ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ

Α.Σ.Κ.Ε.

Στη «Σύμβαση Δανειακής Διευκόλυνσης», που συνυπέγραψε η κατοχική κυβέρνηση του Γιωργάκη με τους προστάτες της, δεσμεύτηκε να πάρει τα «κατάλληλα μέτρα που σχετίζονται με την πρόληψη και την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων ατασθαλιών». Πέραν της Σύμβασης, με επανειλημμένες διακηρύξεις και επικοινωνιακά τεχνάσματα η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει ότι αγωνίζεται κατά της … διαφθοράς.
Οι διακηρύξεις για καταπολέμηση της απάτης είναι άλλη μια απάτη στον κατάλογο των αναρίθμητων άλλων που διαπράττει η κυβέρνηση των κατοχικών. Ποια είναι η αλήθεια;
Η διαφθορά είναι εγγενές στοιχείο κάθε καθεστώτος εξάρτησης, και της χώρας μας βεβαίως, που αποτελεί ακραία περίπτωση εξαρτημένης χώρας. Μέχρι την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ το 1981 η διαφθορά χαρακτήριζε ένα σχετικά περιορισμένο κύκλο προσώπων γύρο από την εξουσία και ήταν κατακριτέα για τους πολλούς. Με την ένταξη η διαφθορά γενικεύτηκε και (το χειρότερο) αντιμετωπίζεται πλέον από τους πολλούς ως κάτι φυσιολογικό και ανεκτό. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε το σύνθημα, με την περίφημη δήλωσή του για το (σημιτικό) διοικητή της ΔΕΗ Δ. Μαυράκη: «Είπαμε να κάνει ένα δώρο στον εαυτό του, αλλά όχι και 300 εκατομμύρια»! Το λάθος του διοικητή δεν ήταν ότι λαδώθηκε, αλλά ότι υπερέβη την ταρίφα!
Με τον τρόπο αυτό η ΕΟΚ/Ε.Ε. εξασφάλισε την υποστήριξη της πλειοψηφίας, δημιούργησε τη δική της «φάρα» ( αντίστοιχη της «αμερικανικής φάρας» του σχεδίου Μάρσαλ) και το ΠΑΣΟΚ κατόρθωσε χωρίς πολλές απώλειες μελών και ψηφοφόρων να αντιστρέψει τις θέσεις του για όλα τα σοβαρά ζητήματα, μεταξύ αυτών και τη θέση «έξω από την ΕΟΚ».
Η σημερινή κατοχική κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (και ιδιαίτερα ο στενός κύκλος γύρο από το Γιωργάκη) μιμούνται σε απληστία τους προστάτες τους, Ε.Ε. και ΔΝΤ. Ό,τι προλάβουν ν’ αρπάξουν και να φύγουν στο εξωτερικό, αφού γνωρίζουν ότι οι μέρες τους στην Ελλάδα είναι μετρημένες. Τις μεγάλες μπίζνες (Αστακός, Σαρωνικός, Σκαραμαγκάς, πράσινη ανάπτυξη, εξοπλιστικά κ.λπ.) αναλαμβάνει η ίδια η family δια των αδελφών Νικολάου και Αντρίκου (που τα θαλασσώνουν συνήθως). Δεν είναι διατεθειμένοι πλέον να μοιράζονται τη λεία της εξουσίας ούτε με τα στελέχη του κόμματος, ούτε με τους συνδικαλιστές, ούτε (βεβαίως) με τον απλό κόσμο του ΠΑΣΟΚ. Μέρος των κλοπιμαίων αφήνουν μόνο στους μεγαλοεπιχειρηματίες και σ’ αυτούς λιγότερο από πριν.
Δεν πρόκειται, λοιπόν, για καταπολέμηση της απάτης, αλλά για μοίρασμα της λείας σε λιγότερα και μεγαλύτερα μερίδια. Να τους διώξουμε το ταχύτερο!
Με το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης έχουμε ασχοληθεί αναλυτικά στο παρελθόν. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. επέδειξαν ύποπτη απάθεια για το θέμα, με αποτέλεσμα η εισροή λαθρομεταναστών συνεχώς να επιταχύνεται. Από τους 45.000 καταμετρημένους το 2004 φτάσαμε τους 146.000 το 2008 (μόνο οι καταμετρημένοι, το τονίζουμε).
Μετά τις αναποτελεσματικές συμφωνίες με την Τουρκία το 2001 και το Μάιο 2010 η σημερινή κυβέρνηση επέλεξε για τη δημιουργία εντυπώσεων και μόνο την ανέγερση «φράχτη» στο χερσαίο τμήμα των συνόρων με την Τουρκία, μήκους 12,5 χιλιομέτρων και κόστους 4 εκατομμυρίων ευρώ. Η διανοουμενίστικη «αριστερά» αντέδρασε με σφοδρότητα, χαρακτηρίζοντας το φράχτη βαρβαρότητα και καταγγέλλοντας ότι παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα! Τα γλοιώδη παπαγαλάκια των τηλεσυζητήσεων επιχαίρουν για την απόφαση. Ο αρμόδιος υπουργός Χρ. Παπουτσής με βαρύγδουπες δηλώσεις υπόσχεται ότι θα διώξει όλους τους παράνομους μετανάστες! Την ίδια στιγμή η κυβερνητική παράταξη ψηφίζει στις 12/1/11 νόμο με τον οποίο νομιμοποιεί επιπλέον 200.000 παράνομους και με όλες της τις ενέργειές της ενθαρρύνει την εισροή τους στην Ελλάδα, η οποία δέχεται το 80% των παράνομων μεταναστών όλης της Ευρώπης (το υπόλοιπο 20% πηγαίνει Ισπανία και Ιταλία, κυρίως από Β. Αφρική), σύμφωνα με στοιχεία του Economist. Ποιος κοροϊδεύει ποιον, λοιπόν;
Το μοναδικό αποτέλεσμα του «τείχους» θα είναι να ανέβει η αμοιβή του Τούρκου δουλέμπορου από 1.000 ευρώ το κεφάλι σε 3.000 έως 5.000 ευρώ, αφού η είσοδος γίνεται πιο δύσκολη!
Είναι προφανές ότι ο φράχτης δεν μπορεί και δεν αποσκοπεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Είναι αμφίβολο αν θα κατασκευαστεί καν. Η εξαγγελία του έχει στόχο να πείσει τους αγανακτισμένους Έλληνες πολίτες και ιδίως περιοχών όπως του Αγ. Παντελεήμονα και του λιμανιού της Πάτρας ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα και να εξασφαλίσει την ανοχή τους και (ίσως) την ψήφο τους, εν όψει και πρόωρων εκλογών. Η στιγμή της εξαγγελίας μάλλον έχει σχέση με την κακοστημένη παράσταση του Ερζερούμ.
Το 2010 συνελήφθησαν στον Έβρο 55.000 παράνομοι, από τους οποίους το 50% στην περιοχή του φράχτη. Ήδη με καλύτερη φύλαξη το ποσοστό έπεσε στο 20%. Αν ήθελε πράγματι η κυβέρνηση των κατοχικών να λύσει το πρόβλημα, θα μπορούσε να κάνει καλύτερη φύλαξη και πρώτ’ απ’ όλα να ακυρώσει τις συμφωνίες που έκανε με την Ε.Ε. (Δουβλίνο 2) και την Τουρκία, η οποία έτσι κι αλλιώς δεν τηρεί τις συμφωνίες που κάνει, σύμφωνα με επίσημη δήλωση του πρωθυπουργού της. Ο ελληνικός λαός δε χρειάζεται λόγια και φράχτες, αλλά αποτέλεσμα. Δε θα λύσουμε εμείς τα κοινωνικά προβλήματα που δημιούργησαν οι Δυτικοί στις πρώην αποικίες τους, ούτε θα δεχθούμε να χρησιμοποιηθούν οι ταλαίπωροι μετανάστες σε παιχνίδια σε βάρος της πατρίδας μας.
Μια ευχάριστη έκπληξη ήταν το φυλλάδιο της Ιεραρχίας «προς το λαό», που με ομόφωνη απόφαση της Ιεράς Συνόδου διαβάστηκε στους ναούς την Κυριακή 19/12/10. Με σκληρή γλώσσα εκφράζει την αντίθεσή της στη σημερινή κατάσταση: «Η χώρα μας φαίνεται να μην είναι πλέον ελεύθερη, αλλά να διοικείται επί της ουσίας από τους δανειστές μας … Δηλώνουμε ότι είμαστε μια χώρα υπό κατοχήν». Κατηγορεί την πολιτική ηγεσία ότι «ουσιαστικά υπονόμευσε τα πραγματικά συμφέροντα της χώρας και του λαού» και ότι «καλλιέργησε τις πελατειακές σχέσεις μόνο και μόνο γιατί είχε ως στόχο την κατοχή και τη νομή της εξουσίας». Αναφέρει ότι «για πολλούς οικονομολόγους η παρούσα κρίση είναι κατασκευασμένη», προφανώς ενστερνιζόμενη αυτή την άποψη. Η έκπληξη προέρχεται από το γεγονός ότι μέχρι τώρα ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος συνέπλεε με την κυβέρνηση και το Πατριαρχείο, που ακολουθούν την αμερικανική πολιτική.
Δύο, νομίζουμε, είναι οι βασικοί λόγοι αυτής της μεταστροφής. Ο πρώτος είναι η απελπιστική οικονομική κατάσταση στην οποία περιέρχονται συνεχώς μεγάλες κοινωνικές ομάδες. Η Εκκλησία οφείλει να εκφράσει αυτούς τους ανθρώπους και να τους συμπαρασταθεί (συσσίτια κ.λπ.), διαφορετικά θα χάσει την επαφή με το πλήρωμά της. Ο δεύτερος είναι η φανερή επιδίωξη των ξένων δανειστών-προστατών ν’ αποδυναμώσουν κάθε θεσμό που διαφοροποιεί και στηρίζει τον ελληνικό λαό, ακόμη και τους συντηρητικούς θεσμούς, όπως η Εκκλησία. Έστω και με τη μορφή ερωτήματος καταγγέλλεται ότι οι απαιτήσεις των «κυριάρχων-δανειστών μας … αφορούν και στην πνευματική και πολιτιστική φυσιογνωμία της Πατρίδας μας …Την ενότητα μεταξύ των ποιμένων και του λαού έχουν στόχο οι έμποροι των λαών», για να μπορέσουν να τον υποτάξουν.
Στους δύσκολους αυτούς καιρούς ευχής έργο θα ήταν η συνεχής και δυναμική παρουσία της Εκκλησίας στην κοινωνία στο πλευρό κάθε αδυνάτου, εναντίον κάθε μορφής εκμετάλλευσης και αδικίας, όπως επιτάσσει η κοινωνικά απελευθερωτική ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση. Αυτό, όμως, προϋποθέτει τον εκδημοκρατισμό της Εκκλησίας, κάτι που δε διαφαίνεται, δυστυχώς, στον ορίζοντα.
Το διάγγελμα, πάντως, ήταν μια θετική συμβολή στην έκφραση της αντίθεσης του ελληνικού λαού προς το μνημόνιο, παρά τις εξισορροπιστικές κινήσεις του Αρχιεπισκόπου που προηγήθηκαν ή ακολούθησαν. Γι’ αυτό ήταν απαράδεκτη η στάση των περισσοτέρων κομμάτων της αριστεράς (ΚΚΕ, ΣΥΝ, ΔΗΜ.ΑΡ. κ.λπ.), που, αντί να συγχαρούν την Ιεραρχία (διατυπώνοντας τις δικαιολογημένες επιφυλάξεις τους), βρήκαν μόνο κακές κουβέντες να πουν. Αν δε μιλούσε η Εκκλησία για το μνημόνιο, θα την κατηγορούσαν (δικαίως). Τώρα που μίλησε πάλι ενοχλήθηκαν! Μήπως γιατί δεν έχουν πλέον το μονοπώλιο της έκφρασης της λαϊκής αντίδρασης κατά του μνημονίου ή μήπως γιατί κατά βάθος δεν ενδιαφέρονται ή δε θέλουν να καταργήσουν το μνημόνιο;
Στις αρχές Δεκεμβρίου ο Μ. Θεοδωράκης εξήγγειλε τη δημιουργία μιας κίνησης για «ζύμωση ιδεών μακριά από το πολιτικό κατεστημένο». Παρότι η πρόβλεψή μας είναι ότι η κίνηση δε θα ευδοκιμήσει, θεωρούμε υποχρέωσή μας να πάρουμε θέση.
Η Ιστορία θα ξεχάσει σύντομα τη σημερινή κίνηση του Μίκη και κάποιες άλλες πολιτικές του παρεμβάσεις μετά τη μεταπολίτευση, ενώ τον έχει ήδη καταγράψει οριστικά ως έναν από τους βασικούς πυλώνες του νεότερου πολιτισμού μας. Είναι ένας μουσικοσυνθέτης με παγκόσμια αναγνώριση, που δόξασε την πατρίδα μας. Μέσα από το έργο του έφερε κοντά σε όλο τον ελληνικό λαό (και σε όλο τον κόσμο) μεγάλους ποιητές μας, συμβάλλοντας στο σπάσιμο πολιτικών φραγμών. Χωρίς το έργο του Θεοδωράκη ο Σεφέρης και ο Ελύτης δε θα είχαν γίνει αποδεκτοί από τον κόσμο της αριστεράς και ο Ρίτσος θα είχε αγνοηθεί από την επίσημη πολιτεία.
Δεν είναι τυχαίο ότι το μεγάλο και κύριο μέρος του έργου του πραγματοποιήθηκε στο διάστημα που ο ίδιος συμμετείχε ενεργά στους πολύ δύσκολους αγώνες της (πατριωτικής και δημοκρατικής) αριστεράς, με εξορίες, φυλακές, φρικτά βασανιστήρια. Από τη μεταπολίτευση, όμως, και μετά η παρουσία του ήταν τις περισσότερες φορές αρνητική. Με τη δήλωσή του «Καραμανλής ή τανκς» το 1974 βοήθησε όσους σχεδίασαν μια μεταπολίτευση ακίνδυνη για το σύστημα. Το 1990 έγινε υπουργός του πλέον ξενόδουλου και ελεεινού προσώπου της πολιτικής μας ζωής, του Μητσοτάκη. Από την εποχή Οζάλ τον χρησιμοποίησαν στα σχέδια για «ομοσπονδιοποίηση» Ελλάδας- Τουρκίας, στην πραγματικότητα για την επέκταση της τουρκικής κυριαρχίας στον ελληνικό χώρο. Ήταν ο πρώτος που τόλμησε (συνέντευξη με τις πιτζάμες) να υποστηρίξει την κυβέρνηση Σημίτη που κατεξευτέλισε την Ελλάδα με την παράδοση του Οτσαλάν στους Τούρκους, βοηθώντας στην ανάκαμψή της.
Τα τελευταία χρόνια με δηλώσεις και αρθρογραφία τοποθετείται στα πολιτικά πράγματα από προοδευτικές και πατριωτικές θέσεις, προσπερνώντας όμως το ζήτημα-κλειδί για μια άλλη πορεία της χώρας μας: την αποχώρηση από την Ε.Ε. Αλλά ακόμη και σ’ αυτή τη φάση δέχθηκε να φωτογραφηθεί με Γιωργάκη-Ερντογάν κατά την επίσκεψη του δεύτερου στην Αθήνα, βοηθώντας το προδοτικό έργο των κατοχικών.
Αν με την κίνησή του ο Μ. Θεοδωράκης συμβάλει στην απόρριψη της υποτέλειας και των μνημονίων, θα βοηθήσει τον τόπο. Αν η κίνησή του εντάσσεται σε μια γενικότερη προσπάθεια μιας «νέας μεταπολίτευσης», όπως θεωρητικά εκφράζεται από το Β. Μαρκεζίνη, και εφ’ όσον η προσπάθεια επιτύχει, θα διακοπεί μεν το καταστροφικό έργο των κατοχικών, αλλά θα επιβιώσει το σύστημα ύστερα από άλλη μια τραγική περίοδο για τον ελληνισμό.
Υ.Γ.: Στις 17 Ιανουαρίου πολλοί επιστημονικοί σύλλογοι (ΔΣΑ, ΤΕΕ κ.λπ.) διοργάνωσαν εκδήλωση κατά του μνημονίου με ομιλητή το Μίκη, την οποία δεν προανήγγειλαν τα ΜΜΕ.
Το ΑΣΚΕ θεώρησε υποχρέωσή του να προβάλει την εκδήλωση μέσα από την ιστοσελίδα του και να την ενισχύσει με την παρουσία μελών και φίλων. Οι αντιφάσεις του Μίκη φάνηκαν στην ομιλία του, π.χ. προσπάθησε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα (υποστήριξη προς Καραμανλή και Μητσοτάκη), το σημαντικό όμως είναι ότι πέρασε ένα μήνυμα αντίστασης και ελπίδας. Ιδιαίτερα χειροκροτήθηκε, όταν τόνισε ότι ο ελληνικός λαός ενωμένος και αποφασισμένος δεν έχει να φοβηθεί κανέναν προστάτη και κανένα δανειστή.
Στην πολιτική συγκυρία που βρισκόμαστε σήμερα, με την πατρίδα μας υπό κατοχήν να περνάει κρίσιμες ώρες, νομίζουμε ότι είναι περισσότερο χρήσιμη από ποτέ η κατά το δυνατόν ισχυρότερη παρουσία του ΑΣΚΕ. Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι κατά την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ, οπότε όλοι ή θριαμβολογούσαν ή σιωπούσαν ή θεωρούσαν το ζήτημα δευτερεύον (προείχαν τα στενοκομματικά ή προσωπικά συμφέροντα), το ΑΣΚΕ φώναζε με όση δύναμη διέθετε ότι υποθηκεύεται το μέλλον της χώρας, ότι πρόκειται για την ολοκλήρωση του πλέγματος εξάρτησης, που θα οδηγούσε με βεβαιότητα στη σημερινή κατάσταση, την οποία είχαμε προβλέψει επακριβώς (βλ. ανακοίνωση ΑΣΚΕ 28/12/2001).
Τώρα που πρέπει να απαλλαγούμε απ’ αυτό το πλέγμα, για να μη διαλυθούμε ως κράτος, τώρα που η σκληρότητα των κατοχικών φαίνεται να οδηγεί σε μια μεγάλη κοινωνική εξέγερση (ειρηνική και δημοκρατική, ελπίζουμε) μόνο το ΑΣΚΕ θέτει το θέμα της αποχώρησης από την Ε.Ε. ως την πρώτη προϋπόθεση για τη διάσωση της χώρας μας και του πολιτισμού της, για την προάσπιση της ακεραιότητάς της, για τη δημοκρατία και την κοινωνική απελευθέρωση. Τώρα, μάλιστα, έχει αποδειχτεί στα μάτια του καθενός ότι το ΑΣΚΕ, όταν έκανε αυτές τις προβλέψεις, δεν υπερέβαλλε, απλώς έπραττε το καθήκον του. Σήμερα είναι πλέον πολύ μεγάλη η μερίδα του ελληνικού λαού που κατάλαβε τι επιδιώκουν η Ε.Ε. και οι άλλοι διεθνείς οργανισμοί του κεφαλαίου, που θέλει ν’ απαλλαγεί από αυτούς και περιμένει ν’ ακούσει μια ολοκληρωμένη πρόταση για την έξοδο από την κρίση και για την ανάκαμψη της πατρίδας μας. Ελπίζουμε ότι σ’ αυτή την πρόταση θα προσχωρήσουν και άλλες προοδευτικές δυνάμεις και το ΑΣΚΕ θα μοιραστεί το βάρος για την προώθησή της, αλλά προς το παρόν δε συμβαίνει αυτό.
Η φωνή του ΑΣΚΕ πρέπει ν’ ακουστεί ισχυρότερη και για έναν επιπλέον λόγο. Μαζί με τους κατοχικούς, που θα φύγουν νύχτα από την Ελλάδα, καταρρέει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Τα ξένα κέντρα που μέχρι τώρα μας εξουσιάζουν είναι βέβαιο ότι προετοιμάζουν εναλλακτικές λύσεις. Πολλοί θα σπεύσουν να βολευτούν, άλλοι θα στρουθοκαμηλίσουν. Το ΑΣΚΕ, όπως πάντα, θα πει στον ελληνικό λαό σε ποιους μπορεί να έχει εμπιστοσύνη και πόση εμπιστοσύνη μπορεί να έχει στον καθένα, ώστε επικεφαλής του αγώνα μας εναντίον του εχθρού μας να μην είναι ό ίδιος ο εχθρός μας, ώστε η φωνή που διαταγές μας δίνει να μην είναι του εχθρού μας η φωνή (Μπρεχτ).
Μέχρι τώρα το ΑΣΚΕ, με τις μικρές δυνάμεις που διαθέτει, προσπαθεί να προσφέρει αξιόπιστες αναλύσεις, προβλέψεις και προτάσεις, μέσα από την «Ενημέρωση», την ιστοσελίδα, τις εκδόσεις, τις εκδηλώσεις, τις προκηρύξεις, τις αφίσες και τις συνεντεύξεις στα λιγοστά μέσα όπου έχουμε πρόσβαση (αφού από τα μεγάλα ΜΜΕ των μεγαλοεπιχειρηματιών έχουμε και θα έχουμε το … προνόμιο του πλήρους αποκλεισμού). Δε μας δεσμεύει τίποτα και μοναδικό κριτήριο είναι το καλό της χώρας μας. Δυστυχώς οι πολλοί δε λειτουργούν έτσι, γιατί έχουν δεσμεύσεις και εξαρτήσεις, που τους επιβάλλουν αυτολογοκρισία, με συνέπεια οι προτάσεις τους να μην οδηγούν πουθενά.
Επίσης το ΑΣΚΕ, με τη φυσική παρουσία των μελών και των φίλων του σε φορείς και κινήσεις, σε συνεργασία με άλλες δυνάμεις με τις οποίες έχουμε κοινούς στόχους έχει και συγκεκριμένες επιτυχίες, π.χ. απόρριψη του σχεδίου Ανάν. Τέλος, πολλοί είναι αυτοί που μας λένε ότι η ανιδιοτελής στάση του ΑΣΚΕ είναι παράδειγμα και ελπίδα γι’ αυτούς ή ότι η φωνή του ΑΣΚΕ είναι η φωνή της συνείδησής τους. Ίσως αυτή να είναι και η μεγαλύτερη προσφορά του ΑΣΚΕ, γιατί πιστεύουμε ότι δε θ’ αργήσει η ώρα που αυτή η φωνή της συνείδησης θα καθοδηγήσει και τη δική τους στάση ζωής.
Η συμμετοχή του ΑΣΚΕ στις εκλογές
Το ΑΣΚΕ προσπαθεί να συμμετέχει και σε όλες τις εκλογές (εθνικές και ευρωεκλογές) όχι γιατί επιδιώκει να ικανοποιήσει μικροκομματικές ή προσωπικές φιλοδοξίες, αλλά γιατί είναι ο μοναδικός τρόπος να ακουστεί ευρύτερα η φωνή μας έστω για λίγα λεπτά, έστω τις μεταμεσονύκτιες ώρες. Η συμμετοχή σε εκλογές είναι η πιο επώδυνη πλευρά του πολιτικού μας αγώνα, κυρίως γιατί δεν έχουμε ούτε θέλουμε να έχουμε καμιά άλλη χρηματοδότηση πέραν των συνδρομών των μελών και των φίλων μας και κατά δεύτερο γιατί λίγοι άνθρωποι, χωρίς κανένα επαγγελματικό στέλεχος ή μέλος, πρέπει να επωμιζόμαστε μεγάλο φόρτο πρακτικής δουλειάς.
Σήμερα το οικονομικό πρόβλημα του ΑΣΚΕ είναι εντονότερο από ποτέ, γιατί η οικονομική κρίση έχει πλήξει λιγότερο ή περισσότερο το οικογενειακό εισόδημα όλων των μελών και φίλων. Όταν, μάλιστα, μέσα στο ίδιο σπίτι υπάρχουν δύο απολύσεις, η κατάσταση είναι τραγική. Ο μόνος τρόπος για ν’ ανταποκριθούμε και να μην απουσιάσουμε για 2η συνεχόμενη φορά (μετά το 2009) από εθνικές εκλογές είναι να διευρυνθεί σημαντικά ο κύκλος των φίλων που μας συμπαραστέκονται. Γι’ αυτό καλούμε τον καθένα και την καθεμιά που παρακολουθεί μέσα από την «Ενημέρωση» ή την ιστοσελίδα την προσπάθεια του ΑΣΚΕ και πιστεύει στην ανάγκη ενίσχυσής του να έρθει σε επαφή με την Εκτελεστική Επιτροπή και να δηλώσει από τώρα το μεγαλύτερο ή μικρότερο χρηματικό ποσό ή οποιαδήποτε άλλη βοήθεια μπορεί να προσφέρει. Αυτές οι δηλώσεις προσφοράς μπορεί να γίνουν
στις 30 Ιανουαρίου στα γραφεία μας στις 5 το απόγευμα,
οπότε και θα κόψουμε την πρωτοχρονιάτικη πίτα μας.
Η πολιτική κατάσταση είναι εξαιρετικά ρευστή, εκλογές μπορεί να προκηρυχθούν ανά πάσα στιγμή κι εμείς πρέπει τότε να είμαστε έτοιμοι, γιατί διαφορετικά δεν προλαβαίνουμε τις χρονικές προθεσμίες. Την απόφαση συμμετοχής ή μη θα πάρει η Σύνοδος του ΑΣΚΕ, η οποία θα συγκληθεί αμέσως με την τυχόν προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Εάν, τελικά, δεν καταφέρουμε να πάρουμε μέρος, είναι προφανές ότι συνεχίζουμε τον αγώνα μας σε όλους τους άλλους τομείς και με όλες μας τις δυνάμεις, αλλά οι δυνατότητες ενίσχυσης του ρόλου του ΑΣΚΕ περιορίζονται. Γι’ αυτό θέλουμε να εξαντλήσουμε όλες τις δυνατότητες για τη συμμετοχή μας και ελπίζουμε ότι θα τα καταφέρουμε.


ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Α.Σ.Κ.Ε.)