ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ

Α.Σ.Κ.Ε.

Μετά από πολύμηνη προετοιμασία, κυρίως από τα ιδιωτικά ΜΜΕ (με τους γνωστούς στόχους και τις φανερές ή αφανείς ιδιοκτησίες και επιρροές), τέθηκε από μερίδα του πολιτικού φάσματος το αίτημα για το χωρισμό εκκλησίας και κράτους, με την ευκαιρία μάλιστα της δρομολογούμενης από τώρα αναθεώρησης του Ελληνικού Συντάγματος (στην οποία θα αναφερθούμε αναλυτικότερα σε επόμενο φύλλο).
Το ζήτημα (πρόβλημα σοβαρό για πολλούς) είναι πράγματι υπαρκτό. Όμως, όσοι αναφέρονται (θετικά ή αρνητικά) σ’ αυτό δεν έχουν πάντα (ομολογημένα ή ανομολόγητα) τις ίδιες σκέψεις και τους ίδιους στόχους στο μυαλό τους.
Αν ενδιαφέρονται για την κατοχύρωση της Ανεξιθρησκείας, της Ελευθερίας θρησκευτικής ή μη συνείδησης και στο βαθμό που θεωρούν ότι η κρατούσα κατάσταση δημιουργεί προβλήματα ή εμπόδια σ’ αυτήν, έχουν ασφαλώς δίκιο. Το ίδιο το Σύνταγμα, άλλωστε, την κατοχυρώνει.
Αν, αντίθετα, με το χωρισμό εκκλησίας-κράτους εννοούν π.χ. ότι θα περιορίσουν την επιρροή της Ορθοδοξίας, όπως έστω εκφράζεται από την Ελληνική Εκκλησία, στις διάφορες μορφές αυτονομίας της, άλλοι παράγοντες θα επηρεάσουν κυρίως την ενίσχυση ή αποδυνάμωσή της και όχι αυτός καθαυτός ο χωρισμός.
Αν πάλι με το χωρισμό αυτό αποβλέπουν στην αποδυνάμωση ενός, δυνητικά ή πραγματικά, ισχυρού πόλου αντίστασης στην αμερικανο-ευρωπαϊκή παγκοσμιοποίηση-πολτοποίηση (κάτι πολύ πιθανό, αν προσέξουμε ότι οι περισσότεροι θιασώτες του χωρισμού είναι και ένθερμοι υποστηρικτές του κατάπτυστου σχεδίου Ανάν), είναι βέβαιο ότι οι απόπειρές τους θα οδηγήσουν στο αντίθετο αποτέλεσμα.

Η λύση με δημοψήφισμα

Γενικά το ζήτημα-πρόβλημα είναι πολύ πιο πολύπλοκο απ’ όσο θα επέτρεπε μια γρήγορη και επιπόλαιη λύση και γι’ αυτό, πριν από οποιαδήποτε πρόταση λύσης, πρέπει να προηγηθεί σοβαρή και ευρύχρονη συζήτηση, ώστε να φωτιστούν όλες οι πλευρές του και όλες οι δυνατές αντιμετωπίσεις τους. Και, φυσικά, λόγω της μεγάλης σημασίας του θέματος, θα πρέπει η απόφαση να ληφθεί από το σύνολο του ελληνικού λαού με δημοψήφισμα.
Παραδόξως, κάποιοι υποστηρικτές του χωρισμού, ενώ δήθεν κόπτονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις δημοκρατικές ελευθερίες, απορρίπτουν τη διενέργεια δημοψηφίσματος για όλα τα σημαντικά ζητήματα και απαιτούν την επιβολή της δικής τους άποψης ασυζητητί, ακόμη κι όταν αποτελούν ελάχιστη μειοψηφία!
Στις 5 Γενάρη τελέστηκε η πολιτική κηδεία του Ανδρέα Μπίστη, αρχιτέκτονα-δημοσιογράφου, συνεπούς αγωνιστή της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, στελέχους του ΕΚΚΕ.
Η πλούσια πολιτική του δράση, πλαισιωμένη με ένα ανεπίληπτο ήθος, συνδέθηκε και με την ενίσχυση του εθνικού και κοινωνικού αγώνα των Κυπρίων για μια πραγματικά ελεύθερη Κύπρο, όπου τα όποια προβλήματα θα τα έλυναν οι ίδιοι οι Κύπριοι, ανεξάρτητα από καταγωγή ή θρήσκευμα. Αποτελούσε έτσι την ψυχή του σωματείου Σ.Α.Κ. (Συμπαράσταση Αγώνα Κύπρου) και της μετέπειτα Σ.Ε.Υ.Α.Ε.Κ. (Συντονιστική Επιτροπή Υπεράσπισης του Αγώνα για Ελεύθερη Κύπρο), στην οποία συμμετέχει και το ΑΣΚΕ και μέσω της οποίας γνωριστήκαμε.
Αιωνία του η μνήμη.
Η βρετανική προεδρία της Ε.Ε. έδωσε τη δυνατότητα στους πρώην(;) αποικιοκράτες της Κύπρου να εκδηλώσουν χωρίς ντροπή όλο τους το μίσος προς το λαό που τους ταπείνωσε πρώτα με τον υπέροχο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ και πρόσφατα με την απόρριψη του σχεδίου Ανάν, που εκπόνησε ο εκλεκτός διπλωμάτης τους λόρδος Χάνεϊ. Σε κάθε ευκαιρία προώθησαν απροκάλυπτα τις τουρκικές θέσεις.
Την ώρα που ο Μπλερ ήταν πρόεδρος της Ε.Ε., η σύζυγός του Σέρι ανέλαβε ως δικηγόρος και σε συνεργασία με Τούρκους δικηγόρους την υπεράσπιση ’γγλων σφετεριστών ελληνοκυπριακών περιουσιών στην κατεχόμενη Κύπρο, τις οποίες τους πούλησε ο Αττίλας. Η αμοιβή της θα είναι 75.000 ευρώ, πολλά από τα οποία (φημολογείται ότι) τα προσφέρει το τουρκικό κράτος.
Τέλος ο Βρετανός υπ. Εξ. Τζακ Στρο θέλει να επισκεφθεί την Κύπρο και να γίνει δεκτός από τον Ταλάτ στο «προεδρικό» του γραφείο, αναβαθμίζοντας με τον τρόπο αυτό το ψευδοκράτος, παρότι δεν τολμούν να το αναγνωρίσουν. Η κυπριακή κυβέρνηση αντιδρά κι έτσι η επίσκεψη Στρο παραμένει μετέωρη.

Στις 25 Ιανουαρίου, ώρα 7.30 μ.μ., στα γραφεία μας θα πραγματοποιηθεί η 3η «εσπερίδα βιβλιοθήκης», με ιστορικό περιεχόμενο, αφιερωμένη στην τουρκοκρατία, με ειδικές αναφορές στον κοινοτισμό και το ρόλο της Εκκλησίας στην περίοδο αυτή.
Στο διάλειμμα θα κόψουμε την πρωτοχρονιάτικη πίτα μας.
Στις Φεβρουαρίου, 7.30 μ.μ., θα πραγματοποιηθεί η 4η «εσπερίδα», με γενική αναφορά στα μεγάλα περιβαλλοντικά προβλήματα και ειδικές αναφορές στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και το ρόλο του αυτοκινήτου στη σύγχρονη ζωή.
Στις Μαρτίου, 7.30 μ.μ., θα πραγματοποιηθεί η 5η «εσπερίδα», με θέμα: πολιτική και λογοτεχνία στον 20ο αιώνα στην Ελλάδα και ειδικές αναφορές στον Καβάφη και το Ρίτσο.


Η κυβέρνηση της Ν.Δ. άλλαξε το καθεστώς των ΔΕΚΟ, με σκοπό να τις παραδώσει στους ιδιώτες κατά το δυνατόν πιο κερδοφόρες, με βάση τις ντιρεκτίβες της Ε.Ε..
Ισχυρίζεται ότι πρέπει να καταργηθεί η μονιμότητα των υπαλλήλων τους, γιατί τους κάνει αδιάφορους, με συνέπεια να παρέχουν κακές υπηρεσίες.
Ισχυρίζεται ότι οι μισθοί των υπαλλήλων των ΔΕΚΟ είναι υψηλοί και επιβαρύνουν τους πολίτες-καταναλωτές, με δύο τρόπους: α) με τα ακριβά τιμολόγια και β) με το παθητικό που δημιουργούν σε πολλές ΔΕΚΟ, με συνέπεια να πρέπει να χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Οι ισχυρισμοί αυτοί έχουν απήχηση στην κοινή γνώμη. Ας δούμε σε ποιο βαθμό είναι βάσιμοι.

Η μονιμότητα των υπαλλήλων

Η σημερινή κατάσταση στις ΔΕΚΟ δεν είναι ρόδινη. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι, αν αρθεί η μονιμότητα και δοθεί στην εκάστοτε Διοίκηση το διευθυντικό δικαίωμα να προβαίνει σε μεμονωμένες ή ομαδικές απολύσεις, οι υπηρεσίες θα γίνουν ικανοποιητικές. Δηλαδή, υποστηρίζει ότι μόνο το προσωπικό των ΔΕΚΟ ευθύνεται για τις κακές τους υπηρεσίες.
Αλλά απολύσεις προβλέπονταν και μέχρι τώρα, είτε για πειθαρχικά παραπτώματα είτε για υπηρεσιακή ανεπάρκεια, όμως αποφασίζονταν από υπηρεσιακά συμβούλια και όχι από την εκάστοτε Διοίκηση, που διορίζεται από την κυβέρνηση. Βεβαίως, τα συμβούλια αυτά δε λειτουργούν ουσιαστικά, αλλά την ευθύνη γι’ αυτό έχουν πάλι οι διάφορες κυβερνήσεις. Αυτός ο τρόπος κατοχυρώνει την ανεξαρτησία των υπαλλήλων των ΔΕΚΟ από τις διοικήσεις τους και επομένως θωρακίζει τις υπηρεσίες από τις σκοπιμότητες διοικητικών και, κατ’ επέκταση, κυβερνητικών χαριστικών αποφάσεων, που θέλουν να τους επιβάλλουν (πιέσεις να εισηγηθούν έργα, προμήθειες κ.λ.π.) και που υπερβαίνουν τα όρια της νομιμότητας.
Αντιθέτως, αν οι υπάλληλοι βρίσκονται υπό το φόβο της απόλυσης από τη Διοίκηση, τότε θα είναι πειθήνια όργανα και έρμαιά της (άρα και της κυβέρνησης), με συνέπεια αφ’ ενός οι χαριστικές αποφάσεις υπέρ των ευνοουμένων να φαίνονται ως εισηγήσεις των υπηρεσιών, φυσικά όχι με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον ή τη νομιμότητα, και αφ’ ετέρου να εξευτελίζεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Βέβαια, οι διοικήσεις θα μπορούν στη θέση των απολυομένων να προσλαμβάνουν άλλους, φιλοκυβερνητικούς, ευνοούμενους κ.λ.π.
Για τους λόγους αυτούς το ΑΣΚΕ είναι αντίθετο στην άρση της μονιμότητας, δηλ. αντίθετο στο διευθυντικό δικαίωμα των διοικήσεων να απολύουν.

Οι υψηλοί μισθοί και οι ζημιές των ΔΕΚΟ

Αφήνεται να αιωρείται ότι για τις ζημιές των ΔΕΚΟ δεν έχουν καμμία ευθύνη οι διορισμένες διοικήσεις τους και η εκάστοτε κυβέρνηση, που (εκτός των άλλων) ορίζει και τα τιμολόγιά τους.
Πολλές ΔΕΚΟ ήταν παλαιά ιδιωτικές εταιρείες (Ούλεν, Πάουερ κ.λ.π.), που κρατικοποιήθηκαν. Κάποιες συγχωνεύθηκαν (π.χ. η ΕΥΔΑΠ προήλθε από τον Ο.Α.Π. και την Ε.Ε.Υ.). Έτσι μπορεί να υπάρχουν σε μία ΔΕΚΟ πολλά μισθολογικά καθεστώτα, άνισα μεταξύ τους, με τη σύμφωνη γνώμη κυβερνήσεων, διοικήσεων και συνδικαλιστών.
Ο συνδικαλισμός στις ΔΕΚΟ αναπτύχθηκε με τη στήριξη των κομμάτων, κυρίως του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, ως ενδιάμεσος κρίκος τους με τους εργαζόμενους, και λειτούργησε ως προέκτασή τους, όχι για να διεκδικεί πραγματικά, αλλά για να επιβάλλει την πολιτική τους και να εξυπηρετεί τα κάθε είδους ρουσφέτια τους. Έτσι συνδικαλιστές συνήργησαν, ώστε να υπάρχουν σ’ ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, και όχι σε όλες, όπως πολλοί πιστεύουν, μισθοί πολύ υψηλότεροι από τους αντίστοιχους του ιδιωτικού και του στενού δημόσιου τομέα.
Όμως οι υψηλοί μισθοί δεν είναι ο σημαντικότερος λόγος για τις ζημιές των ΔΕΚΟ. Οι μεγάλες ζημιές οφείλονται στις χαριστικές πράξεις των Διοικήσεων (με κυβερνητικές υποδείξεις) σε προμηθευτές, εργολάβους και «συμβούλους» της λεγόμενης διαπλοκής (π.χ. Κόκκαλης στον ΟΤΕ, Μυτιληναίος στη ΔΕΗ, Μπόμπολας στα έργα των ΔΕΚΟ). Οφείλονται στις προκλητικές αμοιβές και αποζημιώσεις των διαφόρων διορισμένων διοικήσεων, στο υπεράριθμο προσωπικό (κυρίως διοικητικό, ενώ λείπει το τεχνικό), που φόρτωσαν οι εκάστοτε κυβερνήσεις, κυρίως του ΠΑΣΟΚ (το 1995-96 διορίστηκε ένας μεγάλος αριθμός ατόμων με ειδικές ανάγκες στις ΔΕΚΟ για κοινωνικούς λόγους). Επιπλέον ζημιές προκαλούνται, επειδή το Δημόσιο και η Τ.Α. δεν πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους εδώ και πολλά χρόνια σε ΔΕΚΟ, με αποτέλεσμα αυτές να προσφεύγουν σε τραπεζικό δανεισμό, αυξάνοντας έτσι τις ζημιές τους.
Με το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε προβλέπεται η επιβολή νέων κανονισμών προσωπικού σ’ όλες τις ΔΕΚΟ και, αν μία ΔΕΚΟ είναι ζημιογόνα, η κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων (Σ.Σ.) με κυβερνητικές αποφάσεις νομοθετικού περιεχομένου.
Αυτό θα έχει ως άμεση συνέπεια τη μείωση των μισθών, την αλλαγή ωραρίων και ασφαλιστικού, τη διάλυση του συνδικαλισμού και τη διαμόρφωση μιας παθητικής γενιάς προσωπικού, που μετά από κάποια χρόνια θ’ αποτελέσει το πρόσχημα για την πλήρη ιδιωτικοποίηση των κερδοφόρων ΔΕΚΟ. Είναι παγκόσμια πρωτοτυπία να ιδιωτικοποιούν τις ΔΕΚΟ και να κρατικοποιούν τους μισθούς του προσωπικού τους.
Έως τώρα τις Σ.Σ. στις ΔΕΚΟ υπέγραφαν οι ομοσπονδίες προσωπικού με τις διοικήσεις τους. Ο ΣΕΒ εμφανίζεται αντίθετος με την κατάργηση των Σ.Σ. στις ΔΕΚΟ, παρ’ όλο που ως τώρα δεν έχει καμμιά αρμοδιότητα, επειδή εκτιμά ότι με τις ιδιωτικοποιήσεις και την κατάργηση της μονιμότητας το κεφάλαιο που εκπροσωπεί ο ΣΕΒ θα διοικήσει τις ΔΕΚΟ και δεν επιθυμεί κρατική παρέμβαση στη διαμόρφωση των μισθών. Η ΓΣΕΕ, που επίσης δεν έχει αρμοδιότητα στις Σ.Σ., συμπλέει με το ΣΕΒ, επειδή θέλει να διατηρηθεί ο κομματικός συνδικαλισμός που υπάρχει στις ΔΕΚΟ, η ύπαρξη του οποίου απειλείται με την κατάργηση των Σ.Σ.. Η ΓΣΕΕ στηρίζεται κυρίως στους συνδικαλιστές των ΔΕΚΟ και η αποδυνάμωση των συνδικαλιστών αυτών θα τη μετατρέψει σε οιονεί κρατικό φορέα της αλήστου εποχής του Φώτη Μακρή, κάτι που δεν είναι επιθυμητό ούτε από το ΣΕΒ, επειδή δεν επιθυμεί την, έστω και έμμεση, εμπλοκή του κράτους στις επιδιώξεις του ΣΕΒ.
Το ΑΣΚΕ θεωρεί ότι οι μισθοί στις ΔΕΚΟ πρέπει να εναρμονισθούν με το γενικό επίπεδο μισθών, ώστε να υπάρχει αντιστοιχία με το είδος και τις απαιτήσεις της προσφερόμενης εργασίας, ανεξάρτητα από τον εργασιακό φορέα. Οι εργασιακές σχέσεις, οι συλλογικές συμβάσεις και κάθε ρύθμιση που αφορά το προσωπικό τους θα πρέπει ν’ αντιμετωπισθούν στα πλαίσια του Δημοσίου.

Οι ιδιωτικοποιήσεις των ΔΕΚΟ και η Ε.Ε.

Οι ιδιωτικοποιήσεις των ΔΕΚΟ, που πραγματοποιούνται από την περίοδο της κυβέρνησης Σημίτη και μετά, γίνονται με ντιρεκτίβες της Ε.Ε. στα νεοφιλελεύθερα πλαίσια της «απελευθέρωσης» της αγοράς (π.χ. τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρική ενέργεια), όπως αποφασίσθηκε στη Λισαβώνα (Μάρτης 2000). Στην πραγματικότητα οι ιδιωτικοποιημένες ΔΕΚΟ, έστω και αν το Δημόσιο διατηρεί την πλειοψηφία των μετοχών, έπαψαν να έχουν στόχο την κοινή ωφέλεια. Έχουν στόχο το κέρδος και προσπαθούν να διατηρούν τις μετοχές τους υψηλά. Αυτό έχει άμεση επίπτωση στο έργο που παράγουν, επειδή, για να εμφανίζουν κέρδη, περικόπτουν έργα και προμήθειες, που αποσκοπούν στη βελτίωση και επέκταση των κοινωφελών υπηρεσιών τους. Δεν αναπληρώνουν το τεχνικό προσωπικό που συνταξιοδοτείται, αναθέτοντας τη λειτουργία και τη συντήρηση των εγκαταστάσεων τους σε εργολάβους. Λειτουργούν οι ίδιες πλέον ως οιονεί εργολάβοι του Δημοσίου. Τώρα μιλούν για ανταγωνιστικότητα στις ΔΕΚΟ, αναμασώντας τα επιχειρήματα της Ε.Ε..
Έτσι διαστρεβλώνεται πλήρως ο χαρακτήρας αυτών των δημόσιων επιχειρήσεων, επειδή κέρδος, ανταγωνιστικότητα και κοινή ωφέλεια είναι έννοιες ασυμβίβαστες.
Είναι πασιφανές ότι, αν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ ήθελαν να λειτουργούν οι ΔΕΚΟ σωστά και να παρέχουν με επάρκεια τις υπηρεσίες τους στο κοινωνικό σύνολο, θα το είχαν πράξει μέσα στο σημερινό νομοθετικό πλαίσιο. Αλλά δε θέλουν, επειδή έτσι επιτάσσει η Ε.Ε.. Τις απαξίωσαν σκοπίμως, για να τις ιδιωτικοποιήσουν.
Το ΑΣΚΕ θεωρεί ότι το πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο λειτουργίας των ΔΕΚΟ πρέπει να αναδιαρθρωθεί ριζικά, ώστε να παρέχουν τις υπηρεσίες τους με επάρκεια και με γνώμονα την κοινή ωφέλεια. Αυτό σημαίνει ότι οι ΔΕΚΟ θα πρέπει να επανέλθουν στην πλήρη ιδιοκτησία του Δημοσίου.


ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Α.Σ.Κ.Ε.)