

 

Η κυβέρνηση, μάλλον, ξεχνάει πώς έπεσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και το ρόλο της Συμφωνίας των Πρεσπών σε αυτό. Και φαίνεται ότι αδυνατεί να καταλάβει ότι η ελληνική κοινωνία έχει πια κατανοήσει τον υπαρξιακό χαρακτήρα της τουρκικής απειλής. Η στάση της κυβέρνησης, εφόσον συνεχιστεί, στα ελληνοτουρκικά είναι βέβαιο ότι θα αποτελέσει την αρχή του τέλους της. Ελπίζουμε, στο μεταξύ, να μην την πληρώσει ακριβά και ανεπανόρθωτα η ίδια η Ελλάδα.

 

Επιστρέψαμε ταχύτατα σε παλιές, εξευτελιστικές για τη χώρα μας, εποχές.

Ο πρέσβης των ΗΠΑ κ. Τζέφρι Πάιατ ενέσκηψε στην Ελλάδα, επί εποχής ακόμα Ομπάμα-Κλίντον, και λειτουργεί, συνειδητά (ελπίζουμε χωρίς την κάλυψη του νέου προέδρου και της, υπό συνεχή... ανανέωση, κυβέρνησής του) ως ταύρος εν υαλοπωλείω, υπό τα έκπληκτα βλέμματα των ιθαγενών. Κανείς δε γνωρίζει, «πού το πάει» με τον απροκάλυπτο και, εν πολλοίς, ιταμό τρόπο που εμφανίζει παντού στις επεμβάσεις του. Θυμίζουμε την προηγούμενη θητεία του στην Ουκρανία και τα αποτελέσματά της και είναι λογικό να ανησυχούμε στο ενδεχόμενο να ήρθε για να ολοκληρώσει τα έργα Σημίτη (απροκάλυπτα γερμανός, αλλά με ανοχή των ΗΠΑ)- Γιωργάκη και Τσίπρα (προ του τέλους του)...

Τα τελευταία επεισόδια της εδώ δράσης του υπερβαίνουν και τους χειρότερους φόβους μας. Μετέβη στο Πεντάγωνο (Υπουργείο Εθνικής Άμυνας) και συζήτησε, χωρίς καν την παρουσία του Υπουργού Αμυνας και του, γνωστού ως mobility = ευελιξία (!), αναπληρωτή Υπουργού, με την ηγεσία των Eλληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, άγνωστο περί τίνος, εκτός της προειδοποίησης για... επεισόδιο στο Αιγαίο. Και ως επιστέγασμα της στρατιωτικής πολυπραγμοσύνης του «προήδρευσε» στην Ανδραβίδα ελληνοαμερικανικής σύσκέψης για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπισθεί ένα τέτοιο επεισόδιο! Κύριε ελέησον!

Ελπίζοντας ότι δεν του αποκαλύπτουν οι ηγήτορες των Ενόπλων Δυνάμεων τα αμυντικά σχέδιά μας, ευχόμαστε να μην επαναληφθούν τα τραγικά συμβάντα κατά την Τουρκική εισβολή στην πολύπαθη Κύπρο...

Το σκάνδαλο Novartis έφερε στην επιφάνεια τη διαχρονικά αμαρτωλή κατάσταση στο χώρο της υγείας με ευθύνη κυβερνήσεων, κρατικών αξιωματούχων και επαγγελματιών υγείας. Το ίδιο το σκάνδαλο δε σοκάρει σε μια χώρα που η διαφθορά έχει συστημικό χαρακτήρα. Σοκάρει όμως η έκτασή του, διότι δεν αφορά μόνο την κορυφή της πολιτικής ηγεσίας ή λίγους κυβερνητικούς παράγοντες, αλλά εξαπλώνεται σε ολόκληρη επαγγελματική ομάδα. Για αυτό και έχει αξία να εξετάσουμε για ποιο λόγο, αν υπάρχει, αυτό το σκάνδαλο, όπως και κάθε σκάνδαλο φαρμάκου, έχει τόσο μεγάλη έκταση και κοινωνικό βάθος.

Η κοινωνική στρέβλωση της καταξίωσης

Η υπερβολική έκταση των σκανδάλων φαρμάκου έχει κοινωνική ρίζα. Υπάρχει επαγγελματικό υπόστρωμα για την άνθιση τέτοιων σκανδάλων στον ιατρικό χώρο. Είναι ο υπερπληθωρισμός ιατρών, αριθμός πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που δικαιολογεί το μέγεθος και ο πληθυσμός της  χώρας. Η Ελλάδα διαθέτει παγκοσμίως τη μεγαλύτερη αναλογία ιατρών στον πληθυσμό της. Είναι το αποτέλεσμα της ελληνικής μεταπολεμικής στρέβλωσης που συμπυκνώνεται στη φράση « το παιδί μου θα γίνει γιατρός, δικηγόρος ή πολιτικός μηχανικός». Είναι στην ουσία η στρέβλωση μιας καταρχήν προοδευτικής κοινωνικής μας τάσης που ωθεί τα παιδιά να σπουδάζουν και να μορφώνονται.

Έτσι, στην Ελλαδα έχουμε 7(!) ιατρικές σχολές, ενώ εκατοντάδες νέοι απόφοιτοι εισρέουν κάθε χρόνο από ιατρικές σχολές του εξωτερικού, κυρίως από αγγλόφωνα τμήματα πρώην ανατολικών χωρών (Τσεχία, Ουγγαρια, Βουλγαρία κλπ). Οι ιατροί αυτοί, στο μεγαλύτερο μέρος τους ελεύθεροι επαγγελματίες, έχουν αφιερώσει μεγάλο μέρος της ζωής τους για να σπουδάσουν και να καθιερωθούν σε ένα επάγγελμα κοινωνικά καταξιωμένο και καλά αμειβόμενο. Όταν εισέρχονται στον επαγγελματικό βίο προσπαθούν να αποσβέσουν την όποια προσωπική ή οικογενειακή επένδυσή τους. Τις τελευταίες δεκαετίες όμως ο πληθωρισμός των ιατρών έχει μειώσει το πελατολόγιο που αναλογεί στον κάθε επαγγελματία. Συνεπώς διέξοδος για αυτούς είναι η αύξηση της συνταγογράφησης, ώστε να αυξηθεί το έσοδο ανά ασθενή. Ταυτόχρονα τους κατέστησε ευεπίφορους σε «χορηγίες» φαρμακευτικών, προκειμένου τα σκευάσματά τους να τυγχάνουν προνομιακής μεταχείρισης.

Η μαζική, υπερβολική συνταγογράφηση με τη σειρά της δεν έχει συνέπειες μονο στα δημόσια οικονομικά, αλλά και στα οικονομικά του κάθε ασφαλισμένου, την ίδια ώρα που αυξάνει υπέρμετρα τα κέρδη των φαρμακευτικών. Επιπλέον, έχει τεράστια επίπτωση στην υγεία με μακροπρόθεσμες συνέπειες. Το βλέπουμε στις επιπτώσεις από την υπερβολική χρήση αντιβιοτικών.

Η ανάγκη κοινωνικών προτεραιοτήτων αλλαγής προτύπου

Το πρόβλημα αυτό φέρνει στην επιφάνεια την ανάγκη του κοινωνικού προγραμματισμού. Την οργάνωση και διοίκηση της πολιτείας και κοινωνίας όχι απλά με όρους εξυπηρέτησης ατομικών αναγκών, επιθυμιών και φιλοδοξιών αλλά με όρους κοινωνικών προτεραιοτήτων. Πόσοι ιατροί ή δικηγόροι μας χρειάζονται; Πόσους μπορεί να απορροφήσει ομαλά η οικονομία και κοινωνία μας; Και κυρίως το πρόβλημα αυτό αναδεικνύει την ανάγκη για προβολή ενός άλλου επαγγελματικού προτύπου, που δε θα έχει στο επίκεντρό του τη μεγιστοποίηση του κέρδους από την όποια δραστηριότητα, ανεξαρτήτως συνεπειών στην κοινωνία και δημόσια οικονομία. Όμως αυτή είναι μια κουβέντα που αφορά ηγεσία με πραγματικό ενδιαφέρον για το μέλλον του τόπου και κοινωνία με ένστικτο αυτοσυντήρησης. Όλες οι ηγεσίες των τελευταίων δεκαετιών ενδιαφέρονται περισσότερο για τη δική τους μακροημέρευση, που περνά κυρίως μέσα από την επιτυχή πρακτόρευση και αντιπροσώπευση εξωχώριων συμφερόντων. Η δε κοινωνία μας δείχνει δυστυχώς να έχει απωλέσει εν πολλοίς το ένστικτο αυτοσυντήρησης. Ας ελπίσουμε ότι αυτό τουλάχιστον δεν είναι αμετάκλητο.

 

Η συστημικότητα των σκανδάλων φαρμάκου.

Ξέσπασε σε παγκόσμια κλίμακα εδώ και αρκετούς μήνες το σκάνδαλο Novartis. Το σκάνδαλο δεν άργησε να χτυπήσει και την πόρτα μας, καθώς η εταιρεία έχει πολύ ισχυρή παρουσία στην ελληνική αγορά. Η εμπειρία έχει δείξει ότι εταιρείες που εφαρμόζουν παράνομες πρακτικές χειραγώγησης τιμών και αγοράς στην Ελλάδα έχουν να επιδείξουν αξιοζήλευτες επιδόσεις.  Προφανώς, το σκάνδαλο δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ. Όλος ο ιατρικός κόσμος γνωρίζει εδώ και δεκαετίες τις πρακτικές όλων των μεγάλων πολυεθνικών φαρμακευτικών εταιρειών ανά τον κόσμο. Η πολιτική όψη του σκανδάλου είναι βεβαιώς το πρώτο, απαραίτητο επίπεδο εξέτασης, σίγουρα αυτό με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στα δημόσια πράγματα. Υποβαθμίζεται, όμως, εδώ το συνολικό κοινωνικό αποτύπωμα του σκανδάλου, η συνολική πληγή που αφήνει πίσω του στο κοινωνικό σώμα. Αυτή είναι η ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου σκανδάλου, όπως και κάθε μεγάλου σκανδάλου φαρμάκου.

 

Η ιδιαιτερότητα των σκανδάλων φαρμάκου

            Εδώ δεν εστιάζουμε στην πολιτική ουσία του σκανδάλου με την στενή έννοια του όρου. Το ποιοι πολιτικοί ενεπλάκησαν ή χρηματίστηκαν μένει να αποδειχθεί, αν ποτέ αποδειχθεί. Οι εξελίξεις δεν επιτρέπουν ιδιαίτερη αισιοδοξία. Οι χειρισμοί που έγιναν από την κυβέρνηση περισσότερο στόχο είχαν την πολιτική της επιβίωση μέσα στη δύσκολη συγκυρία των συλλαλητηρίων και λιγότερο τη διαλεύκανση της υπόθεσης. Ο μεγάλος κίνδυνος από τον κυβερνητικό χειρισμό είναι η εκ νέου απαξίωση της δικαιοσύνης και το ξέπλυμα του ίδιου του σκανδάλου. Διότι σκάνδαλο υπάρχει, είναι διαχρονικό και τεραστίων διαστάσεων.

Αυτή είναι, όμως, η μία πλευρά του σκανδάλου, η στενά πολιτική και πολυσυζητημένη. Η άλλη είναι η ευρύτερα πολιτική με την έννοια ότι δεν εμπλέκει κατ’ ανάγκη ευθέως ανώτερους κρατικούς αξιωματούχους, αλλά ένα πολύ μεγάλο πλήθος παραγόντων και λειτουργών υγείας. Κι αυτό είναι που διαφοροποιεί ποιοτικά το συγκεκριμένο σκάνδαλο, όπως και όλα τα ανάλογα σκάνδαλα φαρμάκου, από όλα τα υπόλοιπα. Είναι η συστημικότητά του. Το γεγονός δηλαδή ότι εμπλέκει ένα τεράστιο μέρος μιας μεγάλης επαγγελματικής ομάδας, των ιατρών. Ότι διαχέει τη διαφθορά μέσα στην κοινωνία. Και ότι τα τελικά του αποτελέσματα προβάλλονται άμεσα σε όλη την κοινωνία, αφού επηρεάζει άμεσα την υγεία της και τα οικονομικά της. Και αυτό είναι που καθιστά το κοινωνικό φορτίο του σκανδάλου ιδιαίτερα βαρύ.

Το αμαρτωλό τετράγωνο

Εδώ και δεκαετίες στο χώρο του φαρμάκου υπάρχει ένα αμαρτωλό τετράγωνο: φαρμακευτικές εταιρείες, εταιρείες ιατρικών συνεδρίων, επιστημονικές ιατρικές εταιρείες και ιατροί. Είναι κάτι ανάλογο με το αμαρτωλό τρίγωνο των δημόσιων έργων, που περιλαμβάνει δημόσιους προμηθευτές, πολιτικούς και ΜΜΕ. Επί χρόνια χιλιάδες ιατροί όλων σχεδόν των ειδικότήτων χρηματίζονται από τις φαρμακευτικές, είτε άμεσα με απευθείας χρηματισμό είτε, κυρίως, έμμεσα με δωράκια για συμμετοχή σε συνέδρια, διακοπές, αγορές εξοπλισμού ιατρείου. Ο ρόλος των εταιρειών ιατρικών συνεδρίων είναι κομβικός. Δέχονται υπό συγκεκαλυμμένη μορφή χορηγίας ουσιαστικά μεγάλο μέρος των συνδρομών των συνέδρων από τις ίδιες τις φαρμακευτικές. Τα τελευταία χρόνια υπήρξε προσπάθεια για περιορισμό αυτών των συνεδριακών χορηγιών, αλλά ήταν μάλλον με αστερίσκους και «παράθυρα», που άφηναν περιθώρια δράσης. Ακόμα πιο κομβικός είναι ο ρόλος των επιστημονικών ιατρικών εταιρειών υπό την αιγίδα των οποίων διεξάγονται τα όποια συνέδρια. Δεν είναι μόνο ότι καλύπτουν τις όποιες «χορηγίες» σε ιατρούς – μέλη τους. Αλλά κυρίως ότι εξέχοντα μέλη των διοικητικών τους συμβουλίων, συνήθως επιφανείς ιατροί και καθηγητές ιατρικής, διαμορφωτές γνώμης στον ιατρικό χώρο, αναλαμβάνουν το ρόλο του «πρεσβευτή» σκευασμάτων στα μέλη των επιστημονικών εταιρειών που διοικούν, ώστε αυτά τα σκευάσματα να τύχουν προνομιακής μεταχείρισης. Οι ιατροί, σε ανταπόδοση, συνταγογραφούν μαζικά συγκεκριμένα σκευάσματα των χορηγών τους, ακόμα και αν αυτά είναι πολύ πιο ακριβά από άλλα εξίσου αποτελεσματικά.

Η μαζική συνταγογράφηση και τα υπερκέρδη των φαρμακευτικών εταιρειών δεν έχουν μόνο επιπτώσεις στα δημόσια οικονομικά και στα οικονομικά όλων των ασφαλισμένων, αλλά και στη δημόσια υγεία. Και, ακόμα, απαξιώνουν το κορυφαίο επάγγελμα, το ιατρικό, και χιλιάδες ιατρών αμέτοχων σε αυτή την αμαρτωλή σχέση, που τίμια και με πλήρη επαγγελματική συνείδηση επιτελούν το λειτούργημά τους. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι τελικά δεν πρόκειται για σκάνδαλο που αφορά λίγους κυβερνητικούς αξιωματούχους και απλά διασπάθιση δημοσίου χρήματος. Είναι σκάνδαλο που αφορά ολόκληρη, πολυπληθή επαγγελματική ομάδα και την επαγγελματική της υπόληψη, με αποτελέσματα που διαχέονται άμεσα σε όλη την κοινωνία. Πρόκειται δηλαδή για τη χαρακτηριστικότερη ίσως περίπτωση διάχυσης διαφθοράς στο κοινωνικό σώμα. Κι αυτή είναι η πιο βαθιά συνέπεια του συγκεκριμένου σκανδάλου που δεν πρέπει να ξεχνάμε.

Η πρόθεση της όποιας εξουσίας (εκτελεστικής, νομοθετικής, δικαστικής, Τύπου) να σπάσει το αποστημα δε θα φανεί μόνο από το πώς θα χειριστεί το στενά πολιτικό μέρος του σκανδάλου, αλλά και το ευρύτερο.

Το φάρμακο και συνολικά η υγεία είναι κοινωνικό αγαθό. Αυτό σημαίνει ότι μια χώρα  που ενδιαφέρεται για τους πολίτες της θα πρέπει να διαμορφώσει δομές τέτοιες, ώστε το φαρμακό και οι υπηρεσίες υγείας να μη λειτουργούν με τους κανόνες της «ελευθερης» (δηλ. ασύδοτης) αγοράς, που εκτρέφει όλα αυτά τα φαινόμενα. 

 

 

Επτά βουλευτές από τη συμπολίτευση (ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ) και το Ποτάμι κατέθεσαν τροπολογία για την τροποποίηση εκ νέου της νομικής μορφής και του τρόπου διοίκησης του ιερού ιδρύματος του ναού Ευαγγελίστριας Τήνου («Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελίστριας Τήνου»), που είχε αλλάξει με το νόμο 4301/2014. Ο υπουργός Γαβρόγλου αποδέχθηκε την τροπολογία, που είχε απορρίψει κατόπιν επέμβασης της Εκκλησίας παλιότερα ο Φίλης. Η υιοθέτηση της τροπολογίας έγινε χωρίς να έχει υπάρξει η παραμικρή διαβούλευση με την Εκκλησία και κατόπιν πιέσεων τοπικών βουλευτών και παραγόντων της τοπικής αυτοδιοίκησης του ΣΥΡΙΖΑ. Η Ιερά Σύνοδος αντέδρασε έντονα και εξέδωσε οργισμένη ανακοίνωση.

Πέρα από την όποια ουσία του θέματος, το λιγότερο που έχουμε να πούμε είναι ότι θα προκαλούσε τουλάχιστον εντύπωση πολιτικοί (χώροι) που υποτίθεται είναι αναφανδόν υπέρ του χωρισμού Κράτους - Εκκλησίας να επιχειρούν να επέμβουν τόσο απροκάλυπτα στο εσωτερικό της Εκκλησίας, χωρίς μάλιστα προηγούμενη διαβούλευση μαζί της. Διερωτώμαστε εύλογα μήπως η προκλητική αυτή ενέργεια συνδέεται με την τελική απόφαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας να συμπαραταχθεί με τον Ελληνικό Λαό στα συλλαλητήρια εθνικής ανάτασης ...

Η ουσία του Μακεδονικού και της λύσης του

Η δέουσα στάση απέναντι σε ένα πολιτικό πρόβλημα εξαρτάται πρωτίστως από την πλήρη αναγνώριση της διάστασης και ουσίας του προβλήματος. Με αφορμή την κρίση στο Μακεδονικό, για άλλη μια φορά αποδεικνύεται ότι στην Ελλάδα συνεχώς παριστάνουμε ότι αγνοούμε την ουσία των προβλημάτων. Όπως στο Κυπριακό ξεχνάμε ότι είναι βασικά πρόβλημα εισβολής και κατοχής, έτσι και στο Μακεδονικό ξεχνάμε ότι είναι πρόβλημα ιστορικής και πολιτισμικής κλοπής και κατ’ επέκταση αστήρικτου αλυτρωτισμού - επεκτατισμού.

Το πρόβλημα δεν είναι γεωγραφικό

Λέγεται συχνά ότι το γειτονικό κράτος ανήκει στη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας και συνεπώς έχει δικαίωμα στη χρήση του όρου Μακεδονία με γεωγραφικό ή άλλο προσδιορισμό. Αγνοείται ότι μόνο ένα μικρό, νότιο κομμάτι του γειτονικού κράτους ανήκει στο γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας. Ούτε καν η πρωτεύουσά του δε βρίσκεται σε αυτό το κομμάτι. Η άποψη αυτή θα ήταν έστω λογικοφανής, μόνο αν όλη η επικράτειά του κράτους ανήκε στο γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας. Όμως ακόμα κι αν ίσχυε αυτό, το πρόβλημα δεν είναι γεωγραφικό. Οι Σκοπιανοί δεν προσδίδουν στον όρο Μακεδονία γεωγραφική ή χρονική σημασία, ούτε τον χρειάζονται για γεωγραφικούς λόγους.

Η διεκδίκηση του συνόλου της μακεδονικής κληρονομιάς

Οι Σκοπιανοί ανοιχτά παραδέχονται ότι αυτό που διεκδικούν είναι αρχικά η ιστορική μακεδονική κληρονομιά και όχι ο χώρος. Γιατί η διεκδίκηση της κληρονομιάς τους είναι απαραίτητη, όχι απλά για να διεκδικήσουν εδάφη αλλά, για να σταθούν ιδεολογικά ως έθνος. Η διεκδίκηση εδαφών έπεται ως άμεση συνέπεια του εθνικού σφετερισμού.

Διεκδικούν τη μακεδονική πολιτισμική κληρονομιά, που είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής. Μακεδονική ιστορία και κληρονομιά είναι μόνο μία. Άρα, εκείνοι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως απόγονοι των Μακεδόνων και της μακεδονικής κληρονομιάς, διεκδικούν όχι απλώς μέρος αυτής, αλλά το σύνολό της. Για αυτό και οι εδαφικές – ανεδαφικές διεκδικήσεις τους αφορούν το σύνολο του γεωγραφικού χώρου της Μακεδονίας.

Συνεπώς, με δεδομένη την πολιτική των Σκοπίων, η θεωρία της σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό ή άλλο προσδιορισμό, ως τίμιου συμβιβασμού, πρακτικά δε στέκει. Και γι’ αυτό τελικά οποιαδήποτε αναφορά στον όρο Μακεδονία παράγει τελικά τις ίδιες συνέπειες αλυτρωτισμού. Το πρόβλημα προφανώς δεν αφορά αποκλειστικά στο όνομα του κράτους. Οι Σκοπιανοί αναπτύσσουν συστηματικά πολυκάναλη προπαγάνδα αλυτρωτισμού. Όμως το όνομα συνοψίζει τη διεκδίκηση των Σκοπίων και αποτελεί απαραίτητο όχημα για αυτή.

Η αντιμετώπιση ενός γεωπολιτικού προβλήματος

Μια χώρα επιδιώκει συστηματικά να σφετεριστεί αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας μιας άλλης χώρας. Και να θεμελιώσει πάνω στο σφετερισμό την εθνική της ύπαρξη και να προβάλλει τελικά ανυπόστατες αλυτρωτικές διεκδικήσεις. Το πρωτοφανές της επιδίωξης των Σκοπιανών δεν είναι τόσο η διεκδίκηση εδαφών όσο η επιχείρηση θεμελίωσης της ίδιας τους της ύπαρξης εις βάρος κάποιου τρίτου. Το Μακεδονικό καθίσταται όμως δευτερογενώς γεωπολιτικό πρόβλημα, εξαιτίας ακριβώς της πολιτισμικής – ιστορικής του διάστασης. Και τελικά ως γεωπολιτικό πρόβλημα πρέπει να αντιμετωπίζεται από την Ελλάδα.

Η Ελλάδα δεν έχει συμφέρον να διευθετήσει απλά το πρόβλημα άρον άρον χάριν της σπουδής των ευρωατλαντικών σχεδιασμών. Έχει συμφέρον να λύσει το πρόβλημα το συντομότερο προς την κατεύθυνση της ικανοποίησης των εθνικών δικαίων. Που σημαίνει πρακτικά ότι οφείλει να απαιτήσει από τους Σκοπιανούς την ακύρωση του ψευδεπίγραφου «Μακεδονισμού» και τη μη χρήση του ελληνικού όρου Μακεδονία ή παράγωγού του. Η χώρα μας δεν έχει δικαίωμα να υπαγορεύσει στους Σκοπιανούς την ονομασία τους. Έχει όμως αναφαίρετο δικαίωμα και υποχρέωση έναντι του εαυτού της να τους απαγορεύσει να ονομάζονται με τρόπο που θα θίγει την ίδια και κυρίως να ασκούν ανυπόστατη αλυτρωτική πολιτική εναντίον της. Τα γεωπολιτικά προβλήματα επανέρχονται δριμύτερα, όταν δεν λύνονται αποτελεσματικά. Η ιστορία του ίδιου του Μακεδονικού το αποδεικνύει.

 Είναι σαφές ότι καμμία αξιοπρεπής χώρα που σέβεται τον εαυτό της και επιθυμεί να αντιμετωπίζεται με σοβαρότητα από τη διεθνή κοινότητα δεν μπορεί να δεχτεί την αδιανόητη πολιτική των Σκοπίων. Η Ελλάδα διαθέτει τη δύναμη του δίκαιου των επιχειρημάτων της και της γεωπολιτικής και οικονομικής ισχύος της εναντι των Σκοπίων, προκειμένου να επιβάλλει το δίκαιο. Διαθέτει, ακόμα, τη συμπαγή βούληση της συντριπτικής πλειονότητας του ελληνικού λαού. Το ερώτημα είναι αν η πολιτική της τάξη είναι ικανή και έχει τη βούληση.

Μακεδονικό: οι συνέπειες της υποχώρησης

Και ξαφνικά βλέπουμε την ελληνική κυβέρνηση να σπεύδει να «λύσει» το Μακεδονικό. Επίσημη δικαιολογία είναι ότι το πρόβλημα αυτό δεν είναι σοβαρό και πρέπει επιτέλους να διευθετηθεί άμεσα, έστω και με κόστος για μας. Ότι κοστίζει στην Ελλάδα η εκκρεμότητά του επί δεκαετίες. Είναι όμως έτσι; Ποια η σημασία μιας διευθέτησης με ελληνική υποχώρηση και δικαίωση της σκοπιανής αδιανόητης προπαγάνδας;

Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες

Λέγεται ότι τα Σκόπια, ένα κράτος μικρό, αδύναμο, ετερογενές, δεν συνιστούν ρεαλιστική απειλή για την Ελλάδα. Συνεπώς, δε θα ήταν κόστος για την Ελλάδα να υποχωρήσει. Όμως το μικρό μέγεθος και η αδυναμία των Σκοπίων θα ήταν λόγος υποχώρησης από τη μεριά των Σκοπίων και όχι της Ελλάδας. Και είναι τουλάχιστον ειρωνεία ότι αυτά τα ισχυρίζονται κυρίως αυτοί που στα ελληνοτουρκικά υποστηρίζουν την ενδοτικότητα, διότι «η Τουρκία είναι ισχυρή». Και επιπλέον, κανένα κράτος δεν μπορεί να πολιτεύεται στις διεθνείς του σχέσεις με γνώμονα απλά τον εφήμερο συσχετισμό δυνάμεων.

Τι θα μπορούσε να συμβεί άραγε, αν η επιχειρούμενη περιφεριοποίηση της Ελλάδας στο πλαίσιο της ΕΕ και αλλοίωση της δημογραφικής της σύνθεσης με τα μεταναστευτικά κύματα οδηγήσουν μακροπρόθεσμα ολόκληρες περιφέρειες της χώρας σε φυγόκεντρες τάσεις από τον εθνικό κορμό; Και αν εντωμεταξύ η «μακεδονική» προπαγάνδα έχει αφεθεί να υποσκάψει για χρόνια το ελληνικό εθνικό φρόνημα των βόρειων περιφερειών;

Ακόμα, είναι αναγκαίο να ληφθεί υπόψη ότι τα Σκόπια είναι πολύ πιθανό να μην επιβιώσουν ως κράτος. Αν ο «Μακεδονισμός» επιβιώσει χάρη στη δική μας ενδοτικότητα, τότε σε περίπτωση διαμελισμού του κράτους μεταξύ Αλβανίας και Βουλγαρίας, η «μακεδονική» ταυτότητα θα περιέλθει ως εργαλείο στη διάθεση της σλάβικης Βουλγαρίας. Στην περίπτωση αυτή η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με την κληρονόμο του «Μακεδονισμού», ένα κράτος πολύ πιο μεγάλο και ισχυρό, με ιστορικές βλέψεις στο Αιγαίο.

Επιπρόσθετα, μια υποχώρηση της Ελλάδας στο ζήτημα αυτό απέναντι σε ένα εμφανώς πιο αδύναμο κράτος, θα δώσει το σύνθημα ότι η Ελλάδα είναι ευάλωτη σε οποιαδήποτε πίεση. Θα αποδυναμώσει τη διεθνή της θέση, από τη στιγμή που δε θα είναι σε θέση να υπερασπιστεί θεμελιώδη δικαιώματά της. Και αυτό θα ανοίξει, παρά θα κλείσει, την όρεξη επίδοξων επεκτατικών γειτόνων.

Υπάρχει και η άποψη ότι η Ελλάδα οφείλει να κλείσει άμεσα, έστω και με κόστος, το ζήτημα αυτό, προκειμένου να επικεντρωθεί στην εξ ανατολής απειλή. Το ακριβώς αντίθετο ισχύει. Για να επικεντρωθεί η Ελλάδα στην εξ ανατολής απειλή, οφείλει να σβήσει όποια άλλη εστία διεκδίκησης εναντίον της. Με την υποχώρησή της Ελλάδας, δε σβήνει την εστία του «μακεδονικού» αλυτρωτισμού, αλλά εγκρίνει την αναζωπύρωσή της.

Τέλος, αποδοχή της εξωφρενικής προπαγάνδας των Σκοπίων δε σημαίνει απλά μια υπογραφή εκ μέρους μας. Σημαίνει σε βάθος χρόνου την αποδοχή όλου του πλέγματος των δράσεων που στηρίζουν το σφετερισμό της ιστορίας μας. Σημαίνει, μεταξύ άλλων, την αλλαγή των βιβλίων ιστορίας μας, την αποδοχή εκδηλώσεων «μακεδονικού» πολιτισμού και αλυτρωτισμού. Σημαίνει τελικά τον εθνικό και πολιτισμικό μας αυτο-ακρωτηριασμό.

Οι συνέπειες μιας ελληνικής υποχώρησης απέναντι στην αδιανόητη πολιτική των Σκοπίων επιφέρει μακροπρόθεσμα πολύ σοβαρές συνέπειες. Δε λύνει κανένα πρόβλημα. Ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για το μέλλον.

Να μην επαναληφθεί το λάθος.

Η Ελλάδα δεν αντέδρασε στην πολιτική Τίτο περί «μακεδονικού» έθνους επί 45 χρόνια και αυτό μας έφερε μπροστά στο κράτος των Σκοπίων το 1990. Ο λόγος ήταν ότι δεν έπρεπε να ενοχληθεί ο Τίτο, σύμμαχος της Δύσης εναντίον των Σοβιετικών. Έπειτα, η Ελλάδα δεν αντέδρασε απέναντι στην εικοσαπενταετή προπαγάνδα του κράτους των Σκοπίων και αυτό μας έφερε εδώ σήμερα. Ο λόγος ήταν ότι δεν ήθελε η πολιτική ελίτ μας να ενοχλήσει τους ευρωατλαντικούς σχεδιασμούς.

Αν η Ελλάδα δεν αντιδράσει αποτελεσματικά τώρα, θα έχει επαναλάβει το ίδιο σφάλμα. Κι αργότερα οι συνέπειες θα είναι πιθανά μη αντιστρεπτές.

Ο Μάθιου Νίιμιτς, ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων, με αφορμή την επανέναρξη των συνομιλιών, έκανε την ακόλουθη δήλωση: «…πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, αυτή τη στιγμή το όνομα της χώρας στον ΟΗΕ είναι Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Μπορούμε να βρούμε μια λύση, ο όρος "Μακεδονία" περιλαμβάνεται στην ονομασία και αναγνωρίζεται από την Ελλάδα. Επίσης, πάνω από 100 χώρες αναγνωρίζουν αυτή τη χώρα ως "Republika Makedonija" και άρα ο όρος "Μακεδονία" συνδέεται με τη χώρα αυτή». Η δήλωση αυτή συνοψίζει δυστυχώς όλη την ουσία της προβληματικής ελληνικής στάσης τα τελευταία 25 χρόνια. Αυτή η στάση είναι αναγκαίο και μπορεί να αλλάξει τώρα.

Τα αποτελέσματα μιας κακής συμφωνίας και της πολιτικής του «εφικτού»

Η Ελλάδα αποδέχτηκε με την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 την προσωρινή ονομασία του γειτονικού κράτους ως ΠΓΔΜ, που περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία. Έτσι το γειτονικό κράτος έγινε δεκτό στον ΟΗΕ και η Ελλάδα συναίνεσε στην ένταξή του στη διεθνή κοινότητα, Θεωρητικό αντάλλαγμα ήταν η αποκήρυξη του αλυτρωτισμού από μέρους των Σκοπίων εναντίον της Ελλάδας. Ταυτόχρονα, θα δινόταν χρόνος για συνομιλίες με στόχο την οριστική κατάληξη σε μόνιμη λύση.

Όμως η συμφωνία αυτή ήταν στην πράξη ετεροβαρής και προμήνυε αυτό που ακολούθησε τα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι σήμερα. Τα Σκόπια ποτέ δεν αποκήρυξαν τον αλυτρωτισμό τους και την επιθετικότητά τους εις βάρος της Ελλάδας, διότι ποτέ δεν είχαν πρόθεση για κάτι τέτοιο. Και ποτέ δε διαπραγματεύτηκαν όλα αυτά τα χρόνια, όπως έχουν μαρτυρήσει Έλληνες διαπραγματευτές στον ΟΗΕ (Ζαχαράκης). Έγιναν μέλος της διεθνούς κοινότητας και προώθησαν στις διμερείς τους σχέσεις το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας».

 Έτσι, με παρελκυστική τακτική στις διαπραγματεύσεις, κέρδιζαν συνεχώς χρόνο, έκαναν πολύπλευρη διεθνή προπαγάνδα ιστορικής παραχάραξης και έθεταν την Ελλάδα μπροστά σε συνεχώς δυσμενέστερα τετελεσμένα διμερών αναγνωρίσεων. Σε αυτό τους διευκόλυνε και η προσωρινή ονομασία που περιελάμβανε τον όρο Μακεδονία. Ταυτόχρονα, η προσωρινή ονομασία έθετε και τα όρια, όπως τώρα ομολογεί ο Νίμιτς, της όποιας μελλοντικής διαπραγμάτευσης: «ο όρος Μακεδονία περιλαμβάνεται στην ονομασία και αναγνωρίζεται από την Ελλάδα». 

Η ελληνική εξωτερική πολιτική ακολούθησε καταφανώς δυσμενή για τα εθνικά συμφέροντα στάση συνολικά όλα αυτά τα χρόνια. Μικρές αναλαμπές το βέτο στο Βουκουρέστι και η άρση αναγνωρίσεων με το συνταγματικό της όνομα και η επαναφορά σε FYROM  από κάποιες χώρες ( π.χ. Μεξικό).  Συνοπτικά, η πολιτική που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις της Ελλάδας τα τελευταία 27 χρόνια είχε ως αποτέλεσμα να χαρίσουν χρόνο στην άλλη πλευρά και να δυσχεράνουν τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας. Και όλο αυτό, γιατί «δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς. Γιατί ο διεθνής παράγοντας δε μας υποστήριξε και γιατί κάναμε ήταν ό,τι ήταν εφικτό». Όμως αυτή η πολιτική «του εφικτού» μας έφερε εδώ. Και μας θυμίζει ότι τα προβλήματα δε λύνονται με μετάθεσή τους υπό δυσμενέστερες συνθήκες στο μέλλον. Ούτε υποβαθμίζοντας το πολιτικό, διπλωματικό, οικονομικό, γεωστρατηγικό κεφάλαιο της χώρας και βρίσκοντας βολικό καταφύγιο στη μοιρολατρία. Και κυρίως μας υπενθυμίζει ότι η εξωτερική πολιτική οφείλει πρώτα από όλα να έχει εθνικές προτεραιότητες, ειδάλλως αποτυγχάνει. Και τέλος, ότι αν μια συμφωνία είναι κακή, παράγει αποτελέσματα πολλαπλώς αρνητικά στο μέλλον.

Αλλαγή στάσης τώρα

Τώρα είναι ώρα ριζικής αλλαγής στάσης. Που θα εκμεταλλεύεται τη συγκυρία της μεγάλης ανάγκης των Σκοπίων να ενταχθούν σε ΝΑΤΟ – ΕΕ. Θα λαμβάνει υπόψη την καταφανή καταστρατήγηση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας από τα Σκόπια. Θα αξιοποιεί ολα τα διεθνή φόρα εκπαίδευσης, πολιτισμού και διπλωματίας για την προώθηση των ελληνικών δικαίων και της ιστορικής αλήθειας. Θα αξιοποιεί όλο το γεωστρατηγικό και οικονομικό πλεονέκτημα της Ελλάδας έναντι της ΠΓΔΜ και στους διεθνείς οργανισμούς, αλλά και στις διμερείς σχέσεις. Θα θυμάται πάντα ότι όσες χώρες κι αν αναγνωρίσουν με το συνταγματικό τους όνομα τα Σκόπια, η υπογραφή της Ελλάδας είναι αυτή που μετράει και για αυτό το πρόβλημα υπάρχει ακόμα για τα Σκόπια. Οι 100 και πλέον χώρες που αναγνώρισαν τα Σκόπια με το συνταγματικό τους όνομα το έκαναν γιατί δεν είχαν καμμία όχληση και κανένα ουσιαστικό διάβημα από την Ελλάδα. Αυτή η πραγματικότητα είναι πλήρως αντιστρεπτή, αν η Ελλαδα μεταβάλει στάση και προασπίσει τα εθνικά συμφέροντα.  

Ο Νίμιτς «μας» καλεί γενικώς να είμαστε ρεαλιστές. Δεν «μας» κατονομάζει, αλλά στην πράξη καλεί την Ελλάδα και τους Έλληνες να είναι «ρεαλιστές» απέναντι σε ό,τι η πολιτική τάξη της Ελλάδας αποδέχτηκε τα τελευταία 27 χρόνια. Είναι μια δήλωση με συγκεκαλυμμένο κυνισμό, μια υπόμνηση των τετελεσμένων. Η ελληνική πολιτική ελίτ με τις συνεχείς υποχωρήσεις της έχει δώσει το δικαίωμα με τη στάση της να γίνονται τέτοιες δηλώσεις από ξένους αξιωματούχους. Η ίδια, όντας πλήρως υπάκουη στους ξένους προστάτες της,  είναι, το λιγότερο,  ανίκανη να προασπίσει τα εθνικά μας συμφέροντα. Μόνο η πάνδημη αντίδραση του Ελληνικού Λαού,  που είναι συντριπτικά αντίθετος με τις εθνικές μειοδοσίες, μπορεί να αποτρέψει τα χειρότερα.

Ετοιμάζονται συλλαλητήρια για τις 21 Ιανουαρίου για το Μακεδονικό με αφορμή τις διαπραγματεύσεις Ελλάδας - ΠΓΔΜ. Πρωτοστατούν μακεδονικές οργανώσεις, τοπικές Μητροπόλεις, πολιτιστικοί σύλλογοι, ακόμα και πολιτευτές. Με αφορμή τη νέα αυτή κινητικότητα, βρήκαν ευκαρία να ξιφουλκήσουν πάλι οι αντίπαλοι των συλλαλητηρίων και να ζητήσουν ακόμα και την αναβολή τους. Ποιον όμως συμφέρει και τι προσφέρει η μη διεξαγωγή τους;

Δεν είναι η πρώτη φορά που παρατηρείται αυτή η πολεμική. Είχε παρατηρηθεί εναντίον των συλλαλητηρίων για το Μακεδονικό το 1999, για τις ταυτότητες και το Ασφαλιστικό το 2001, με τους αγανακτισμένους το 2011. Κατά συνεπή τρόπο είναι οι ίδιοι άνθρωποι που αντέδρασαν σε όλες αυτές τις λαϊκές συγκεντρώσεις. Βεβαίως, οι περισσότεροι εξ αυτών δεν είναι συνεπώς εναντίον κάθε συγκέντρωσης. Οι περισσότεροι εξ αυτών ήταν κήρυκες των συγκεντρώσεων του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα του 2015. Κι αυτό γεννά ερωτηματικά για το αν η εναντίωση στα συλλαλητήρια είναι θέση αρχών.

Είναι επιζήμια τα συλλαλητήρια;

Βασικά επιχειρήματα εναντίον των συλλαλητηρίων είναι ότι πρόκειται για εκδηλώσεις «οχλοκρατικές» ενός ετερογενούς, «ανώριμου» πλήθους, χωρίς διαμορφωμένη άποψη και επεξεργασμένα αιτήματα. Ότι επιχειρούν να υποκαταστήσουν τους θεσμούς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και να επιβάλλουν το «θυμικό» του «ανοργάνωτου πλήθους». Ότι, ακόμα, εξάπτουν τα ήθη και δεν επιτρέπουν το νηφάλιο δημόσιο διάλογο. Και, τέλος, κάποιες ακραίες φωνές, όχι μεμονωμένες πάντως, αφού δεν μπορούν να ζητήσουν την κατάργησή τους ή να τα καταργήσουν, τα ταυτίζουν με την ακροδεξιά. Έτσι ελπίζουν ότι τα απονομιμοποιούν, τα απογυμνώνουν ηθικά και αποθαρρύνουν την προσέλευση.

Φυσικά τα ογκώδη συλλαλητήρια είναι πολιτικά πολύχρωμα. Αφορούν πάντα μεγάλα κοινωνικά – πολιτικά θέματα και εκφράζουν μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Προφανώς, εφόσον πρόκειται για εκδηλώσεις αυθόρμητες και χωρίς ιδιαίτερη προπαρασκευή, δε φιλοδοξούν να καταθέσουν επεξεργασμένες θέσεις. Εκφράζουν όμως ένα κοινό κάθε φορά κοινωνικό παρανομαστή γύρω από ένα θέμα. Στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία τα μεγάλα συλλαλητήρια οργανώνονται σε περιόδους δυσαρμονίας ανάμεσα στο λαϊκό αίσθημα και την πολιτική εξουσία. Και εκδηλώνουν την αντίθεση της κοινωνίας στην εκάστοτε προωθούμενη πολιτική ή το πολιτικό – οικονομικό στάτους. Έτσι, από τη φύση τους συχνά έχουν χαρακτήρα αμυντικό και αντιστασιακό. Και ουσιαστικά στόχο έχουν την επαναφορά της αρμονίας ανάμεσα στην εξουσία και το κοινωνικό σώμα. Δεν παρακάμπτουν τους θεσμούς της πολιτικής εξουσίας. Τους επαναφέρουν στη συνταγματική τους τάξη.

Η συμβολή των συγκεντρώσεων στη διαχείριση εθνικών θεμάτων

Το ίδιο συμβαίνει και στις μέρες μας. Σωματεία, οργανώσεις, δημόσια πρόσωπα, συνδικάτα, φορείς συσπειρώνονται όχι για να προτείνουν πολιτική στο Μακεδονικό, αλλά για να εκφράσουν την κατηγορηματική άρνηση της συντριπτικής πλειονότητας των Ελλήνων στην επιχειρούμενη μεθόδευση διευθέτησης του Μακεδονικού κατά τρόπο απαράδεκτο για τα εθνικά δίκαια. Με τον τρόπο αυτό το συλλαλητήριο δεν καταθέτει διαπραγματευτική πρόταση.  Εκφράζει όμως πολιτική θέση, θέτοντας την κόκκινη γραμμή για μη αποδοχή του αλυτρωτισμού και σφετερισμού και μη χρήση του όρου «Μακεδονία» από το γειτονικό κράτος.

 Ισχυρίζονται πολλοί ότι αν δεν είχαν διοργανωθεί τα συλλαλητήρια το 1992 θα είχαμε λύσει το πρόβλημα με πολύ πιο συμφέροντα τρόπο. Ότι τα συλλαλητήρια υπέθαλψαν τον ελληνικό εθνικισμό, που ευθύνεται (!) για την έξαρση του εθνικισμού των Σκοπίων και την αποτυχία συμβιβασμού. Αγνοούν ότι οι τότε κατατεθειμένες προτάσεις διαπραγμάτευσης (πχ Σλαβομακεδονία, Νέα Μακεδονία) ουδέποτε συζητήθηκαν από την άλλη πλευρά. Και επιπλέον, ότι επιθετικό εθνικισμό ασκεί αυτός που έχει ανυπόστατες αλυτρωτικές βλέψεις και σφετερίζεται και όχι ο αμυνόμενος. Τα τότε συλλαλητήρια ήταν κυρίως εκείνα που απεσόβησαν την παράδοση του ονόματος από την τότε κυρίαρχη πολιτική τάξη, που διατείνονταν ότι «σε δέκα χρόνια το πρόβλημα θα έχει ξεχαστεί».

Σε ευαίσθητα εθνικά θέματα, όπως το Μακεδονικό, τα ογκώδη συλλαλητήρια, ως έκφραση συμπαγούς πλειοψηφίας, αποτελούν για τους διαπραγματευτές μας πολύτιμο διαπραγματευτικό όπλο. Κυβέρνηση με συντεταγμένο το λαό πίσω της διαπραγματεύτεται πολύ πιο αποτελεσματικά στο εξωτερικό. Συνεπώς, κάθε πολιτική τάξη, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, που θα είχε σκοπό να εξυπηρετήσει τα διαχρονικά ελληνικά συμφέροντα, θα έπρεπε να επιθυμεί τη διεξαγωγή πολυπληθών συλλαλητηρίων, προφανώς πάντα ειρηνικών και χωρίς ακρότητες.

Όσοι καταφέρονται εναντίον των συλλαλητηρίων, καλό θα είναι να εξηγήσουν ποιον και γιατί βλάπτουν. Η πολεμική κατά των συλλαλητηρίων δεν προσφέρει τίποτα στην εθνική υπόθεση. Αντί να πολεμούμε τα συλλαλητήρια, θα ήταν προτιμότερο να προτείνουμε επιπλέον την οργανωμένη έκφραση της λαϊκής βούλησης, το δημοψήφισμα. Άλλωστε και αυτό συνιστά από μόνο του ισχυρότερο διαπραγματευτικό όπλο.

 

Για να καθησυχάσει τις ανησυχίες που προκάλεσε στην εκπαιδευτική κοινότητα και γενικότερα στην κοινωνία η καθιέρωση της λεγόμενης «Θεματικής Εβδομάδας» στα Γυμνάσια, ο Τομέας Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ εξέδωσε ένα Δελτίο Τύπου. Αυτό το Δελτίο Τύπου αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ.

            Επιδιώκει καταρχάς να παραπλανήσει τους πολίτες, γιατί διατυπώνει μερικές εξωπραγματικές  υποθετικές προτάσεις του τύπου «Αν πιστεύεις πως τα προβλήματα διατροφής, περιβάλλοντος και ποιότητας ζωής είναι  λυμένα για τη νέα γενιά, ό, τι ακολουθεί δε σε αφορά» ή «Αν θεωρείς πως ο εθισμός και η εξάρτηση είναι προτιμότερο να μη συζητιούνται στο σχολείο, είναι προτιμότερο να σταματήσεις εδώ». Αλλά καμία από τις αντιδράσεις που εκδηλώθηκαν δεν αφορούσε αυτά τα θέματα της «Θεματικής Εβδομάδας». Όλες οι επικρίσεις που έχουν διατυπωθεί αφορούν την ένταξη στο πρόγραμμα της «Θεματικής Εβδομάδας » θεμάτων για τις «έμφυλες ταυτότητες» και μάλιστα έτσι όπως τίθενται στην εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας (Φ 20.1/220482/Δ2/23-1-2016) με προδιαγεγραμμένη κατεύθυνση ανατροπής των κοινωνικών αντιλήψεων γι’ αυτά τα θέματα («Αποδομώντας τα έμφυλα στερεότυπα», «Ομοφοβία και Τρανφοβία στην κοινωνία και το σχολείο»).Το ζήτημα αυτό το Δελτίο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ το παρακάμπτει με μια γενικόλογη διαπίστωση ότι υπάρχει έλλειψη συντονισμού συχνοτήτων («Αν είσαι από κείνους που διαβάζουν έμφυλες ταυτότητες και καταλαβαίνουν κάθε είδους εκφυλισμούς , απλά είμαστε σε άλλο μήκος κύματος») παραπλανώντας έτσι τους πολίτες για το πραγματικό πρόβλημα που δημιουργείται με το πρόγραμμα  της «Θεματικής Εβδομάδας».

            Είναι, έπειτα, ευκρινής η πρόθεση των συντακτών του Δελτίου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ να δημιουργήσουν την εντύπωση, παραπληροφορώντας τους αναγνώστες του, ότι η καθιέρωση της «Θεματικής Εβδομάδας» για την ενασχόληση των μαθητών με τέτοιου είδους θέματα είναι μια επαναστατική καινοτομία της δικής τους κυβέρνησης. Η πραγματικότητα βέβαια είναι ότι προγράμματα που αφορούσαν το περιβάλλον και τη διατροφή πραγματοποιούνταν, κατά κανόνα, στα Γυμνάσια τα τελευταία τριάντα περίπου χρόνια, όπως μπορεί εύκολα να διαπιστώσει κανείς κάνοντας μια πρόχειρη ατομική έρευνα στον κοινωνικό του περίγυρο. Η πρωτοτυπία που εισάγει ο ΣΥΡΙΖΑ με την οργάνωση της «Θεματικής Εβδομάδας» είναι η σύνδεση αυτών των θεμάτων με το εντελώς άσχετο θέμα της διερεύνησης «των έμφυλων ταυτοτήτων» και αυτή η σύνδεση δεν μπορεί να είναι αθώα. Τα άλλα θέματα φαίνεται ότι αποτελούν το προκάλυμμα για να προωθήσουν τις νεοταξίτικες θεωρίες σχετικά με τις γενετήσιες τάσεις, το οποίο αν είχε τεθεί μόνο του, θα προκαλούσε ακόμα μεγαλύτερες αντιδράσεις.

            Αποκρύπτουν επίσης την αλήθεια οι συντάκτες του Δελτίου για τη συνεργασία του σχολείου με άλλους εξωσχολικούς φορείς και πρόσωπα όταν αναφέρουν ότι «γύρω από κάθε σχολείο υπάρχει ένας κόσμος από φορείς και συλλογικότητες που αναζητά ευκαιρίες να τροφοδοτήσει το σχολείο με πολύτιμες εμπειρίες» υπονοώντας ότι αυτό γίνεται τώρα για πρώτη φορά με την καθιέρωση της «Θεματικής Εβδομάδας». Δεν μπορεί όμως να μη γνωρίζουν ότι και στο παρελθόν  καλούνταν στα σχολεία να μιλήσουν για θέματα της ειδικότητάς τους γιατροί, αξιωματικοί της τροχαίας, περιβαλλοντολόγοι και άλλοι. Η ουσιώδης και κρίσιμη διαφορά της πρακτικής που ακολουθούσαν μέχρι τώρα οι σχολικές κοινότητες με τη διοργάνωση της «Θεματικής Εβδομάδας» είναι ότι το Υπουργείο Παιδείας επιβάλλει ουσιαστικά τη συνεργασία με καθορισμένες Μ.Κ.Ο., των οποίων ο ρόλος είναι τουλάχιστον ύποπτος, αν όχι απροκάλυπτα εθνομηδενιστικός. Τέτοια είναι, παραδείγματος χάριν, η Μ.Κ.Ο. «Αντιγόνη» που εκπόνησε και το πρόγραμμα για τις «έμφυλες ταυτότητες».

            Πρόεδρος της Μ.Κ.Ο. «Αντιγόνη» είναι ο Αλέξανδρος Γεωργόπουλος, ο οποίος, όπως δηλώνει ο ίδιος, πήρε προσωρινή αναβολή από το στρατό λόγω ψυχικών προβλημάτων, αλλά αισθάνεται ενοχές, γιατί, μετά τη λήξη της αναβολής υπηρέτησε τη θητεία του. Εξέδιδε, μέχρι να κλείσει, το περιοδικό «Αρνούμαι», που υποστήριζε τους λεγόμενους αντιρρησίες συνείδησης. Αντιπρόεδρος είναι ο Μιχάλης Τρεμόπουλος, ο μόνος Έλληνας ευρωβουλευτής που ψήφισε στο ευρωκοινοβούλιο την πρόταση να ενταχθούν τα Σκόπια στην Ε.Ε., χωρίς να υποχρεωθούν να κάνουν καμία αλλαγή στην ονομασία και το σύνταγμά τους . Υποστήριξε επίσης την πρόταση του Μπουτάρη να μετονομασθεί η οδός Αγίου Παύλου της Θεσσαλονίκης σε οδό Κεμάλ Ατατούρκ. Διευθυντής είναι ο Αθανάσιος (Νάσος) Θεοδωρίδης, που αμφισβητεί ότι οι Πόντιοι είναι Έλληνες και χαρακτηρίζει μύθο το έπος της Αλβανίας. Φυσικά, του ιδίου φυράματος είναι και τα άλλα πρόσωπα που συμμετέχουν στη Μ.Κ.Ο. «Αντιγόνη». 

            Τέλος, εντύπωση κάνει από το Δελτίο Τύπου του Τομέα Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ ότι οι εμπνευστές του, παρότι έχουν περάσει σχεδόν φανερά στη συστημική εκδοχή της Αριστεράς, την Αριστερά των σαλονιών και των πρεσβειών, δεν ξεχνούν εντελώς και το σταλινικό παρελθόν τους. Ενώ προηγουμένως η συμμετοχή και παρουσίαση τέτοιου είδους προγραμμάτων στα σχολεία ήταν προαιρετική, η «Θεματική Εβδομάδα» την επιβάλλει ως υποχρεωτική. Ο υπουργός Παιδείας μάλιστα για να δείξει ίσως ότι η επιλογή του για το αξίωμα ήταν η ενδεδειγμένη- τη χαρακτήρισε «υποχρεωτικότατη»(!).

            Ασκώντας τέτοιου είδους πολιτική μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να ανταγωνίζεται επάξια τη Νέα Δημοκρατία για την ανάδειξή του ως του πιο πειθήνιου οργάνου της Νέας Τάξης Πραγμάτων, αν και, τώρα τελευταία, ούτε η Νέα Τάξη Πραγμάτων ούτε η Παγκοσμιοποίηση πηγαίνουν καλά..    

 

Η απροσδόκητη και φαινομενικά ακατανόητη εκλογή Τραμπ σηματοδοτεί μια νέα περίοδο για τις ΗΠΑ και τις εξωτερικές σχέσεις τους, τελικά για τον κόσμο.

 

Η εσωτερική κατάσταση

 

Η έξυπνη, απροσδόκητα επιτυχημένη ρητορική και τελικά η εκλογή του Τραμπ, ενός βαθύπλουτου, επηρμένου φοροφυγά τηλεαστέρα, αναγνωρίσιμου προσώπου της αμερικανικής οικονομικής ελίτ, χωρίς εμφανή πρόσδεση σε κάποιο μεγάλο πολιτικό μπλοκ εξουσίας, ανέδειξε για πρώτη φορά τη χρόνια και προϊούσα διαίρεση ανάμεσα στην «Αμερική του χρήματος» και την «Αμερική της γης», ανάμεσα στις ακτές και την αχανή ενδοχώρα.

Η γνήσια αμερικανική επιθετική ρητορική του, που θύμιζε σερίφη της άγριας Δύσης, απέναντι στην ανεξέλεγκτη λαθραία μετανάστευση (10 εκ. οι λαθραίοι) που πλήττει κυρίως φτωχά στρώματα, υπέρ της παραγωγικής βιομηχανικής ανασυγκρότησης της αποβιομηχανοποιημένης μεσοδυτικής ζώνης, υπέρ της προτεραιότητας επίλυσης των εσωτερικών προβλημάτων κι η ανάδειξη της χρόνιας κυβερνητικής διαφθοράς (προσωποποιημένης στην αντίπαλό του) και των βασικών αμερικανικών αξιών, προσέλκυσε ετερογενές μίγμα δυσαρεστημένων.  Κι η μπερλουσκονικού χαρακτήρα προσωπική του επαγγελματική επιτυχία γοήτευσε επίδοξους εραστές του πλούτου. Ενδεικτικά, πάνω από τους μισούς εργαζόμενους στις ΗΠΑ δεν έχουν εισπράξει δολάριο αύξησης από την αύξηση της παραγωγικότητας τα τελευταία 40 χρόνια, μεγάλο μέρος του πληθυσμού παρά τις προσπάθειες Ομπάμα ζει χωρίς ουσιαστική ασφαλιστική κάλυψη και μεγάλο μέρος των μεγάλων πόλεων, ειδικά στην ενδοχώρα, είναι γκετοποιημένο κοινωνικά αν και η εγκληματικότητα έχει μειωθεί δραστικά, σε μια βαθιά θρησκευόμενη κοινωνία που έχει μάθει να γοητεύεται από την επιθετικότητα, την επιτυχία του χρήματος και να καθορίζει τη στάση της, αρνητική ή θετική, με βάση ό,τι της σερβίρει η τηλεόραση. «Μια ταινία του Χόλιγουντ δεν έχει γίνει ποτέ για εμάς, όλο χαρακτήρες της ΝΥ και του Λ.Α σκιαγραφούνται» είπε με παράπονο ένας κάτοικος της πολιτείας του Αιντάχο, όταν τον ρώτησαν γιατί η πολιτεία του ψήφισε θριαμβευτικά τον Τραμπ. Δυστυχώς η ειρωνεία της Ιστορίας για μια ακόμα φορά έφερε έναν εκπρόσωπο της άρχουσας τάξης να εκπροσωπεί τους μη προνομοιούχους.

 

Η εκλογή του Τραμπ λειτούργησε ως ένα ισχυρό σοκ στα εν υπνώσει ανώτερα και μεσαία στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας των δύο ακτών, που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το μεγάλο χρηματοπιστωτικό διεθνές κεφάλαιο, τους κολοσσούς της (βιο)τεχνολογίας, την πολιτική, δημοσιογραφική και ακαδημαική ελίτ. Εκείνα τα στρώματα που έχουν επωφεληθεί κυρίως από την τριακονταετή αμερικανική παγκόσμια αγορά στη μετά Ρέηγκαν εποχή, χρεώνοντας τη χώρα, την ίδια στιγμή που τα ίδια συσσώρευαν αμύθητα πλούτη. «Οι άνθρωποι που ψήφισαν Τραμπ είναι τελείως διαφορετικοί από εμάς και μας μισούν», αναφώνησε επιφανές μέλος της αμερικανικής πνευματικής ελίτ, αδιαφορώντας για τις αιτίες της ψήφου. «Ξυπνήσαμε σε μια άγνωστη χώρα» έγραψε ένας άλλος, εξηγώντας ότι συνειδητοποίησε ότι δε γνωρίζει καλά τη χώρα του (!!).

Ήδη πριν από την εκλογή του ξεκίνησε και βρίσκεται σε  εξέλιξη μια γιγαντιαία προπαγάνδα άνευ προηγουμένου εναντίον του από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, ενίοτε ψεύδη (όπως ότι κατέβασε το προτρέτο του Μάρτιν Λ. Κινγκ από το οβάλ γραφείο), αποσιώπηση πάγιων πολιτικών μετανάστευσης ακόμα και από την εποχή Ομπάμα, (την αλλαγή και αυστηροποίηση καθεστώτος βίζας για χώρες μουσουλμανικές, όπως το Ιράν), υπερπροβολή μεταβατικών διαταγμάτων, όπως αυτό για την τριών μηνών απαγόρευση εισόδου σε κατοίκους 9 χωρών και αποσιώπηση της μάλλον σιωπηρής αποδοχής του διπλασιασμού του κόστους της εργασιακής βίζας, ώστε να παρεμποδιστεί η αυξανόμενη διείσδυση στην αγορά εργασίας μικρομεσαίων επιχειρήσεων από Ινδούς και Κινέζους.

 Η αντίδραση του επιτελείου Τραμπ και του ίδιου, σε πολλές περιπτώσεις ερασιτεχνική, μάλλον ενίσχυσε την προπαγάνδα. Η επίθεση αυτή, ανεξάρτητα από το αν θα οδηγήσει τελικά σε αλλαγή πολιτικής του Τραμπ, πλήττει το θεσμό του προέδρου και την εικόνα της πολιτικής στις ΗΠΑ, και τελικά αναδεικνύει την απουσία σεβασμού στους βασικούς πολιτειακούς θεσμούς και το εγγενές έλλειμμα δημοκρατικής συνείδησης στη χώρα. Μεγαλύτερο ακόμα κακό όμως προκαλεί η ανάδειξη ως κυρίαρχου εναντίον του Τραμπ του θέματος της υποτιθέμενης (;) εμπλοκής της Ρωσίας στην εκλογική διαδικασία προς όφελός του. Ακόμα και αν κάτι τέτοιο ευσταθεί, που σίγουρα θα είναι καταδικαστικό για τη μετέπειτα πορεία του Τραμπ, είναι μάλλον απογοητευτικό για το κύρος μιας υπερδύναμης να δηλώνει ότι μια άλλη δύναμη, εμφανώς κατώτερη σε όλους τους τομείς, μπορεί να καθορίζει ακόμα και τον πρόεδρο. Εκτός αν βρισκόμαστε μπροστά στη δημιουργία ενός νέου «εχθρού», που, αν είναι η Ρωσία, τότε προμηνύονται απρόβλεπτες εξελίξεις.

Η δημαγωγική παρουσία του Τραμπ, που δεν εγγυάται για καμμία θέση του, δεν μπορεί να διασφαλίσει αν ο Τραμπ θα υλοποιήσει τελικά τα υπεσχημένα ή θα συμβιβαστεί. Παρά την οργιώδη προπαγάνδα πάντως, το γεγονός ότι έχει αρχίσει να υλοποιεί με ομολογουμένως πρωτοφανή ταχύτητα και συνέπεια το πρόγραμμά του, φαίνεται να ικανοποιεί τους ψηφοφόρους του. Και έχει απελευθερώσει ακραίους, που, μάλλον αντίθετα με τις πραγματικές προθέσεις του ίδιου του Τραμπ, προβαίνουν σε ακρότητες (πχ δεκάδες επιθέσεις σε συναγωγές τον τελευταίο μήνα), επιτείνοντας τις αντιθέσεις και τη σύγχυση.

Το μεγάλο ερώτημα είναι αν μπορεί ο εν εξελίξει πόλεμος εξουσίας να οδηγήσει ακόμα και σε παραίτηση Τραμπ. Κάτι τέτοιο, χωρίς να αποκλείεται, μάλλον δε φαίνεται ιδιαίτερα πιθανό, ιδίως παρόντος του υπερακραίου αντιπροέδρου του, που αναγκαστικά,τότε, θα τον αντικαθιστούσε. Τελικά η Αμερική συνειδητοποιεί ότι τώρα έχει έναν πρόεδρο που σε ύφος, προσωπική επαγγελματική πορεία και αρχές, μάλλον είναι πιο κοντά από οποιονδήποτε άλλο σε αυτό που είναι η ίδια, πράγμα δύσπεπτο από μέγαλο μέρος της εγωκεντρικής ελίτ, ακόμα και ως αδυναμία αντικατοπτρισμού της. Αντί να αλλάξει τον πρόεδρό της, η Αμερική μάλλον θα πρέπει να αλλάξει τον εαυτό της πρώτα.

 

Η επίδραση στις διεθνείς σχέσεις

 

Αν όμως η ρητορική του Τραμπ για την εσωτερική πολιτική είναι υπεύθυνη για την ψήφο που έλαβε, η εξωτερική πολιτική μάλλον είναι αυτή που ανησυχεί την κυρίαρχη ελίτ, που αντιδρά. Και οι πρώτες διακηρύξεις και κινήσεις του για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής μάλλον μας προσανατολίζουν επιπλέον στο ποιες ομάδες εξουσίας εκμεταλλεύτηκαν την άνοδό του για την εξυπηρέτηση των δικών τους στόχων ή ίσως ακόμα ήταν και σε συνεννόηση μαζί του, παρέχοντάς του στήριξη. Γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο οικονομικά ανεξάρτητος από χορηγίες Τραμπ πολύ δύσκολα θα μπορούσε χωρίς καμμία άλλη στήριξη να διαγράψει όλη αυτή την πορεία μέχρι το Λ. Οίκο.

Ποιοι θα μπορούσαν εντός Αμερικής να έχουν λόγους να αντιδράσουν στην εξωτερική πολιτική Ομπάμα και να θέλουν αλλαγή πολιτικής; Είναι γνωστό ότι από τις πάγιες συντεταγμένες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής ο Ομπάμα, του οποίου η πολιτική σηματοδότησε τη σταδιακή και ενεργή μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τη Μέση Ανατολή στην Ευρασία, απέστη μόνο σε σχέση με το εύρος και τη σταθερότητα της υποστήριξης του Ισραήλ και της συνακόλουθης στάσης του απέναντι στο Ιραν. Στάθηκε σταθερά απέναντι στους εποικισμούς και βέβαια σύνηψε την ιστορική συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, η οποία ναι μεν περιορίζει τα πυρηνικά του Ιράν, αλλά του επιτρέπει για πρώτη φορά να βγει από τη διεθνή απομόνωση και να παίξει τον περιφερειακό του ρόλο, πράγμα άκρως επικίνδυνο για την ασφάλεια του Ισραήλ. Ο Τραμπ, με οικογενειακούς δεσμούς , λόγω της κόρης του, με το ορθόδοξο εβραικό λόμπι, στηρίζει εξαρχής την πολιτική Νετανιάχου.

 Η δε διακηρυγμένη πολιτική συνεννόησης με τον Πούτιν δεν είναι ασυμβίβαστη με τις διακηρυγμένες θέσεις της ισραηλινής εξωτερικής πολιτικής τα τελευταία χρόνια για ενίσχυση των δεσμών με τη Ρωσία, δεδομένου του αυξανόμενου ρόλου της Τουρκιας και του Ιράν. Και ακόμα, η ακόμα πιο ενεργής υποστήριξη των Κούρδων, προκειμένου να δημιουργηθεί μια ασφαλής και ελεγχόμενη ζώνη ανάμεσα στο Ιράν, τη Συρία και τη Χεζμπολάχ, μάλλον εξυπηρετεί το Ισραήλ μακροπρόθεσμα.

Επιπλέον, ο Τραμπ κατήργησε από τις πρώτες ώρες της προεδρίας του την ασιατική εμπορική συμφωνία και έχει διακηρύξει εξαρχής την αντίθεσή του με τις τερατώδεις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες όπως η TTPIP, βασικούς μοχλούς των επόμενων σταδίων του ελέγχου της παγκόσμιας αγοράς.  Ακόμα, είναι αβέβαιη η τελική του στάση έναντι της ΕΕ, αλλά σε κάθε περίπτωση δε φαίνεται διατεθειμένος να στηρίξει ενεργά τη γερμανική κυριαρχία, που κλείνει εμπορικές συμφωνίες με τους Κινέζους, ενισχύοντας έτσι πρακτικά τις υπάρχουσες φυγόκεντρες τάσεις εντός της ΕΕ, που τελικά θα καθοριστούν από την τελική έκβαση του Brexit. Τελικά, δεδομένης και της επιθετικής του ρητορικής έναντι της Κίνας, η οποία είναι εδώ και χρόνια ο πρώτος διακηρυγμένος κίνδυνος για την αμερικανική επιρροή διεθνώς, διαφαίνεται ότι ο Τραμπ τελικά και συνολικά ίσως εκφράζει ένα μέρος της ελίτ, που θεωρεί ότι πρέπει να ληφθούν δραστικά μέτρα εναντίον της επερχόμενης παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής επέλασης της Κίνας. Οι Αμερικάνοι εναντίον της παγκοσμιοποίησης, οι Κινέζοι υπέρ. Άλλη μια ιστορική ειρωνεία. Η διαφαινόμενη συνεννόηση με τη Ρωσία, σε αντίστροφη ροή προς το παλιό δόγμα Κίσινγκερ για διάρρηξη της συμμαχίας μεταξύ Ρωσίας – Κίνας, είναι ενταγμένη μέσα στο ίδιο πλαίσιο.

Ταυτόχρονα, δε θα πρέπει να διαφεύγει της ελληνικής προσοχής ότι η εξωτερική πολιτική Τραμπ διανοίγει περαιτέρω σε ένα ρευστό κόσμο αβέβαιων συμμαχιών τεράστιες ευκαιρίες εξυπηρέτησης εθνικών συμφερόντων για χώρες που έχουν ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, μια ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τις παραπάνω αντιθέσεις για αποδέσμευσή της από το χρόνιο άγος της Ε.Ε. και για ενίσχυση του γεωπολιτικού ρόλου μας στην Ανατολική Μεσόγειο τώρα που κρίνεται η τύχη της αξιοποίησης των κοιτασμάτων. Κι αν θα υπήρχε βούληση από μεριάς των ελληνικής καταγωγής κορυφαίων στελεχών της διοίκησης Τραμπ (Πρινμπους κλπ) και του νέου υπουργού εξωτερικών (διαπραγματεύτηκε τα συμβόλαια της κυπριακής ΑΟΖ με τον Τ. Παπαδόπουλο) για στήριξη των ελληνικών συμφερόντων, αυτό μόνο υπό μια ελληνική κυβέρνηση με πραγματικό ενδιαφέρον θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα, πράγμα που δε συμβαίνει με καμμία από τις υπάρχουσες ηγεσίες των κοινοβουλευτικών μας κομμάτων.

Συμπερασματικά, είναι φανερό, στο βαθμό που τα παραπάνω επιβεβαιωθούν, ότι η παρουσία του νέου προέδρου αμφισβητεί σταθερές της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και πάγια συμφέροντα μεγάλου μέρους της ελίτ. Αναδεικνύει, αντίθετα, νέα συμφέροντα και διεθνείς προτεραιότητες, οικοδομεί νέες συμμαχίες, προκαλεί νέους ανταγωνισμούς. Επιπλέον, δημιουργεί αναστάτωση στο παραπαίον ευρωπαικό οικοδόμημα και στη μάλλον αμήχανη ηγεσία του. «Κατανοητή», επομένως, η μανία των αμέριμνα βολεμένων εναντίον του.  

 

Πόσο διαφορετική θα είναι και πού θα οδηγήσει διεθνώς αυτή η περίοδος θα διαφανεί προσεχώς από την κατάληξη της μάχης εξουσίας που εκτυλίσσεται μετεκλογικά ανάμεσα στη νέα διοίκηση και την παλιά γραφεικοκρατία στις ΗΠΑ, τις τελικές επιλογές του νέου προέδρου και το διεθνές περιβάλλον. Θα επανέλθουμε.

 

Δυτική Δημοκρατία: Άγνωστη λέξη όταν οι λαοί εναντιώνονται στην παγκοσμιοποίηση

 

Με την παγκοσμιοποίηση και το νεοφιλευθερισμό το τραπεζικό-χρηματιστηριακό κεφάλαιο, οι πολυεθνικές επιχειρήσεις με τη συνδρομή των  ΜΜΕ  και με εργαλεία τους θεσμούς, όπως ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, Παγκόσμια Τράπεζα, Ε.Ε. κ.λ.π.  και τις δυτικές κυβερνήσεις αφαιρούν από τα φτωχά και τα μεσαία κοινωνικά στρώματα, δηλ. από το 99% των κοινωνιών, τεράστια ποσά από τα εισοδήματά τους μέσω της υπερφορολόγησης, της ανεργίας, της αποβιομηχάνισης, της ραγδαίας μείωσης των αμοιβών, του ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας» και της «εισαγωγής» εκατομμυρίων λαθρομεταναστών με πρόσχημα την αλληλεγγύη και την ανθρωπιά.  Όλα αυτά τα βαφτίζουν μεταρρυθμίσεις και αυτά τα θηριώδη ποσά που αφαιρούν τα καρπώνεται το 1% που απεργάζεται στις συνόδους Νταβός και G8 εφιαλτικές μεθόδους εκμετάλλευσης και υπονόμευσης χωρών και κοινωνιών, όπως τώρα που σχεδιάζουν την εισαγωγή ρομπότ με τεχνητή νοημοσύνη στην παραγωγή, πράγμα που θα σημάνει εκατομμύρια ανέργους και υπερκέρδη στις ελίτ. Η χώρα μας, άλλωστε,  είναι η πρώτη που υπέστη αυτήν την επίθεση των ορνέων με γνωστές  σε όλους συνέπειες.

Οι λαοί, όμως, δεν είναι διατεθειμένοι να πεθάνουν.

Οσο πληθαίνουν οι λαοί που ψηφίζουν, είτε με δημοψηφίσματα, είτε με εκλογές, ό,τι ή όποιους εκφράζουν αντίθεση σε θεσμούς της παγκοσμιοποίησης τόσο η δημοκρατία θεωρείται περιττή  πολυτέλεια από τις ελίτ που  θέλουν να  πλουτίζουν με την επιβολή της φτωχοποποίησης των κοινωνιών.

Στη Δανία, Ιρλανδία, Γαλλία, Ολλανδία οι λαοί είπαν όχι στις διάφορες συνθήκες της  Ε.Ε. (Μάαστριχτ η Δανία,  συνθήκη της Νίκαιας η Ιρλανδία, ευρωσύνταγμα η Γαλλία και η Ολλανδία),  παρόλο που στην Ιρλανδία και Δανία τους υποχρέωσαν αυτοί οι «δημοκράτες» να το επαναλάβουν(Αναλυτικά στην έκδοση ΑΣΚΕ-4 του 2006  «Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗΝ ΕΟΚ/ΕΕ Η ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΟΡΟΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΔΟΥ»).  Στην Ελλάδα το 61,3% του ΟΧΙ πέρσι εξέφρασε, παρά τους εκβιασμούς, τη συσσωρευμένη οργή του ελληνικού λαού γι’αυτόν τον απάνθρωπό οργανισμό. Πρόσφατα οι Ολλανδοί (Απρίλιος 2016) απέρριψαν με 64% τη συμφωνία σύνδεσης Ε.Ε.-Ουκρανίας. Κατά κανόνα σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις η πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών κομμάτων ήταν αντίθετη με τη λαϊκή βούληση, κάτι που δείχνει την αυξανόμενη διάσταση κοινοβουλευτικής και κυβερνητικής εκπροσώπησης με τους λαούς.

Η εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ, προκάλεσε σοκ στο παγκόσμιο κατεστημένο (ΗΠΑ, Ε.Ε, Γερμανία, Γαλλία κ.λ.π)  όταν κατάλαβε ότι οι Αμερικανοί, ιδιαίτερα της περιφέρειας, με την εκλογή αυτού, του ανεξέλεγκτου από το πολιτικό τους  σύστημα και παρά τον ανηλεή πόλεμο που του έκαναν, εκφράσανε την αγανάκτησή τους για τα δεινά που υποστήκανε κατά την οκταετία του, κατά τα άλλα δημοκράτη, Ομπάμα, του υπέρμαχου της παγκοσμιοποίησης και των εμπορικών συμφωνιών (NAFTA. TTIP κ.λ.π) με την δραματική φτωχοποιήσή τους, την αποβιομηχάνιση της χώρας τους και την είσοδο εκατομμυρίων λαθρο-μεταναστατών, κυρίως Μεξικανών, θύματα της ανεργίας που προκάλεσε εκεί η NAFTA (Εμπορική Συμφωνία ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά).  

 

Τα δημοψηφίσματα, δηλ. η άμεση έκφραση της λαϊκής βούλησης,  στις χώρες της Ε.Ε. που αφορούν μειζονα ζητήματα γι’αυτήν, επειδή όσους εκβιασμούς και μέσα χειραγώγησης κι αν μετέλθουν τα αποτελέσματα  τους είναι κατά κανόνα αρνητικά με κορυφαίο το Brexit, οι διάφορες ελίτ θέλουν να τα καταργήσουν. Μερικοί άρχισαν να μιλάνε και για κατάργηση των εκλογών. Θυμίζουμε ότι πρώτος διδάξας ήταν ο Α. Τσοχατζόπουλος, που το 1992 όντας μάλιστα στην αντιπολίτευση, όταν ρωτήθηκε γιατί δεν μπαίνει σε δημοψήφισμα η συνθήκη του Μάαστριχτ απάντησε ότι τα δημοψηφίσματα είναι «οχλοκρατικές εκδηλώσεις» !!

«Εφτασε η στιγμή που οι ελίτ πρέπει να εξεγερθούν απέναντι στις αμαθείς μάζες»,  μας προετοιμάζει το αμερικανικό περιοδικό Foreign Policy. «Οι εκλογές είναι επικίνδυνες για τη δημοκρατία», γράφει σε επώνυμο άρθρο η βρετανική Guardian μετά το Brexit.και συνεχίζει «τα δημοψηφίσματα είναι πρωτόγονες διαδικασίες, που μετατρέπονται σε επικίνδυνα τσεκούρια στα χέρια απογοητευμένων και κακώς πληροφορημένων πολιτών».

Στις ΗΠΑ διαδηλώνουν κατά του Τραμπ, λες και δεν εκλέχτηκε με το δικό τους εκλογικό σύστημα. «Δεν είναι δικός μας προέδρος» λένε ως προοίμιο για τη χειραγώγησή του από το πολιτικό σύστημα σε θέσεις παρεμφερείς με Κλίντον και Ομπάμα. Ιδωμεν...

 

Οι υπέρμαχοι της παγκοσμιοποίησης «ανησυχούν» ότι με τις ογκούμενες αντιστάσεις των λαών κατά της παγκοσμιοποίησης ενισχύεται ο  «εθνικισμός» και ο «λαϊκισμός». Καταφέρονται κατά της δεξιάς και ακροδεξιάς ή και άλλων πολιτικών δυνάμεων που ενισχύονται σε μεγάλες χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία), επειδή εκφράζουν θέσεις κατά των παγκοσμιοποιητικών θεσμών (Ε.Ε., ευρωζώνη κ.λ.π) και της λαθρομετανάστευσης. Ομως οι «ανησυχούντες» δεν διερωτώνται γιατί η Αριστερά (εντός ή εκτός εισαγωγικών) στηρίζει τους θεσμούς αυτούς (Σταθάκης: «Η παγκοσμιοποίηση  είναι μια αναπόδραστη διαδικασία», (σ.σ.) πάλι καλά που δεν είπε ελέω Θεού!!). Είναι φανατική για το ευρώ και την «Ευρωπαϊκή ιδέα», δεν αντιτίθεται  στη λαθρομετανάστευση και στις διαλυτικές για τις χώρες και τις κοινωνίες εμπορικές συμφωνίες CETA (Καναδά-Ε.Ε.) και ΤΤΙΡ (HΠΑ-Ε.Ε.).

 Τι διαφορά έχουν απο τους άλλους;... Καμμία.

ΈναρξηΠροηγούμενο1234567ΕπόμενοΤέλος
Σελίδα 1 από 7


ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Α.Σ.Κ.Ε.)