Το καθεστώς Μιλόσεβιτς ανετράπη,λοιπόν, με την ψήφο των Γιουγκοσλάβων και την εξέγερση της 5/10, που επέβαλετην αναγνώριση αυτής της ψήφου. Σημαντική καμπή. Αξίζει να υπενθυμίσουμε τηγνώμη μας για το καθεστώς αυτό και να κάνουμε τις εκτιμήσεις μας και για τηνανατροπή και για το μέλλον της Γιουγκοσλαβίας.
Το καθεστώς Μιλόσεβιτς
Το αφελέστερο των πραγμάτων είναι να κάνει κανείς πολιτικέςαναλύσεις και ιδιαίτερα να γράφει τη σύγχρονη ιστορία (όπως κάνουνοιπερισσότεροι πανεπιστημιακοί) στηριζόμενος μόνο στις επίσημες ανακοινώσεις,ομιλίες και αποφάσεις. Η Γιουγκοσλαβία ίσως είναι το κλασικότερο παράδειγμα.
Επισήμως ο Μιλόσεβιτς ήταν ένας σκληρός Σέρβος εθνικιστήςκαι συγχρόνως συνεχιστής του ιδιόμορφου σοσιαλιστικού καθεστώτος του Τίτο. Αντο δεύτερο σκέλος δεν απέχει πολύ από την αλήθεια, για το πρώτο το ΑΣΚΕ είχεεκφράσει τις σοβαρές του αντιρρήσεις. Η εκτίμησή μας ήταν και είναι ότι οΜιλόσεβιτς με το προσωπείο του εθνικισμού έπαιξε καθαρά το παιχνίδι τωνΑμερικανών. θυμίζουμε:
’σημος πήγε στην Αμερική για επιχειρηματικούς λόγους ωςεκπρόσωπος Τράπεζας και μετά την τριετή παραμονή του εκεί αναρριχήθηκε σεχρόνο-ρεκόρ στη θέση του ηγέτη του κυβερνώντος κόμματος.
Αρνούμενος την εκ περιτροπής Προεδρία της Γιουγκοσλαβίας,έδωσε το πρόσχημα στις δυτικόφιλες ελίτ της Σλοβενίας και της Κροατίας νααποσχισθούν.
Συνέβαλε με τις προκλήσεις του στην όξυνση των πνευμάτωνστην Βοσνία και, όταν οι Σέρβοι της Βοσνίας πήραν τα όπλα, τους εγκατέλειψε προκλητικά.Όταν οι Σερβοβόσνιοι, παρ' όλ αυτά, κυριάρχησαν στρατιωτικά, ο Μιλόσεβιτςυπέγραψε την άδικη για τους Σέρβους συνθήκη του Ντέϊτον και με απειλές,εκβιασμούς και αποκλεισμούς ανάγκασε τους συμπατριώτες του να την αποδεχθούνκαι να υποστούν σκληρούς διωγμούς (2.000.000 πρόσφυγες).
Ενώ οι Αλβανόφωνοι του Κοσσυφοπεδίου ζητούσαν διεύρυνσητων δικαιωμάτων τους, ο Μιλόσεβιτς τους στέρησε κι αυτά που είχαν (αυτονομία),δίνοντας πρόσχημα στους Δυτικούς γκάνγκστερς να επέμβουν. Κι όταν αυτοίεπενέβησαν, η αντίδραση των ισχυρότατων Γιουγκοσλαβικών Ενόπλων Δυνάμεων ήτανανύπαρκτη, αντίθετα προς τον ηρωισμό του λαού. Το αποτέλεσμα ήταν η απώλεια τουμεγαλύτερου μέρους του Κοσσυφοπεδίου.
Στη διάρκεια της προεδρίας του είχε στενές σχέσεις με τηνακροδεξιά και τον υπόκοσμο.
Αν κάποιος δε μπορεί να δεχθεί αυτή την εκτίμηση για τοδιπλό πρόσωπο του Μιλόσεβιτς, αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι ο αυταρχισμός και ο νεποτισμός του καθεστώτος του.Αναμφισβήτητα είχε και λαϊκή βάση (καμία σχέση με τη δικτατορία τουΤσαουσέσκου) και λόγω της πολυάριθμης νομενκλατούρας και λόγω των εναντίον τουεπιθέσεων των Δυτικών. Πάντως η επιρροή του συνεχώς μειωνόταν και κατέληξεμειοψηφία, με την πλειοψηφία να είναι εξοργισμένη εναντίον του για τους λόγουςπου προαναφέραμε.
Οι εκλογές και τι εξέγερση
Ο Μιλόσεβιτς έκανε τις πρόωρες εκλογές, πιστεύοντας ότι(έστω και με κάποια μικρή νοθεία) θα τις κερδίσει. Τελικά αναγκάστηκε να κάνειεξόφθαλμη νοθεία και να εντείνει τις εναντίον του αντιδράσεις, που κορυφώθηκανμε την εξέγερση της 5/10, που τον ανέτρεψε.
Η εξέγερση δεν ήταν ούτε κατευθυνόμενη, ούτε αναμενόμενη απότη Δύση. Γι' αυτό και ο εκπρόσωπος της κ. Ολμπράϊτ στα Βαλκάνια Γιωργάκης, μέσαστην ανεκδιήγητη ανοησία του, κάλεσε τους Γιουγκοσλάβους να προσέλθουν στον 2°γύρο των εκλογών [και εκ των υστέρων ισχυρίζεται ότι δικαιώθηκε η πολιτικήτου!]. Η εξέγερση εξέφρασε την αποφασιστικότητα της πλειοψηφίας ενός λαούυπερήφανου, πολιτικοποιημένου και ηρωικού. Οι Γιουγκοσλάβοι παρέδωσαν πολιτικάμαθήματα στους βάρβαρους της Δύσης (όπου η ανθρώπινη ζωή είναι πολύ φτηνή),αφού ολόκληρη εξέγερση ήταν αναίμακτη. Οι Γιουγκοσλάβοι είναι ένας από τους λαούς που οι Δυτικοί "δεν τους πάνε" ,όπως τους Έλληνες, γι' αυτό θέλουν την αποδυνάμωση του και τη συρρίκνωση τηςκρατικής του οντότητας.
Πολιτικά το κίνημα κατά του Μιλόσεβιτς εκφράστηκε από τησυμμαχία των 18 κομμάτων της αντιπολίτευσης, που περιλαμβάνει όλες τις τάσεις.Συνολικά είναι ένα κίνημα δημοκρατικό, που δεν ελέγχεται από κανέναν. ΟΚοστούνιτσα είναι ό,τι ακριβώς και το κίνημα που τον ανέδειξε. Ασυμβίβαστοςπρος το καθεστώς Μιλόσεβιτς, ασυμβίβαστος στα εθνικά θέματα, αδιάφθορος,αποδεκτός απ' όλους. Βεβαίως μέσα στην αντιπολίτευση υπάρχουν και οιδυτικόφιλοι, όπως ο γερμανόφιλος Τζίντζιτς, που χρηματοδοτήθηκαν πλουσιοπάροχαστον προεκλογικό τους αγώνα. Επηρεάζουν το κίνημα, αλλά δεν το ελέγχουν. Οιδηλώσεις και κινήσεις του Κοστούνιτσα μετά την εξέγερση είναι χαρακτηριστικές:
"Δε μοιραζόμαστε τη νίκη μας με κανέναν, ούτε με τηΡωσία, ούτε με την Αμερική", είπε.
Αρνείται την παραπομπή του Μιλόσεβιτς στο Δικαστήριο τηςΧάγης, όπως ζητούν οι Δυτικοί, και (το κυριότερο) αρνείται την εγκυρότητα τουΔικαστηρίου.
Επιδιώκει την εθνική συμφιλίωση και θεωρεί πρωταρχική τουεπιδίωξη την παραμονή Μαυροβουνίου και Κοσσυφοπεδίου στα πλαίσια τηςΓιουγκοσλαβίας.
Η πρώτη του συνάντηση δεν ήταν με κάποιο Δυτικό, αλλά μετον Ιβάνοφ, το μόνο που του έδωσε το δικαίωμα να αναμιχθεί στα εσωτερικά τηςΓιουγκοσλαβίας.
Η Δύση
Η "κατασκευή αντιπάλου" είναι μια συνταγή που ηΑμερική την ακολούθησε και στον Περσικό Κόλπο. Δαιμονοποίησε ένα δικό τηςάνθρωπο, το Σαντάμ, τον οποίο "κατατρόπωσε" άνευ αγώνος. Έτσι η ίδιαξεπέρασε το σύνδρομο του Βιετνάμ και τρομοκράτησε τους λαούς, κάνοντας επίδειξητης "ακαταμάχητης" πολεμικής της μηχανής.
Στη Γιουγκοσλαβία προσπαθούσε να κρατά διαιρεμένη τηναντιπολίτευση, για να επιβιώνει ο άλλος δικός της "δαίμονας" οΜιλόσεβιτς. Όταν η αντιπολίτευση άρχισε να συγκλίνει στο πρόσωπο τουΚοστούνιτσα, οι δυτικόφιλοι βρέθηκαν σε δίλημμα: να υποστηρίξουν τον Κοστούνιτσακαι στη θέση ενός αντιπάλου-μαϊμού να βάλουν έναν πραγματικό πατριώτη (όπωςέκανε ο Τζίντζιτς) ή να μην τον υποστηρίξουν και να εξαφανιστούν πολιτικά (όπωςέκανε ο Ντράσκοβιτς);
Οι μεγάλες χώρες της Δύσης αναγκάζονται τώρα να αναγνωρίσουντον Κοστούνιτσα, αφού σ' όλη τη διάρκεια του αγώνα κατά του Μιλόσεβιτς ταδυτικά ΜΜΕ παρουσίαζαν όλη την αντιπολίτευση ως "δική τους".[Δηλώσεις, βέβαια, έκαναν μόνο ο Τζίντζιτς και ο Ντράσκοβιτς! Τα άλλα 16κόμματα τα αγνοούμε, όπως αγνοούσαμε μέχρι πριν λίγο και τον Κοστούνιτσα και τοκόμμα του, παρ' όλο που εκλογικά είχε φτάσει στο 7%!]. Στην παγίδα έπεσαν καιπολλοί προοδευτικοί άνθρωποι στην Ελλάδα, που δεν έβλεπαν με καλό μάτι τοκίνημα κατά Μιλόσεβιτς.
Πάντως η Δύση έχει τώρα πραγματικό πρόβλημα, γιατί είναι υποχρεωμένηνα αποθαρρύνει την απόσχιση του Μαυροβουνίου και του Κοσσυφοπεδίου και γενικάνα σταματήσει την (ανοικτή τουλάχιστον) υπονόμευση της ακεραιότητας τηςΓιουγκοσλαβίας.
Η προοπτική της Γιουγκοσλαβίας
Μέχρι στιγμής υπάρχουν δύο θετικά δεδομένα:
Ανετράπη ο Μιλόσεβιτς.
Δεν υπήρξε αιματοχυσία στην εξέγερση και (κυρίως) δεφαίνεται να υπάρχει διάθεση αντεκδικήσεων, διχασμού και διωγμών κατά τουΣοσιαλιστικού Κόμματος (Σ.Κ.)
Όμως από δω και πέρα αρχίζουν τα δύσκολα.
Στο ζήτημα της ακεραιότητας της Γιουγκοσλαβίας οΚοστούνιτσα φαίνεται αποφασισμένος και θα έχει την ομόθυμη υποστήριξη όλων τωνσυμπατριωτών του (μερικών, έστω, εξ ανάγκης).
Πολιτικά θα πρέπει να υπάρξει ένα σταθερό μπλοκ εξουσίας,πράγμα δύσκολο, γιατί το κίνημα δεν αναπτύχθηκε με βάση το τι θέλει, αλλά τι δεθέλει. Το καλύτερο θα ήταν το μπλοκ αυτό να περιλάβει όλες τις πατριωτικέςπολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, μαζί με όσες υπάρχουν στο Σ.Κ., μαζί και μετην Εκκλησία, που φαίνεται ότι διαδραματίζει θετικό ρόλο. Αυτό όμως σ' αυτή τηφάση μάλλον φαίνεται ουτοπικό και το πιθανότερο είναι να συμμετάσχουν στηδιακυβέρνηση και οι δυτικόφιλοι, με όσα αρνητικά αυτό συνεπάγεται. (Ο Τζίντζιτςήδη ζήτησε το Υπουργείο Εξωτερικών). Κρίσιμο θα ήταν στις εκλογές πουπρογραμματίζονται για το Δεκέμβρη το κόμμα του Κοστούνιτσα να έπαιρνε έναμεγάλο ποσοστό. Πάντως αργά ή γρήγορα οι αποκλίνουσες τάσεις θα κυριαρχήσουνκαι θα υπάρξει πολιτική κρίση, από την οποία μπορεί να προκύψει ο,τιδήποτε.
Τέλος (και το κυριότερο) υπάρχει το ζήτημα του μοντέλουανάπτυξης που θα ακολουθήσει η Γιουγκοσλαβία, θα διατηρηθεί (και σε ποιο βαθμό)ο κοινωνικός έλεγχος της οικονομίας ή θα ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, κατά τιςεπιταγές της παγκοσμιοποίησης;
Οπωσδήποτε παρατηρείται και στη Γιουγκοσλαβία (όπως σ' όλεςτις χώρες της Αν. Ευρώπης μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού) μιατάση σύγκλισης προς την ΕΟΚ, που έσπευσε να δώσει την πρώτη"βοήθεια". Το θέμα είναι με ποιους όρους θα γίνουν η σύνδεση με τηνΕΟΚ και οι ξένες επενδύσεις, με ποιους όρους θα δοθούν τα δάνεια και από πού.Ευτυχώς για τη Γιουγκοσλαβία οι επιλογές της ΕΟΚ και της παγκοσμιοποίησηςαμφισβητούνται πλέον ευρύτατα κι έτσι μάλλον ταχύτερα από τις άλλες χώρες θαγίνει σαφές τι σημαίνει να ακολουθεί κανείς τις συνταγές των μεγάλων οικονομικώνοργανισμών της Δύσης.
Κατηγορία
Φύλλο 78 Οκτωβρίου 2000
Το εισιτήριο για το ευρώ κόστισε ακριβά στα ελληνικάνοικοκυριά Περίπου 1,3 τρις. δρχ. υπολογίζεται η απώλεια εισοδημάτων απότη μείωση των επιτοκίων μέσα στο 2000, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος.Σ' αυτά θα πρέπει να προσθέσει κάποιος την απώλεια αγοραστικής δύναμηςαπό τον πληθωρισμό, που αυξήθηκε λόγω της διπλής διολίσθηοης της δραχμήςκαι του ευρώ, χωρίς να αυξηθούν αντίστοιχα οι μισθοί και οι συντάξεις,οπότε το συνολικό κόστος αγγίζει τα 2 τρις. δραχμές.
Κατηγορία
Φύλλο 79 Δεκεμβρίου 2000
Η Ε.Ε. του ΑΣΚΕ αποφάσισε να επιχειρήσει μια προσπάθεια δημιουργίας κινήματος για την αποχώρηση της χώρας μας από την ΕΟΚ, με πρόταση που θα κινείται στα παρακάτω πλαίσια:
Πριν από την ένταξη στην ΕΟΚ η κατάσταση στη χώραμας δεν ήταν ειδυλλιακή. Όμως με την ένταξη έγινε πολύ χειρότερη. Η εξάρτηση βάθυνε και οι κυβερνήσεις λειτουργούν απροσχημάτιστα, πλέον, ως εντολοδόχος των ξένων. Τα αποτελέσματα της ένταξης είναι πλέον αισθητά σ' όλους τουςτομείς της δημόσιας ζωής και σε κάθε κοινωνική κατηγορία. Πρέπει να θυμηθούμε ότι μας έβαλαν στην ΕΟΚ χωρίς δημοψήφισμα, δηλ. χωρίς να μας ενημερώσουνκαι χωρίς να μας ρωτήσουν.
Η αποχώρηση της Ελλάδας από την ΕΟΚ δε θα είναι πανάκεια. Είναι, όμως, αναγκαία προϋπόθεση όχι μόνο για οποιαδήποτε πρόοδο, αλλά και για την επιβίωσή μας ως έθνους. Όσο ταχύτερα προχωρήσουμε τόσο θα αποφύγουμετα χειρότερα.
Σ' όλες τις χώρες της ΕΟΚ δυναμώνουν οι αντιδράσειςκαι οι αμφισβητήσεις, που περιλαμβάνουν από την άρνηση της ΟΝΕ (π.χ. δημοψήφισμαστη Δανία) μέχρι την άρνηση της ΕΟΚ. Πρέπει να θυμηθούμε π.χ. ότι η Γαλλία και η Σουηδία ενέκριναν τη συνθήκη του Μάαστριχτ με 52 % ΝΑΙ και 48 % ΟXΙ.
Η χώρα μας υφίσταται περισσότερο από κάθε άλλη τις συνέπειες της ένταξης, σύμφωνα με τα στοιχεία της ίδιας της ΕΟΚ. Όποιος ισχυρίζεται ότι αγωνίζεται εναντίον της αμερικάνικης παγκοσμιοποίησης και ειδικότερα για τα συμφέροντα της Ελλάδας πρέπει να στρατευτεί στοναγώνα για την αποχώρηση.
Η Ελλάδα δεν πρέπει να αντιδράσει τελευταία, αλλά πρώτη. Ένα κίνημα κατά της ΕΟΚ πρέπει να περιλαμβάνει φορείς και πολίτες απ' όποια πλευρά κι αν προσεγγίζουν το ζήτημα.
Το ΑΣΚΕ θα απευθυνθεί σ' όλους αυτούς και θα προτείνει συνεργασία, πρωτοβουλίες και αγώνα κάθε μορφής, για να αποχωρήσει η Ελλάδα από την ΕΟΚ.
Εννοείται ότι η πρόσκληση δεν περιλαμβάνει την ακροδεξιά,που μερικές φορές υιοθετεί λαϊκά αιτήματα, για να εκμεταλλευθεί την αγανάκτηση των λαών, προσφέροντας έτσι στους «εκσυχρονιστές» της παγκοσμιοποίησηςκαι της ΕΟΚ άλλοθι και επιχειρήματα για να δυσφημήσουν την όποια πραγματικά λαϊκή προοπτική.
Στις 27 Νοέμβρη αντιπροσωπεία του ΑΣΚΕ πήρε μέροςστη συγκέντρωση στα Προπύλαια, και στην πορεία προς την τουρκική πρεσβεία σε συμπαράσταση προς τους Τούρκους και Κούρδους πολιτικούς κρατούμενουςπου κάνουν απεργία πείνας μέχρι θανάτου στις φυλακές της Τουρκίας. Το ΑΣΚΕ συμμετέχει στην επιτροπή συμπαράστασης.
Κατηγορία
Φύλλο 79 Δεκεμβρίου 2000
Δεν θα μπορούσαν να φαντασθούναυτοί, που προεκλογικά σχεδίαζαν πως θα υλοποιήσουν το «δεύτερο κύμα τουεκσυγχρονισμού» κατ επιταγή της ΟΝΕ και της αμερικάνικης «παγκοσμιοποίησης, τηντύχη των σχεδιασμών τους αλλά και αυτών των ίδιων.
Οι εργασιακές σχέσεις, το ασφαλιστικό, οι ιδιωτικοποιήσεις, η υλοποίηση εις βάρος μας της αμερικανόπνευστης ελληνοτουρκικής«προσέγγισης» αποτελούσαν το βασικό περιεχόμενοτου «δεύτερου κύματος». Θεωρούσαν ότι, όπως στηρίχθηκε η πρώτη τετραετίατης νεοδεξιάς διακυβέρνησης Σημίτη,έτσι θα συνέβαινε και με την επόμενη.
Όλοι οι παράγοντεςπου τη στήριξαν σε συνδυασμό με τον επιτυχή, σ ένα βαθμό, παραμερισμότης συλλογικότητας του ελληνικού λαού, που δεν αντέδρασε ουσιαστικά στο «πρώτο κύμα», τους έκανε να φαντάζονται«περιπάτους».
Κιόμως κινδύνευσε να χάσει τις εκλογές , παρά τη σκανδαλώδη εύνοια των ξένων,του κεφαλαίου, των ΜΜΕ, απέναντι σεμια ΝΔ στη γωνία, υπονομευόμενη συνεχώς εκ των ένδον και χωρίς πολιτική. Παραμερίστηκε τότε η εικόνα του σοβαρού και αποφασιστικού Σημίτη, που αψηφά το πολιτικό κόστος προκειμένου να εφαρμόσει την πολιτικήτου.
Το «Ελντοράντο» της ΟΝΕ, μοναδική άλλωστεπολιτική του Σημίτη δε αρκούσε για να προσελκύσει τα θύματά της. Ο σώζωνεαυτόν σωθήτω. Και επιδόθηκε σανπανικόβλητος πολιτικάντης σε πλειοδοσία με τα δεκαχίλιαρα και τις συντάξεις.Σ εκμαυλισμό των πάντων προκειμένου ναμη χάσει.
Πύρρειος νίκηήταν το εκλογικό αποτέλεσμα. Όσοι υπολόγιζαν μέσα κι έξω από τη χώρα ότιη νεοδεξιά στην Ελλάδα (κατ εικόνα και όχι ομοίωση με τη νεοδεξιά δυτικοευρωπαϊκήσοσιαλδημοκρατία) είναι το ασφαλέστερο(και μακροβιότερο) όχημα για την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση των συμφερόντωντους έπαψαν πλέον να είναι βέβαιοι. Το πολιτικό σύστημα, που με τόση επιμέλειαέχτισαν, δεν επιθυμούν να έχει αναποτελεσματικούς πρωθυπουργούς και μάλισταμιας χρήσης. Οι διεργασίες ξεκίνησαν.
ΝΕΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΉ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΉ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Μερικά από τα κυβερνητικά στελέχη δεν το συνειδητοποίησαν αμέσως,όπως ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, που μετεκλογικά με κεκτημένη ταχύτηταδήλωνε αγέρωχος για την αναγκαιότητα ενός ακόμη «μονόδρομου»,αυτού της δραστικής αλλαγής των εργασιακών σχέσεων. Βέβαια, όταν αργότερααντελήφθη περί τίνος πρόκειται, ανέκρουσε πρύμναν στην εφαρμογή του «δεύτερουκύματος».
Είχε υπόψη του τη βασική γραμμή που υπαγορεύει το διεθνές τραπεζικό και χρηματιστικόκεφάλαιο. Δηλ. ότι οι εργαζόμενοι πρέπει ν' αποβάλλουν την προσωπικότητάτους και η ζωή τους να εναρμονίζεται και να εξαρτάται από τα εργοδοτικάσυμφέροντα. Οι υπόλοιποι θα προορίζονται ν' αποτελούν το περιθώριο, «τα σκουπίδια της ευημερίας».
«Το πρωί εφημεριδοπώλης, το μεσημέρι λογιστής και το βράδυ δάσκαλος». Ένα πρότυπο σχήμα «ελαστικών» εργασιακών σχέσεων,που ευαγγελίζονται οι εμπνευστές της παγκοσμιοποίησης και του εοκικού κακέκτυπου της, της ΟΝΕ. Ώστε να διαχυθεί στην κοινωνία ο ατομισμός, η ανασφάλεια, το άγχος και ο φόβος του περιθωρίου, που απομακρύνει τη συλλογική αντίδραση.
Η γραμμή αυτή αφορά βεβαίως παραγωγικές οικονομίες με στόχο την ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των κερδών και κατ επέκταση της κυριαρχίας τουκεφαλαίου. Ειδικότερα αφορά :
·Τις παραδοσιακές επιχειρήσεις, που λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης, περιορίζουν τις θέσεις εργασίας ανειδίκευτου προσωπικού και τις αναπληρώνουν με μικρότερο αριθμόμεσαίων στελεχών πλήρους ή μερικήςαπασχόλησης.
·Τις ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις τουδημοσίου, που είναι σ' ένα σημαντικό βαθμό μονάδες έντασης εργασίας, που χρειάζονται μεγάλο αριθμό ανειδίκευτου ή μερικώς ειδικευμένου προσωπικού πλήρους ως και υπερωριακής απασχόλησης.
·Τιςεπιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας που έχουν περιορισμένες θέσεις υψηλής ειδίκευσης πλήρους ή μερικής απασχόλησης.
·Τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων με στόχο των περιορισμό των δαπανών και θύματα τους εργαζόμενους, που είτε απολύονται (συνήθως κατά χιλιάδες), είτε υποχρεώνονται σε υποδεέστερη εργασιακή και οικονομική θέση.
ΨΕΥΔΕΠΙΓΡΑΦΟ
Το εγχείρημα στην Ελλάδα ανέλαβε ο πρωθυπουργικός υπουργός. Με εφόδιο την «μακροχρόνια φιλία». Αυτό αρκούσε. Γι' αυτό, άλλωστε, δεν είναι ούτε κομματικό μέλος.Τα μέτρα προωθούνται, όχι επειδή εξυπηρετούν, έστω, ελληνικά εργοδοτικά συμφέροντα. Με το εργασιακό καθεστώς, που ισχύει τώρα, οι μεγάλες, κυρίως, επιχειρήσεις αύξησαντα κέρδη τους κατά 300 % ( !)
Καμώθηκε ο πρωθυπουργικός υπουργός ότι κόπτεται για τους ανέργους. Υπολόγιζε μάλιστα πριν το καλοκαίρι πόσοι θα μένουν άνεργοι για κάθε μήνα καθυστέρησης ισχύος του νέου εργασιακού. Όταν με το νομοσχέδιο αυξάνονται οι απολύσεις και καταργείται, στην ουσία, η υπερωριακή αμοιβή (11 ώρες χωρίς υπερωρία την ημέρα). Έτσι ισχυρίζονται,οι άθλιοι, ότι θα δημιουργηθούν 100.000 νέες θέσεις εργασίας σε δύο χρόνια (τότε που προβλέπουν να κάνουν εκλογές), δηλ. κι άλλα κέρδη με θύματα μονίμως τους εργαζόμενους.
Στην πραγματικότητα τα μέτρα θα ευνοήσουν μόνο τις μεγάλες ξένες αλυσίδες καταστημάτων, που απασχολούν χαμηλόμισθο προσωπικό (μισθοί έως 200.000δρχ.) καθώς και το ξένο, κατά τεκμήριο, κεφάλαιο που ετοιμάζεται ν αναλάβει τις προς ιδιωτικοποίηση δημόσιες επιχειρήσεις, αν τελικά πραγματοποιηθούν.
Το νομοσχέδιο δεν ασχολείται με τα πραγματικά προβλήματα στο χώρο των εργασιακών σχέσεων, που απορρέουν από τη μεταπρατική και μη παραγωγική φύση της οικονομίαςμας. Οι εργαζόμενοι στη χώρα μας, για το λόγο αυτό, καλύπτουν ένα φάσμα κοινωνικών στρωμάτων και δεν αποτελούν, κατά την κλασσική έννοια, μία κοινωνική τάξη
Ανθεί το φαινόμενο της ανειδίκευτης «μαύρης» εργασίας, που καλύπτεται από λαθρομετανάστες. Δεν προβλέπεται κανένα μέτρο προγραμματισμού εργασιακής και κοινωνικής ένταξής τους, που να περιορίζει την εκμετάλλευσή τους. Όλα αφήνονται στην τύχη τους.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις, στη συντριπτική πλειοψηφία τους είναι παροχής υπηρεσιών, ενώ η βιομηχανική παραγωγή είναι ήσσονος σημασίας.Το προσωπικό τους είναι ειδικευμένο μέσης και υψηλής ειδίκευσης, που ενώ παρέχει μισθωτή εργασία, υποχρεώνεται, τις περισσότερες φορές, να αμείβεται, όχι με μισθό αλλά, με δελτία παροχής υπηρεσιών ή με σύμβαση έργου κ.λ.π. Έτσι καταστρατηγούνται τα ασφαλιστικά και εργασιακά (αποζημίωση κ.λ.π.) δικαιώματακαι ταυτόχρονα χειμάζονται τα ασφαλιστικά ταμεία.
ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΣΤΗ ΔΙΝΗ ΤΩΝ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ
Ευελπιστούσαν ότι το εργασιακό θα περνούσε αβρόχοις ποσί, όπως άλλα αντίστοιχα κατά την πρώτη τετραετία. Οι καιροί όμως δεν είναι πια ίδιοι. Η αβεβαιότητα για το μέλλον Σημίτη σε συνδυασμό με τις αμερικανικές εκλογές (αναμένουν αλλαγές σταπρόσωπα που θα στηρίξουν οι αμερικάνοι)αλλά και η πραγματική ,σ' ένα βαθμό, ενδοκομματική συνδικαλιστική αντίδραση άλλαξαν την πολιτική κατάσταση.
Κορυφαία κυβερνητικά και κομματικά στελέχη, που πριν έσπευδαν να στηρίξουν, στην καλλίτερη περίπτωση σιωπούν, διαγκωνιζόμενοι μπρος στο ενδεχόμενο της διαδοχής. Οι προσκείμενοι στον «εκσυγχρονισμό» υπουργοί και στελέχη αποψιλώνονται, ενώ άλλοι αποστασιοποιούνται. Η πρωθυπουργική αυλή συρρικνώνεται.
Οι συνδικαλιστές του κυβερνώντος κόμματος αντιλαμβάνονται ότι η αλλαγή των εργασιακών σχέσεων και οι σχεδιαζόμενες ιδιωτικοποιήσεις υπονομεύουν άμεσα πια τη δική τουςύπαρξη, που σημειολογικά είναι συνυφασμένη με τον «προοδευτικό» χαρακτήρα του κόμματός τους, το οποίο χρησιμοποιεί ο σημιτικός «εκσυγχρονισμός» για να υπερβεί τα πιο δεξιά όρια. Δεν μπορούν να ελπίζουν όλοι σε κυβερνητικές θέσεις, ενώ είναι μάρτυρες των αντιδράσεων των εργαζομένων. Ένας ακόμη συμβιβασμός των συνδικαλιστών του κυβερνώντος κόμματος υπό τις παρούσες ρευστές συνθήκες μοιάζει δύσκολος.
Ανάλογο πρόβλημα έχουν τα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη. Χάνουν τη δυνατότητα ν απευθύνονται σ' ένα κοινό που τους θεωρεί προοδευτικούς αν υποστηρίξουν τις ακραίες νεοδεξιές επιλογές του «δεύτερου κύματος».
Οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων αυτές του 10 % ή του 20 % συμμετοχής έχουν προκαλέσει πανικό στο «εκσυγχρονιστικό» στρατόπεδο. Μπροστά στο φάσμα μιας επερχόμενης ήττας επιδίδονται σε συνεχείς εκπτώσεις του νομοσχεδίου (όπως και με το νόμο Αρσένη στην Παιδεία).
Αυτό είναι νίκη.
Υποχρεώθηκε ο Σημίτης που δήλωνε, πρόσφατα, ότι θα τηρήσει απαρέγκλιτα τις δεσμεύσεις του (απευθυνόταν όχι βέβαια στον ελληνικό λαό αλλά στους «προστάτες») υπό την πίεση αυτού του, έστω και μικρού, λαϊκού κινήματος να υποχωρήσει. Είναι νίκη ακόμη κι αν ψηφισθεί το νομοσχέδιο. Νίκη που καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την προώθηση της επόμενης «δέσμευσης», δηλ. του ασφαλιστικού.
Φαίνεται ότι το νομοσχέδιο αυτό, κι αν ακόμη ψηφισθεί, θα έχει την τύχη του προηγουμένου, δηλ. δε θα εφαρμοσθεί στην πράξη.
ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΙΤΙΑ
Αν όντως ήταν ειλικρινής η πρόθεση για την καταπολέμηση της ανεργίας θα έπρεπε να αντιμετωπισθούν τα πραγματικά αίτια που την προκαλούν, που ασφαλώς δεν είναι οι εργασιακές σχέσεις.
Το κύριο πρόβλημα είναι ότι η χώρα μας, παρ' όλο που διαθέτει όλα τα στοιχεία που χρειάζεταιγια να έχει μια ακμαία παραγωγική οικονομία (πρώτες ύλες, υψηλής στάθμηςδυναμικό, δυνατότητα παραγωγής νέας τεχνολογίας, αγοραστικό περίγυρο κ.λ.π.),έχει καταδικασθεί σε μόνιμο παραγωγικό μαρασμό εξαιτίας τηςκατάρας της εξάρτησης από τις ισχυρές χώρες της Δύσης, που υπηρέτησαν καιυπηρετούν οι ηγεσίες μας, εκτός ελάχιστων φωτεινών εξαιρέσεων.
Την τελευταία εικοσαετία η ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ κατέστρεψε τις παραγωγικές δομέςσε τομείς, που θα μπορούσαν ν ' ανταγωνισθούν τα δυτικοευρωπαϊκά προϊόντα. Η χώρα μας έχει καταδικασθεί να είναι μονίμως ελλειμματική με αυξανόμενο δανεισμό και διογκούμενο χρέος. Φυσική συνέπεια μιας μη παραγωγικής χώρας με αποδιαρθρωμένη οικονομία είναι η αυξανόμενη ανεργία. Η ΟΝΕ έδεσε ακόμη χειρότερα τη χώρα στη βούληση του γερμανογαλλικού διευθυντηρίου και επιτείνει τα προβλήματα αυτά. Η πολυδιαφημισμένη οικονομική σταθερότητατης ΟΝΕ αποδείχθηκε ένας ακόμη μύθος από τους πολλούς που έχει περιβληθεί το εοκικό οικοδόμημα. Ας θυμηθούμε τι μας έλεγαν όταν υπέγραφαν την ένταξη.
Τα διάφορα πακέτα (Ντελόρ, Σαντέρ κ.λπ.), που επικαλούνται οι υποστηρικτές της ΕΟΚ ως παροχές που στηρίζουν την οικονομία,προορίζονται για τη διατροφή και συντήρηση της εοκικής φάρας.
Τα ποσά αυτά είναι ένα ελάχιστο ποσοστό αυτών που έχουν επωφεληθεί. Η χώρα λόγω της ένταξής της στην ΕΟΚ επιβαρύνεται, εκτός της εισφοράς στον προϋπολογισμό της ΕΟΚ και το μεγαλύτερο μέρος του ΦΠΑ, από τα τεράστια εμπορικά ελλείμματα, που συνεχώς διευρύνονται, τους τόκους των υπερδανεισμών,τις αποζημιώσεις για την ανεργία και κυρίως το κοινωνικό κόστος της ανθρώπινης περιθωριοποίησης και, όταν αποφασίσει ν αποδεσμευτεί, τις δαπάνες ανασύστασης των αποδιαρθρούμενων τομέωντης οικονομίας.
Η οικονομία είναι η μία όψη της ένταξης. Υπάρχουν κι άλλες πιο σημαντικές όπως η υποστήριξη από πλευράς τους όσων προβάλλουν απαιτήσεις κατά της Ελλάδας (Τουρκία,Σκόπια, Αλβανία), η κοινωνική καιπολιτιστική διάβρωση, η διαφθορά, η παραγωγή πειθήνιων πολιτικών στελεχών.
Κοινωνία που δεν ελέγχει την οικονομία της είναι καταδικασμένη σε μαρασμό και οπισθοδρόμηση αρχών και αξιών.
Ασφαλώς και υπάρχουν λύσεις. Όμως ως πρώτη προϋπόθεση για την εφαρμογή τους είναι η άμεση αποχώρηση της χώρας από την ΕΟΚ (στην πραγματικότητα έτσι θα πρέπει να λέγεται και όχι Ευρωπαϊκή Ένωση επειδή η πολιτική και στρατιωτική πλευρά έχει εκχωρηθεί de facto στις ΗΠΑ).
Λύσεις προς το συμφέρον της χώρας και της κοινωνίας με νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Με κοινωνικό έλεγχο των μέσων παραγωγής. Ώστε η οικονομία να ανακάμψει, να λειτουργεί προς όφελος της χώρας και του κοινωνικού συνόλου. Με σεβασμό στο περιβάλλον. Η ελληνική κοινωνία ν'αποκτήσει δυναμισμό, οράματα και αξίες.
Τα προβλήματατων εργασιακών σχέσεων και της ανεργίας σ' αυτό το πλαίσιο μπορούν ν' αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά.
Οι μύθοι που συντηρούν την ΕΟΚ στον ελληνικό λαό είναι ρηχοί. Τι έπαθε η, έστω και καπιταλιστική, Νορβηγία που είναι εκτός; Ευημερεί.
Οι λαοί δεν αποδέχονται να γίνουν βορά στα κέρδη του αχαλίνωτου κεφαλαίου. Δε δέχονται τη μοίρα τους. Κινητοποιούνται κατά της παγκοσμιοποίησης και της ευρωπαϊκής εκδοχής της.
Γιατί όχι και εμείς;
Το παραπάνω άρθρο του μέλους της Ε.Ε του ΑΣΚΕ Νίκου Λεοντόπουλου δημοσιεύεται στο τελευταίοάρθρο του περιοδικού ΑΡΔΗΝ
Κατηγορία
Φύλλο 79 Δεκεμβρίου 2000
Είχαμε γράψει στο φύλλο του Σεπτέμβρη ότι η εποχή Πούτιν στη Ρωσία δεν είναι μια συνέχεια της εποχής Γιέλτσιν. Στο πρόσωπο του Πούτιν εκφράζεται μια ισορροπία δυνάμεων, που δεν αποδέχονται τη διάλυση και την πλήρη υποταγή στη Δύση και επιθυμούν να ξανασταθεί η Ρωσία στα πόδια της και σιγά σιγά να ξαναγίνει Μεγάλη Δύναμη. Το Κοινοβούλιο, οι Ένοπλες Δυνάμεις και η Εκκλησία είναι θεσμοί που περιλαμβάνονται σ' αυτές τις δυνάμεις. Είχαμε αναφέρει τα στοιχεία που τεκμηρίωναν την εκτίμηση αυτή.
Στο τρίμηνο που πέρασε η εκτίμηση αυτή φαίνεται να επιβεβαιώνεται.
Συνεχίστηκε η πίεση προς τους μεγαλοεπιχειρηματίες να λειτουργούν με κανόνες.
Επανέφερε τη μελωδία του σοβιετικού εθνικού ύμνου, με αλλαγή των στίχων, ως εθνικό ύμνο της Ρωσίας.
Επισημοποίησε το κόκκινο λάβαρο της αντιφασιστικής νίκης ως σημαία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Τα τσιράκια της Δύσης, όπως ο Ανατόλι Τσουμπάις καιο Γκριγόρι Γιαβλίνσκι καταγγέλλουν ότι "ξεκινά η κομμουνιστική ρεβάνς"(!), ο Γιέλτσιν δηλώνει ότι μετανιώνει που δεν απαγόρευσε το ΚομμουνιστικόΚόμμα(!), αλλά ο πανίσχυρος πατριάρχης Αλέξιος στέκεται στο πλευρό του Πούτιν ("με αυτή την μελωδία νικήσαμε τον φασισμό και ανασυγκροτήσαμε τηχώρα") και η Κρατική Δούμα (Κοινοβούλιο) ενέκρινε τις προτάσεις Πούτινμε 381 υπέρ, 51 κατά και 2 αποχές(!).
Κατηγορία
Φύλλο 79 Δεκεμβρίου 2000