ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ

Α.Σ.Κ.Ε.

Τώρα που η συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού βιώνει τις συνέπειες των (όπως μας έλεγαν) «εθνικών στόχων», δηλ. της ένταξης στην ΕΟΚ/Ε.Ε. και της ένταξης στο ευρώ, χρηματοδότες και ΜΜΕ νεκρανασταίνουν πολιτικούς εκπροσώπους του δολαρίου και «ανακαλύπτουν» νέους, οι οποίοι μας προτείνουν την έξοδο από το ευρώ, αλλά την παραμονή στην Ε.Ε.
Η Ε.Ε. είναι η κυριότερη σύμμαχος των ΗΠΑ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν οι μεταξύ τους ανταγωνισμοί, οι οποίοι μεταφέρονται δια των εκπροσώπων τους και στην Ελλάδα. Οι Αμερικανοί θέλουν την παραμονή της Ελλάδας στην Ε.Ε., με αύξηση της δικής τους πολιτικής επιρροής. Στο νομισματικό επίπεδο έχουν ως πρώτη επιλογή την παραμονή της Ελλάδας σ’ ένα ευρώ αποδυναμωμένο και μη ανταγωνιστικό προς το δολάριο. Τη γραμμή αυτή εκφράζουν συντηρητικοί πολιτικοί, φθαρμένοι οι περισσότεροι από τον πολύχρονο αμαρτωλό πολιτικό τους βίο, κυρίως όμως σήμερα η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Ως δεύτερη επιλογή έχουν την αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ. Τη γραμμή αυτή θέλουν να εκφράσουν με άλλους «αριστερούς», παλαιούς και νέους.
Στον αντίποδα, οι δυνάμεις του γερμανικού ευρώ συσπειρώνονται περί το Σαμαρά, προσπαθώντας να κρατηθούν στην εξουσία ακόμη και με την ίδρυση νέου κόμματος, που θα συμπεριλάβει και απομεινάρια του ΠΑΣΟΚ.
Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι όσο οξύνεται η κρίση τόσο λιγότερο ολόκληρο το σύστημα θα μπορεί να εξυπηρετείται από τους φθαρμένους παλαιούς πολιτικούς και τόσο περισσότερο θα χρησιμοποιεί ακροδεξιούς και «αριστερούς».
Ο ελληνικός λαός δεν έχει ανάγκη από αλλαγή δυνάστη, αλλά από την Εθνική και Κοινωνική του Απελευθέρωση, που προϋποθέτει την αποχώρηση από την Ε.Ε. και το ευρώ της.
3 ημέρες πριν από την επέτειο της 12ης Οκτωβρίου 1944, ημέρας απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Γερμανούς, τους συμμάχους τους και τους ελληνόφωνους συνεργάτες τους, η άξια κληρονόμος του Αδόλφου Χίτλερ επισκέφθηκε την υπό κατοχήν Ελλάδα, επισημοποίησε την κυριαρχία της γερμανικής Ευρωπαϊκής Ένωσης και προώθησε τα συμφέροντα του γερμανικού κεφαλαίου.
Φεύγοντας η κ. Μέρκελ άφησε πίσω της τη δυαρχία των δύο γκαουλάιτέρ της, τον Ράιχενμπαχ, τοποτηρητή των Γερμανών τραπεζιτών, και τον Φούχτελ, τοποτηρητή των Γερμανών βιομηχάνων. Ο τελευταίος περιοδεύει ανά τη χώρα και κλείνει «δουλειές» με περιφερειάρχες και δημάρχους, που συμπεριφέρονται όπως οι διορισμένοι από τους Γερμανούς πριν από 70 χρόνια. Το δικαίωμα αυτό του έδωσαν οι αλήστου μνήμης Γιωργάκης και Ραγκούσης με το νόμο 3852 (Καλλικράτης), με τον οποίο κατάργησαν το ρόλο του ελληνικού κράτους ως ενδιάμεσου μεταξύ της ελληνικής Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των ξένων.
Σήμερα, επέτειο εκείνης της απελευθέρωσης, ο ελληνικός λαός καλείται από την ιστορία του σ’ ένα νέο αγώνα εναντίον της γερμανικής κατοχής, όχι για να πέσει πάλι στα δίχτυα των Αγγλοαμερικάνων (και των «αντιμνημονιακών» συνεργατών τους), αλλά για την Εθνική και Κοινωνική του Απελευθέρωση.
Δικαιολογημένα οι περισσότεροι ασχολούμαστε, σχολιάζουμε, αγανακτούμε και ετοιμαζόμαστε να αντιδράσουμε, παρά τη σύγχυση για το πως, στον από παντού ανηλεή βομβαρδισμό των «μέτρων» που απειλούν (για όσους δεν το έχουν επιτύχει ακόμη) την ίδια τη φυσική μας ύπαρξη. Όμως, παράλληλα, εκτυλίσσεται μια άλλη επίθεση και πάλι από παντού (μια που οι εκτελεστές έχουν καταλάβει θέσεις σε όλους τους χώρους...) το ίδιο βίαιη, αλλά πιο έξυπνη, καθότι «πνευματική», ώστε όσοι επιβιώσουν να είναι «έτοιμοι» να αποδεχθούν τη μοίρα που μας ετοιμάζουν.
Αφορμή για ν’ αναφερθούμε σ’ αυτήν την επίθεση κατά της οργανωμένης σε έθνος κοινωνίας μας ήταν το άρθρο του Νάσου Θεοδωρίδη, συνεργάτη του Α. Τσίπρα, στην «Αυγή» στις 27 του Οχτώβρη, απ’ όπου υποτίθεται ότι δίνεται ο μεγάλος αγώνας κατά των «Μνημονίων»! Εννοείται ότι τέτοιες απόψεις δεν τις συμμερίζονται όλοι όσοι μετέχουν του ΣΥΡΙΖΑ και όχι μόνο οι πασοκογενείς, όμως και μόνο ότι ανέχονται να συγκατοικούν με τέτοιες απόψεις τους καθιστά συνυπεύθυνους, ιδιαίτερα αν διαμαρτύρονται γι’ αυτές (π.χ. Γλέζος).
Δεν είναι, βέβαια, μόνος του ο κύριος αυτός στον αγώνα των ιδεών και οδηγιών Κίσινγκερ κατά παντός του ελληνικού. Αρκεί να θυμηθούμε τα κατορθώματα της Μ. Ρεπούση, που σπούδασε γαλλική φιλολογία, αλλά διδάσκει...ελληνική ιστορία (!) σε πανεπιστήμιο, υπό την υψηλή προστασία της Γιαννάκου της ΝΔ και τώρα του Κουβέλη, το Μέντορά της καθηγητή Λιάκο και τα φυτώριά του, το φανατικά ανθελληνικό ΕΛΙΑΜΕΠ, που χρηματοδοτείται από το ελληνικό δημόσιο, πέραν των άλλων διατλαντικών πηγών του, το μεγαλύτερο μέρος του Παντείου, τις αναρίθμητες ΜΚΟ, που αντλούν από ΗΠΑ, Αγγλία, Γερμανία και από τα μυστικά κονδύλια του ελληνικού (υποτίθεται) υπουργείου εξωτερικών, όπου συνεχίζεται η παράδοση του, κατ’ επιλογήν, όπως λέει, Έλληνα, Γιωργάκη.
Και άλλοι, ων ουκ έστι αριθμός, μεταξύ των οποίων και η άρτι επανακάμψασα ομάδα του «Ιού» της πάλαι «Ελευθεροτυπίας», η συμμετοχή της οποίας ομάδας διαφημίζεται πρωτοσέλιδα στο πρώτο φύλλο της νέας «Εφημερίδας των Συντακτών».
Όλους όμως τους ξεπερνά σε θράσος ο Νάσος Θεοδωρίδης του Τσίπρα, αυτός που, εκπροσωπώντας το ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ, στα Σκόπια υπεραμύνθηκε των εθνικιστικών παροξυσμών τους, κατηγορώντας τους Έλληνες ως εθνικιστές!! Γράφει λοιπόν ο κύριος αυτός στο παραπάνω άρθρο του με τον παραπλανητικό (γιατί άλλο περιεχόμενο προοιώνιζε...) τίτλο «28η Οκτωβρίου: ο πόλεμος που τελικά δεν ήταν τρικούβερτο γλέντι» τέτοιες φοβερές εκτιμήσεις σχόλια και περιγραφές που μόνο μεθυσμένος φανατικός ανθέλληνας θα εκστομούσε.
Δε θα παραθέσουμε αποσπάσματα του πονήματος αυτού, αλλά θα το ανατυπώσουμε ολόκληρο -Η ΑΘΛΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ κ. ΝΑΣΟΥ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ (από την «Αυγή» 27/10/2009)- , προς διασκέδαση και οργή των αναγνωστών μας, διερωτώμενοι μόνο τι θα έλεγε ο ποιητής του σε κάποιον που θα επέλαυνε στην κατοικία του, ζητώντας να του επιτραπεί «ελεύθερη διέλευση» σ’ αυτή, δηλ. μόνιμη κατοχή, μια που δε θα ήθελε να κατευθυνθεί στο κενό.
Βασικά αίτια του φαινομένου
Μπορεί να θεωρηθεί η περίπτωση του κ. Ν.Θ. του Τσίπρα ακραίο παράδειγμα έως και νοσηρό. Δυστυχώς όμως έχουμε στη χώρα μας χιλιάδες τέτοιους τύπους, κάτι που συνιστά μεγάλο πρόβλημα για την κοινωνία και τη χώρα μας και επομένως απαιτεί τουλάχιστο μια συνοπτική ερμηνεία του, που ίσως καταλήξει και σε τρόπους αντιμετώπισής του.
Από την πλευρά των ξένων
Πρώτα, και κυρίως, πρέπει να θυμόμαστε τη θέση, την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας και ευρύτερα του έθνους μας και πώς μας «έβλεπαν» και «βλέπουν» οι γείτονες και οι μακρινοί που είχαν (και έχουν!) βλέψεις για την περιοχή μας. Φρόντιζαν, λοιπόν, αυτοί διαχρονικά να εξαγοράζουν συνειδήσεις, να εξασφαλίζουν «συμμάχους» και να προωθούν, έτσι, τους στόχους, που αποκάλυψαν οι κυνικοί λόγοι του Κίσινγκερ, εκμεταλλευόμενοι στο έπακρο δικά μας, διαχρονικά επίσης, γνωρίσματα και ιδιομορφίες...
Έτσι, και ως αποτέλεσμα των παραπάνω, κυριαρχεί ο βραχνάς της στυγνής ξένης εξάρτησης, που κατατρύχει το «ελεύθερο» νεοελληνικό κράτος σχεδόν από την ίδρυσή του, ιδιαίτερα μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια..., με επιτυχή, έως τώρα, κατάληξη την πλήρη, σχεδόν, πολιτική, οικονομική και κοινωνική συμμόρφωση στα, αλληλοσυγκρουόμενα (ευτυχώς, αλλά χωρίς δική μας εκμετάλλευση...) συμφέροντα των «προστάτιδων δυνάμεων» του ελληνικού προτεκτοράτου. Δεν πέτυχαν το ίδιο, έως τώρα τουλάχιστο, και στο πνευματικό, πολιτιστικό, καλλιτεχνικό πεδίο, γι’ αυτό και τώρα εντείνουν περισσότερο τις προσπάθειές τους.
Από τη δική μας πλευρά
Δεύτερο, και ίσως πιο σημαντικό, αλλά και πιο περίπλοκο, είναι τα δικά μας γνωρίσματα, οι ιστορικές ιδιομορφίες μας, που, ενώ θα μπορούσαν (και σίγουρα θα μπορέσουν, και μάλιστα σύντομα...) να είναι τα βασικά εφόδια για την πολύπλευρη ανάπτυξή μας, κινδυνεύουν να γίνουν αντικείμενα εκμετάλλευσης εις βάρος μας.
Ένα από τα μεγάλα κατορθώματα της ελληνικής ιστορικής ανάπτυξης ήταν η καταξίωση του ατόμου, αφετηρία και αποτέλεσμα της Δημοκρατίας, βασική αιτία των κοινωνικών αγώνων και καθιέρωσης ανθρώπινων θεσμών κατοχύρωσής του και ταυτόχρονα απελευθέρωσης όλων των δυνατοτήτων σε όλους τους τομείς. Όλοι ήθελαν να είναι ίσοι (παρά το θεσμό της δουλείας!) και να μετέχουν ισόβαθμα, τουλάχιστο στην εξουσία. Δεν παραδέχονται κανένα πραγματικά ανώτερό τους, ακόμα κι αν το άξιζε!
Κάτι τέτοιο όμως είχε (και έχει) και την αρνητική πλευρά του. Όσοι αισθάνονται ότι παραγνωρίζεται η ιδιαίτερη (κατά την άποψή τους) αξία τους και άρα η μεγαλύτερη απ’ όση έχουν εξουσία, πολιτική-κοινωνική-πολιτιστική, διαμαρτύρονται, προκαλούν και αναζητούν, έστω και με αρνητικούς, καταστροφικούς, αποδομητικούς, μεταμορντέρνους (..!) τρόπους κάποια καθιέρωσή τους. Οι πιο αφελείς και φιλόδοξοι απ’ αυτούς ή γίνονται στόχοι των ξένων επιρροών, συνήθως με επιτυχία, ή μόνοι τους απευθύνονται στις πρεσβείες και διάφορα ιδρύματα και καταλήγουν όργανά τους με δέλεαρ «δόξα» και χρήμα. Έτσι άλλωστε επιλέγονται όλες οι εξουσίες μας, κάτι που μόνο εν μέρει επιτυγχάνεται σε άλλες χώρες.
Τέτοιοι, εδώ, έχουν κατακλύσει την πολιτική και πολιτιστική εξουσία και στελεχώνουν σχεδόν όλα τα ΜΜΕ. Αυτών απαύγασμα είναι οι διάφοροι Θεοδωρίδηδες και Ρεπούσες !!
Αντιμετώπιση
Δεν είναι, βέβαια, νομοτελειακή η επιτυχία τέτοιων προσπαθειών. Το αντίθετο συμβαίνει, γι’ αυτό και οι αγωνιώδεις, μέχρι απελπιστικής κορύφωσης απόπειρές τους. Αντιπροσωπεύουν πολύ μικρό ποσοστό (μαζί με όσους, έστω και πρόσκαιρα, επηρεάζουν) του ενεργού πολιτικά και πολιτιστικά ελληνικού πληθυσμού και ήδη προκαλούν πάνδημη, σχεδόν αντίδραση. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι δεν πρέπει με κάθε μέσο και τρόπο, εκτός της βίας, να απαξιώνονται, ακόμη και να λοιδορούνται, όπου εμφανίζονται. Το παράδειγμα της επίθεσης κατά των γραικύλων του 2ου π.χ. αιώνα που μας παραδίδει ο ιστορικός Πολύβιος θα είναι σήμερα αποτελεσματικό: «εθάρρει δε και τα παιδάρια κατά τας οδούς εκ των διδασκαλείων επανάγοντα κατά πρόσωπον αυτούς προδότας αποκαλείν»!!

 

Πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν διπλασιασμό των ποσοστών της «Χρυσής Αυγής», ενώ τα ποσοστά σχεδόν όλων των άλλων κομμάτων μειώνονται. Όσο αναξιόπιστα και «μαγειρεμένα» κι αν είναι τα αποτελέσματα αυτών των δημοσκοπήσεων, είναι μάλλον βέβαιο ότι το ποσοστό της «Χρυσής Αυγής» ανεβαίνει ανησυχητικά.
Τα αίτια
Στο προηγούμενο φύλλο της «Ε» (αρ. 146) είχαμε αναφερθεί στα βασικά αίτια του πρωτοφανούς φαινομένου μέσα σε 2,5 χρόνια ένα κόμμα να εκτοξευτεί από το 0,29% στο 7%(!), και μάλιστα με ηγεσία γελοία έως αποκρουστική.
Πρώτο και κύριο αίτιο η οικονομική και κοινωνική κρίση, για την οποία ο κόσμος θεωρεί δικαίως ότι ευθύνεται ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, κυρίως όσοι κυβέρνησαν, δευτερευόντως όσοι αντιπολιτεύτηκαν. Οι πολλοί θεωρούν ότι η «Χρυσή Αυγή» είναι «καθαρή», γιατί δε γνωρίζουν ότι ενισχύεται και χρηματοδοτείται από κέντρα που συμμετέχουν στη χειραγώγηση του πολιτικού συστήματος και μας κατάντησαν στη σημερινή κατάσταση.
Δεύτερο αίτιο η εισβολή των εκατομμυρίων λαθρομεταναστών, την οποία μεθόδευσαν ξένα κέντρα, με κύριο μοχλό το τουρκικό κράτος και το παρακράτος του, την ανέχθηκαν τα κόμματα εξουσίας (αν δε συμμετείχαν κι αυτά στο σχέδιο) και την καλύπτει πολιτικά το μεγαλύτερο μέρος της αριστεράς. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μας υποχρεώνει να κρατήσουμε όλους αυτούς στην Ελλάδα (Δουβλίνο-2). Η «Χρυσή Αυγή» εμφανίζεται ως το μόνο κόμμα που αντιδρά στην εισβολή, έστω και με τρόπο που δε συνάδει προς τον πολιτισμό μας, ενώ είναι όργανο των ξένων κέντρων που μεθόδευσαν την εισβολή.
Τρίτο αίτιο η μειοδοσία ολόκληρου του πολιτικού συστήματος στα εθνικά θέματα, με την οποία η «Χρυσή Αυγή» εμφανίζεται να διαφωνεί. Το κόμμα αυτό, όμως, θαυμάζει τους χειρότερους προδότες της Ελλάδας, αυτούς που συνεργάστηκαν με τις δυνάμεις του ’ξονα (που, μεταξύ άλλων, ήθελαν την προσάρτηση της Αν. Μακεδονίας και της Δυτ. Θράκης στη φασιστική Βουλγαρία) και τους χουντικούς, που έκαναν τα πάντα για να μπορέσει η Τουρκία να εισβάλει και να καταλάβει το 37% της Κύπρου. Όπως οι συνεργάτες του ’ξονα και οι χουντικοί, έτσι και οι χρυσαυγίτες παριστάνουν τους υπερπατριώτες.
Ρατσιστές και ναζιστές οι Έλληνες;
Ο ελληνικός λαός δεν έχει καμιά σχέση με το ρατσισμό. Το απέδειξε όταν εισέβαλαν στην Ελλάδα τα πρώτα κύματα των μεταναστών, τους οποίους σύσσωμος καλοδέχθηκε και περιέθαλψε. Το γεγονός ότι πολλοί (και «αντιρατσιστές» μεταξύ αυτών) τους εκμεταλλεύτηκαν, όχι γιατί ήσαν ξένοι ή «κατώτεροι», αλλά ως φτηνό εργατικό δυναμικό (όπως κάνουν και με Έλληνες, αν τους βρουν σε έσχατη ανάγκη), δεν αλλάζει την εικόνα. Όταν, όμως, οι λαθρομετανάστες κατέκλυσαν γειτονιές ολόκληρες, της Αθήνας κυρίως, όταν τα παιδιά δεν μπορούσαν να βγουν μόνα τους από το σπίτι να παίξουν ή να πάνε σχολείο, όταν οι ηλικιωμένοι δεν μπορούσαν να πάνε στην τράπεζα να εισπράξουν την πενιχρή σύνταξή τους, όταν η εγκληματικότητα έφτασε στο σημείο να αφαιρεί ανθρώπινες ζωές για λίγες δεκάδες ευρώ, κυρίως όταν πολλοί κατάλαβαν ότι υπάρχει σχέδιο εθνοκάθαρσης και αντικατάστασης του ελληνικού λαού από ένα «πολυπολιτισμικό» συνονθύλευμα, που δε θα είναι σε θέση να αντιδρά στα σχέδια των ΗΠΑ και της Ε.Ε., τότε όλοι ανησύχησαν. Όσοι δεν ήξεραν, απελπισμένοι ή αγανακτισμένοι, στράφηκαν εκλογικά προς τη «Χρυσή Αυγή». Είναι ένα εγκληματικό λάθος τους, δεν είναι αποτέλεσμα ρατσιστικής νοοτροπίας. Ρατσιστικά είναι όσα συμβαίνουν εις βάρος των Ελλήνων, από τους οποίους αφαιρείται το δικαίωμα να ζουν σύμφωνα με τις παραδόσεις τους και τον πολιτισμό τους, τους αφαιρείται σταδιακά και αθόρυβα ακόμη και το δικαίωμα να έχουν πατρίδα.
Ο ελληνικός λαός δεν έχει καμιά σχέση ούτε με το ναζισμό. Το απέδειξε με τη μεγαλειώδη Εθνική Αντίσταση 1940-45. Εξαίρεση οι ελάχιστοι μαυραγορίτες, κουκουλοφόροι, γερμανοντυμένοι και πάσης φύσεως συνεργάτες. Το αποδεικνύει και σήμερα με το μίσος που τρέφει και εκδηλώνει εναντίον της άξιας απογόνου του Αδόλφου Χίτλερ και των εντοπίων συνεργατών της.
Όποιος, λοιπόν, ισχυρίζεται ότι οι ψηφοφόροι της «Χρυσής Αυγής» είναι ρατσιστές και ναζιστές, ότι πρέπει να τους μισούμε και να τους πολεμούμε, της χαρίζει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που δεν της ανήκουν, δηλ. προσφέρει υπηρεσία σ’ αυτήν και κυρίως, όπως εξηγούμε παρακάτω, στους ξένους δυνάστες μας που τη χρησιμοποιούν.
Γιατί και πώς ενισχύεται;
Η «Χρυσή Αυγή» μέχρι πριν από 2 χρόνια ήταν μια περιθωριακή ομάδα, άγνωστη στους περισσοτέρους και χωρίς αξιόλογη οργάνωση, που στήθηκε για να κάνει «βρώμικες δουλειές», βομβιστικές ενέργειες και άλλες προβοκάτσιες. Είναι προφανές ότι, όσο κι αν οι συνθήκες την ευνοούν, δε θα μπορούσε ποτέ να γιγαντωθεί σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, αν δεν ενισχυόταν από κάποιους μηχανισμούς του συστήματος της εξάρτησης.
Όταν το σύστημα με τα μνημόνια περιήλθε σε βαθειά κρίση και το πολιτικό του προσωπικό σε πλήρη ανυποληψία, οι μηχανισμοί αυτοί την ενίσχυσαν, για ν’ αποτελέσει την πολιτική έκφραση ενός μέρους των θυμάτων του συστήματος, τα οποία θύματα το φυσικό θα ήταν να εκφραστούν από δυνάμεις πατριωτικές, δημοκρατικές και αριστερές. Η «Χρυσή Αυγή» εμφανίστηκε ως αντιμνημονιακή και ως η μοναδική πατριωτική δύναμη (με τις πραγματικά πατριωτικές δυνάμεις πλήρως αποκλεισμένες από τα καθεστωτικά ΜΜΕ), φέρνοντας σε δύσκολη θέση κάθε δημοκρατικό άνθρωπο, που φοβάται μήπως ταυτιστεί με τις θέσεις της.
Η αρχή έγινε με τη στρατολόγηση αντικοινωνικών στοιχείων από τα γήπεδα και άλλους χώρους βίαιης ή άκρως παραβατικής συμπεριφοράς, από τους ίδιους χώρους όπου στρατολογούνται με τον ίδιο τρόπο και οι «αντίπαλοί» τους. Το κίνητρο είναι η αίσθηση της δύναμης και το (έστω μικρό) οικονομικό όφελος, ενώ η ιδεολογική επένδυση έρχεται εκ των υστέρων. Είναι ενδεικτικό ότι και οι δύο «αντίπαλοι» έχουν στις τάξεις τους πολυάριθμους Αλβανούς, όχι βέβαια ανθρώπους που ήρθαν στην Ελλάδα για να βγάλουν με τίμιο τρόπο ένα κομμάτι ψωμί.
Οι χρυσαυγίτες άρχισαν τη δράση τους σε γειτονιές σαν τον ’γιο Παντελεήμονα, ως «προστάτες» των ανίσχυρων Ελλήνων πολιτών. Τα καθεστωτικά ΜΜΕ βοήθησαν, διαφημίζοντας αρνητικά το έργο αυτό. Έτσι η «Χρυσή Αυγή» έγινε γνωστή και στις περιοχές της Ελλάδας όπου δεν υπήρχε σοβαρό πρόβλημα.
Αντιναζιστικό ή απελευθερωτικό κίνημα;
Η κυρίαρχη αντίθεση σήμερα στην Ελλάδα είναι ανάμεσα στις δυνάμεις της κατοχής, Ε.Ε. και ΗΠΑ και των οργάνων τους, και στον ελληνικό λαό, που στη συντριπτική του πλειοψηφία καταστρέφεται από την κατοχή και τα μνημόνιά της. Οι δυνάμεις της κατοχής πανικοβλήθηκαν πέρσι, όταν είδαν σύσσωμο τον ελληνικό λαό να στρέφεται εναντίον τους (πλατείες κ.λπ.) και να γκρεμίζει το πολιτικό τους σύστημα. Έπρεπε, λοιπόν, να διασπάσουν την ενότητα του ελληνικού λαού, να μεταθέσουν την αντίθεση. Έτσι προσπαθούν να παρουσιάσουν ως κυρίαρχη μια αντίθεση ανάμεσα σε νεοναζί και «εθνοπροδότες» (που έχουν μαζί τους και τους λαθρομετανάστες), με τον έναν «αντίπαλο» να «νομιμοποιεί» την ύπαρξη του άλλου και με το ίδιο το σύστημα να ελέγχει και τους δύο.
Κάποιοι άφρονες από τον ευρύτερο χώρο της ανανεωτικής αριστεράς (λίγοι, ελπίζουμε) θεωρούν ότι η παρουσία της «Χρυσής Αυγής» τους βολεύει ως αντίπαλο δέος, ότι το «αντιναζιστικό μέτωπο» τους βοηθάει για ν’ αναρριχηθούν στην εξουσία, μετά την κατάρρευση του Σαμαρά, που φαίνεται ότι δε θ’ αργήσει. Δε βλέπουν ότι έτσι ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου.
Η απάντηση του ελληνικού λαού και στο φαινόμενο της «Χρυσής Αυγής» είναι η ανάπτυξη ενός μεγάλου Κινήματος Εθνικής και Κοινωνικής Απελευθέρωσης, που θα εκφράσει τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, θα εξαλείψει τα αίτια που γιγαντώνουν το νεοναζισμό, δηλ. θ’ απελευθερώσει τη χώρα από τα μνημόνια και την τρόικα (Ε.Ε, ΕΚΤ, ΔΝΤ-ΗΠΑ), θα επαναπατρίσει το σύνολο σχεδόν των ξένων (κρατώντας μόνο τους πραγματικούς πολιτικούς πρόσφυγες και τους ολιγάριθμους άλλους που αντέχει η ελληνική οικονομία και κοινωνία), θα προασπίσει την εθνική μας κυριαρχία, θα εξαλείψει τη βία και την παρανομία, θα αποκαλύψει την υποκρισία και το αποκρουστικό πρόσωπο του νεοναζισμού και θ’ αγκαλιάσει και όλα τα θύματα της κατοχής που έκαναν κάποια στιγμή το εγκληματικό λάθος να ψηφίσουν «Χρυσή Αυγή» (όχι τους οργανωμένους τραμπούκους, βεβαίως). Μέχρι τότε πρέπει να μπει μπροστά στην περιφρούρηση των συνοικιών με λαϊκές επιτροπές και να μην αφήνει το πεδίο ελεύθερο ν’ αλωνίζουν οι νεοναζί.
Ο νεοναζισμός αντιμετωπίζεται κυρίως ιδεολογικά και πολιτικά. Βεβαίως ο εξευτελισμός των δημοκρατικών θεσμών και οι παράνομες πράξεις πρέπει να τιμωρούνται, αλλά η πρόταση των «αντιρατσιτών» να τεθεί εκτός νόμου η «Χρυσή Αυγή» είναι έξω από τη δημοκρατική μας παράδοση, αναποτελεσματική και επικίνδυνη, ιδίως τώρα που η επιρροή της στο εκλογικό σώμα αυξάνεται. Το «αντιναζιστικό μέτωπο» θα ενισχύσει, αντί να αποδυναμώσει, τους νεοναζί. Εξ άλλου και ο αγώνας του 1940-45 ονομάστηκε «εθνικοαπελευθερωτικός» κι όχι «αντιναζιστικός».
Στην υποβόσκουσα διαμάχη ΗΠΑ-Γερμανίας για το ευρώ, τη λιτότητα και την κρίση έχουμε αναφερθεί πολλές φορές («Ενημέρωση» φ. 142 έως 145, επίκαιρα κείμενα). Αμέσως μετά την εκλογή Ομπάμα η διαμάχη αυτή μετατράπηκε σε ανοιχτή σύγκρουση, με αφορμή την περιβόητη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Φυσικά κανένας απ’ αυτούς δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για το καλό της Ελλάδας και του ελληνικού λαού. Φοβούνται ότι η τυπική χρεοκοπία της χώρας (η ουσιαστική έχει ήδη επέλθει) θα διαλύσει την ευρωζώνη και θα βυθίσει τον κόσμο σε μια άνευ προηγουμένου ύφεση, με κίνδυνο γενικευμένου κραχ.
Οι ΗΠΑ συνεπικουρούμενες και από την Κίνα (που έχει πολλά τρις ευρώ αποθεματικά) συγκρούονται με τη Γερμανία με αιχμή το ΔΝΤ, που τυπικά επικαλείται ότι ο κανονισμός του δεν του επιτρέπει να δανειοδοτεί χώρες που δεν έχουν βιώσιμο χρέος. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι όπου αναμίχθηκε το ΔΝΤ είτε οι χώρες χρεοκόπησαν, είτε το έδιωξαν κακήν-κακώς. Το ΔΝΤ μας έχει δανείσει από το Μάιο του 2010 ως σήμερα συνολικά 22 δις.
Το «βιώσιμο» χρέος
Το ΔΝΤ ζητά από τη Γερμανία να κουρευτούν τα κρατικά δάνεια που δόθηκαν από τις χώρες της ευρωζώνης στην Ελλάδα, ώστε το χρέος της να είναι «βιώσιμο», δηλ. 120% του ΑΕΠ το 2020. Ειναι απολύτως βέβαιο ότι ούτε τότε θα είναι βιώσιμο εφόσον ακολουθείται η ίδια πολιτική συνταγή της διαρκούς και ακραίας λιτότητας. Το ΔΝΤ, άλλωστε, δεν κουρεύει ποτέ τα δάνεια που χορηγεί. Ολες οι χώρες που δανείστηκαν απο το ΔΝΤ υποχρεώθηκαν να το ξεπληρώσουν.
Οι άρχουσες γερμανικές ελίτ διακατέχονται ιστορικά από το σύμπλεγμα ανωτερότητας και στυγνής επιβολής ακόμη και στη δική τους κοινωνία. Θέλουν να επιβάλλουν οιονεί κατοχή στις χώρες της Ε.Ε., με την οικονομική ισχύ τους, μέσω της θανατηφόρας για τα κράτη και τις κοινωνίες λιτότητας, με την οποία έχουν αποκομίσει τεράστια κέρδη. Όμως δεν αρκούνται σ’ αυτό. Επιδιώκουν την διαρπαγή των ενεργειακών πόρων και πηγών που έχουν γεωστρατηγική σημασία, όπως της Ελλάδας και της Κύπρου. Ο έλεγχος σ’ αυτές ήταν ανέκαθεν προνομιακό πεδίο για τις ΗΠΑ, γι’ αυτό η γερμανική αποθράσυνση αποτελεί casus belli για τις ΗΠΑ. Η Γερμανία σ’ αυτήν την αναμέτρηση θα ηττηθεί για μια ακόμη φορά.
Η δόση και η απουσία της Ελλαδας
Κι ενώ όλοι αυτοί τσακώνονται για το ελληνικό χρέος, η κυβέρνηση και οι άθλιοι σύμμαχοί της ενδιαφέρονται μόνο για τη ... δόση, χωρίς να τους αφορά πώς θα λυθεί το πρόβλημα του χρέους, που φορτώνει δυσβάστακτα βάρη στις πλάτες μας με τα υπέρογκα τοκοχρεωλύσια. Δεσμεύονται συνεχώς με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου σε νέα μνημόνια, που εντέλλεται η τρόικα, πέραν όσων ψηφίστηκαν με το ένα άρθρο στη Βουλή. Φοβούνται ακόμη και τους βουλευτές τους.
Όσο αργεί η δόση και δεν εισπράττουν οι τραπεζίτες τα 25 δις, βγαίνουν και οι νταβατζήδες στο κλαρί. Καραμνημονιακοί δηλ. παπαγάλοι, καθηγητάδες που τους έκοψαν τους μισθούς, αμαρτωλά εκδοτικά συγκροτήματα και άλλες ... δημοκρατικές δυνάμεις ξιφουλκούν κατά της Μέρκελ και του Σόιμπλε, «που μας πατάνε με τη μπότα τους στο λαιμό». Αυτά ώσπου να πέσει το χρήμα και να ... ξαναδοξάσουν τον ... συνεπή Σαμαρά.


ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Α.Σ.Κ.Ε.)